Friday, May 1, 2009

Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού






ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ  ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ


ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ Κατά του Οικουμενισμού


Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών
Απρίλιος 2009

Όσοι με τη Χάρη του Θεού ανατραφήκαμε με ευσεβή δόγματα και ακολουθούμε σε όλα την Μία, Αγία, Καθολική, και Αποστολική Εκκλη σία πιστεύουμε ότι:


Ή μοναδική οδός σωτηρίας των ανθρώπων1 είναι ή πί στη στην Αγία Τριάδα, στο έργο και στη διδασκαλία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, τα συνεχιζόμενα εις το σώμα Αυτού, την Αγία Εκκλησία. Ο Χριστός είναι το μόνο αλη­θινό φως2 δεν υπάρχουν άλλα φώτα για να μας φωτίσουν, ούτε άλλα ονόματα που μπορούν να μας σώσουν «Ουκ εστίν εν άλλω ούδενί ή σωτηρία. ουδέ γάρ όνομα εστίν έτε ρον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις, εν ω δει σωθήναι ημάς»3. Όλα τα άλλα πιστεύματα, όλες οι θρη σκείες, που αγνοούν και δεν ομολογούν τον Χριστό «εν σαρκί έληλυθότα»4 είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα και έργα του Διαβόλου5, δεν οδηγούν στην αληθινή θεογνω σία και στην δια του θείου βαπτίσματος αναγέννηση, αλλά πλανούν τους ανθρώπους και τους οδηγούν στην απώλεια. Οι Χριστιανοί πιστεύοντες εις την Άγια Τριάδα, δεν έχου με τον ίδιο Θεό με καμία άλλη θρησκεία· ούτε με τις λεγό μενες μονοθεϊστικές θρησκείες, τον Ιουδαϊσμό και τον Μωαμεθανισμό, οι όποιες δεν πιστεύουν στην Αγία Τριάδα.
Επί δύο χιλιάδες χρόνια η ιδρυθείσα από το Χριστό και καθοδηγούμενη από το Άγιο Πνεύμα Εκκλησία έμεινε σταθερή και ακλόνητη στην διδαχθείσα από το Χριστό, παραδοθείσα από τους Άγιους Αποστόλους και φυλαχθείσα από τους Άγιους Πατέρες σωτηριώδη Αλήθεια. Δεν κάμφθηκε από τους σκληρούς διωγμούς των Ιουδαί ων αρχικά και των ειδωλολατρών στη συνέχεια κατά τους τρεις πρώτους αιώνες· ανέδειξε πλήθος μαρτύρων και εξήλθε νικήτρια, αποδείξασα την θεϊκή της προέλευση. Όπως λέ γει θαυμάσια ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος: «Ουδέν Εκκλησίας δυνατώτερον... "Ανθρωπον εάν πολεμής, ή ένίκησας ή ενικήθης, έκκλησίαν δε εάν πολεμης, νικήσαί σε άμήχανον ό Θεός γάρ έστιν ό πάντων ισχυρότερος»6.
Μετά την κατάπαυση των διωγμών και τον θρίαμβο της Εκκλησίας επί των εξωτερικών εχθρών, των Ιουδαίων δη λαδή και των ειδωλολατρών, πληθύνθηκαν και ενδυναμωθήκαν οι εσωτερικοί εχθροί της Εκκλησίας. Εμφανίσθηκαν οι ποικίλες αιρέσεις, οι όποιες επεχείρησαν να ανατρέψουν και να νοθεύσουν την παραδοθείσα πίστη, ώστε οι πιστοί να πάθουν σύγχυση και να ατονήσει η μπιστοσύνη τους στην ευαγγελική αλήθεια και στα παραδεδομένα. Ό Μέγας Βασίλειος σκιαγραφώντας την εκκλησιαστική κατάσταση που δημιούργησε η επί σαράντα έτη κυριαρχήσασα, και διοικητικά, αίρεση του Αρείου λέγει: «Καταπεφρόνηται τά τών Πατέρων δόγματα, άποστολικαί παραδόσεις έξουθένηνται, νεωτέρων ανθρώπων έφευρέματα ταις Εκκλησίας έμπολιτεύεται· τεχνολογούσι λοιπόν, ου θεολογούσιν οί άνθρωποι· ή του κόσμου σοφία τά πρωτεία φέρεται παρωσαμένη τό καύχημα τού Σταυρού. Ποιμένες απελαύνονται, άντεισάγονται δε λύκοι βαρείς διασπώντες τό ποίμνιον του Χριστού»7.
Ότι έγινε με τους εξωτερικούς εχθρούς, τις θρησκείες, συνέβη και με τους εσωτερικούς, τις αιρέσεις. Η Εκκλησία δια μεγάλων και φωτισμένων Άγιων Πατέρων οριοθέτη σε και περιχαράκωσε την Ορθόδοξη πίστη με αποφάσεις Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων για συγκεκριμένες αμφισβητούμενες διδασκαλίες, αλλά και με την συμφωνία των Πατέρων (consensus Patrum) για το σύνολο τών θεμά­των της πίστεως. Είμαστε πλέον ασφαλείς, όταν ακολου θούμε τους Άγιους Πατέρες και δεν μετακινούμε τα όρια που εκείνοι έθεσαν. Το «Επόμενοι τοις 'Αγίοις Πατράσι» και το «Μή μεταίρειν όρια α εθέντο οί Πατέρες ημών» απο τελούν σταθερή γραμμή πορείας και ασφαλιστική δικλεί δα της Ορθοδόξου πίστεως και ζωής. Κατά συνέπειαν οι βασικές θέσεις της Ομολογίας μας είναι οί εξής:


1. Φυλάττουμε αμετακίνητα και απαραχάρακτα όσα οι Σύνοδοι και οι Πατέρες εθέσπισαν.Αποδεχόμαστε όσα εκείνοι αποδέχονται και καταδικάζουμε όσα καταδικάζουν, αποφεύγουμε δε την επικοινωνία με όσους καινοτομούν εις τα της πίστεως. Εμείς ούτε προσθέτουμε, ούτε αφαιρούμε κάποια διδασκαλία, ούτε την μεταβάλλουμε. "Ήδη ό θεοφόρος Άγιος Ιγνάτιος´ Αντιοχείας στην Επιστολή του στον Άγιο Πολύκαρπο Σμύρνης γράφει: «Πάς ό λέγων παρά τά διατεταγμένα, καν αξιόπιστος ή, καν νηστεύη, καν παρθενεύη, καν σημεία ποιή καν προφητεύή, λύκος σοι φαινέσθω έν προβάτου δορά προβάτων φθοράν κατεργα ζόμενος». Ό Άγιος Ιωάννης, ο Χρυσόστομος ερμηνεύον τας το του Αποστόλου Παύλου «Ει τις ευαγγελίζεται ύμίν παρ' ο παρελάβετε, ανάθεμα.», παρατηρεί ότι ο Απόστολος «ουκ είπε εάν εναντία καταγγέλλωσιν ή τό πάν άνατρέπωσιν, αλλά καν μικρόν τι εύαγγελίζωνται παρ' ο παρελάβετε, καν τό τυχόν παρακινήσωσιν, ανάθεμα εστωσαν»8. Ή Ζ' Οικου μενική σύνοδος ανακοινώνοντας τις αποφάσεις της εναντί ον των εικονομάχων προς τους κληρικούς της Κωνσταντι νουπόλεως γράφει: «Τη παραδόσει της Καθολικής Εκκλη σίας έξηκολουθήσαμεν καί ούτε ύφεσιν ούτε πλεονασμόν έποιησάμεθα, αλλ'άποστολικώς διδαχθέντες, κρατούμεν τάς παραδόσεις άς παρελάβομεν, πάντα αποδεχόμενοι καί άσπαζόμενοι όσαπερ ή 'Αγία Καθολική Εκκλησία άρχήθεν τών χρόνων άγράφως καί εγγράφως παρέλαβεν... Ή γάρ αληθινή της Εκκλησίας καί ευθύτατη κρίσις καινουργείσθαι έν αύτη συγχωρεί ουδέν, ούτε άφαίρεσιν ποιείσθαι. Ήμείς τοιγαρούν πατρώοις νόμοις επόμενοι, παρά τού ενός Πνεύματος λαβόντες χάριν, άκαινοτομήτως καί άμειώτως πάντα τά της Εκκλησίας έφυλάξαμεν»9.
Μετά των Άγιων Πατέρων και των Συνόδων απορρί πτουμε και αναθεματίζουμε όλες τις αιρέσεις που παρουσιά σθηκαν κατά την ιστορική διαδρομή της Εκκλησίας. Από τις παλαιές αιρέσεις που επιβιώνουν μέχρι σήμερα κατα­δικάζουμε τον Μονοφυσιτισμό, τον ακραίο του Ευτυχούς και τον μετριοπαθή του Σεβήρου και Διοσκόρου, σύμφω να με τις αποφάσεις της Δ' έν Χαλκηδόνι Οικουμενικής Συνόδου και την χριστολογική διδασκαλία μεγάλων Άγιων Πατέρων και Διδασκάλων, όπως του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, του Άγιου Ιωάννου Δαμασκηνού, του Με γάλου Φωτίου και των ύμνων της λατρείας.


2. Διακηρύσσουμε ότι ό Παπισμός είναι μήτρα αιρέσε ων καί πλανών· η διδασκαλία του Filioque, της εκπορεύσεως δηλαδή του Άγιου Πνεύματος και εκ του Υιού, είναι αντί θετη προς όσα ο ίδιος ο Χριστός εδίδαξε περί του Αγίου Πνεύματος. Σύνολος ο χορός των Πατέρων και σε συνόδους και ξεχωριστά θεωρούν τον Παπισμό ως αίρεση, διότι εκτός του Filioque παρήγαγε πλήθος άλλων πλανών, όπως το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα, τα άζυμα, το καθαρτήριο πυρ, την άσπιλο σύλληψη της Θεοτόκου, την κτιστή Χά ρη, την εξαγορά των αφέσεων (indulgentiae)· άλλαξε όλη σχεδόν την διδασκαλία και πράξη για το Βάπτισμα, το Χρί σμα, τη Θεία Ευχαριστία και τα άλλα μυστήρια και μετέ τρεψε την Εκκλησία σε κοσμικό κράτος.
Ο σημερινός Παπισμός παρεξέκλινε πολύ περισσότερο του μεσαιωνικού Παπισμού από την διδασκαλία της Εκκλη σίας, ώστε δεν αποτελεί πλέον συνέχεια της αρχαίας Δυτικής Εκκλησίας. Εισήγαγε πλήθος νέων υπερβολών στην «Μαριολογία», όπως την διδασκαλία περί της Θεοτόκου ως «συλλυτρώτριας» (corredemptrix) του ανθρωπίνου γένους. Ενίσχυσε την «Χαρισματική Κίνηση» πεντηκοστιανικών ομάδων, δήθεν πνευματοκεντρικών. Υιοθέτησε ανατολικές πνευμα τικές μεθόδους προσευχής και διαλογισμού. Εισήγαγε νέες καινοτομίες στη Θεία Λατρεία, όπως τους χορούς και τα μουσικά όργανα. Εσυντόμευσε και ουσιαστικά κατάστρεψε την Θεία Λειτουργία. Στον χώρο του Οικουμενισμού έθεσε τις βάσεις για την Πανθρησκεία με την Β' Βατικάνειο Σύνοδο, αναγνωρίζοντας την «πνευματική ζωή» των αλλο θρήσκων. Ο δογματικός μινιμαλισμός οδήγησε και σε μεί ωση των ηθικών απαιτήσεων λόγω του δεσμού δόγματος και ήθους, με συνέπεια τις ηθικές πτώσεις κορυφαίων κλη ρικών και την αύξηση μεταξύ των κληρικών των ηθικών εκτροπών της ομοφυλοφιλίας και της παιδοφιλίας10.
Γενικώς υπάρχει ριζική αλλαγή του Παπισμού και στρο φή προς τον Προτεσταντισμό μετά την Β' Βατικάνειο Σύνο δο, ως και υιοθέτηση διαφόρων "πνευματικών" κινημά των της «Νέας Εποχής».
Κατά τον Άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης, τον Μυσταγωγό, ο Παπισμός προκάλεσε στην Εκκλησία μεγαλύτερη ζημία από όση προκάλεσαν όλες μαζί οι αιρέσεις και τα σχίσματα. Οι Ορθόδοξοι έχουμε κοινωνία με τους προ του σχίσματος πάπες και πολλούς πάπες τους εορτάζουμε ως αγίους. Οι μετά το σχίσμα πάπες είναι αιρετικοί· έπαυσαν να είναι διάδοχοι στον θρόνο της Ρώμης, δεν έχουν απο­στολική διαδοχή, επειδή δεν έχουν την πίστη των Α ποστόλων και των Πατέρων. Για τον λόγο αυτό τον εκά στοτε πάπα «ου μόνον ου κοινωνικόν έχομεν, αλλά καί αίρετικόν άποκαλούμεν». Λόγω της βλασφημίας εναντίον του Άγιου Πνεύματος με την διδασκαλία περί του Filioque έχασαν το Άγιο Πνεύμα, και όλα σ' αυτούς είναι αχαρίτωτα. Κανένα μυστήριο τους δεν είναι έγκυρο κατά τον Άγιο Συμεών. «Βλασφημούσιν άρα οί καινοτόμοι καί πόρρω του Πνεύματος είσι, βλασφημούντες κατά του Αγίου Πνεύματος, καί ουκ εν αύτοίς όλως τό Πνεύμα τό ‘Αγιον διό καί τά αυτών άχαρίτωτα, ώς τήν χάριν τον Πνεύματος άθετούντων καί υποβιβαζόντων αυτό... διό καί τό Πνεϋμα ουκ έν αύτοίς τό Άγιον, καί ουδέν πνευματικόν έν αύτοίς καί καινά πάντα καί έξηλλαγμένα τά έν αύτοίς καί παρά τήν Θείαν παράδοσιν»11.


3. Τα ίδια ισχύουν, σε μεγαλύτερο βαθμό, για τον ΙΙροτεσταντισμό, ο όποιος ως τέκνο του Παπισμού κληρονόμη σε πολλές αιρέσεις, προσέθεσε δε πολύ περισσότερες· απορ ρίπτει την Παράδοση δεχόμενος μόνον την Άγια Γραφή (Sola Scriptura), την οποία παρερμηνεύει, καταργεί την Ιερωσύνη ως ειδική μυστηριακή Χάρη, την τιμή των Άγιων και των εικόνων, υποτιμά το πρόσωπο της Θεοτόκου, απορ ρίπτει τον Μοναχισμό· από τα Άγια Μυστήρια δέχεται μόνον το Βάπτισμα και τήν Θεία Ευχαριστία, αλλοιώνοντας και σ' αυτά τήν διδασκαλία και την πράξη της Εκκλησίας, διδάσκει τον απόλυτο προορισμό (Καλβινισμός) και την εκ της πίστεως μόνον δικαίωση, εσχάτως δε η «προοδευτική» του μερίς εισήγαγε την Ιερωσύνη των γυναικών και τον γάμο των ομοφυλοφίλων, τους οποίους δέχονται και στην Ιερωσύνη. Κυρίως όμως στερείται εκκλησιολογίας, διότι δεν υπάρχει η έννοια της Εκκλησίας, όπως την κατανοεί η Ορθόδοξη Παράδοση.


4. Ο μόνος τρόπος για να αποκατασταθεί η κοινωνία μας με τους αιρετικούς είναι η εκ μέρους τους αποκήρυξη της πλάνης και η μετάνοια, ώστε να υπάρξει αληθινή ένωση και ειρήνη· ένωση με την αλήθεια και όχι με την πλά νη και την αίρεση. Για την ενσωμάτωση των αιρετικών στην Εκκλησία η κανονική ακρίβεια απαιτεί την διά του Βαπτίσματος αποδοχή τους. Το προηγούμενο «βάπτισμα» τους, τελούμενο εκτός της Εκκλησίας, χωρίς την τρισσή κατάδυση και ανάδυση του βαπτιζομένου εντός του δι' ειδικής ευχής ηγιασμένου ύδατος και από μή Ορθόδοξο ιερέα, δεν είναι καν βάπτισμα· στερείται της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, η οποία δεν υπάρχει στα σχίσματα και στις αιρέσεις, και επομένως δεν έχομε τίποτε κοινό πού να μας ενώνει, όπως λέγει ο Μέγας Βασίλειος: «Οί δε της Εκκλησίας άποστάντες ούκέτι έσχον τήν χάριν του Άγι ου Πνεύματος έφ' έαυτοίς· έπέλιπε γάρ ή μετάδοσις τω διακοπήναι τήν άκολουθίαν... οί δέ άπορραγέντες, λαϊκοί γενόμενοι, ούτε του βαπτίζειν, ούτε του χειροτονείν είχον τήν έξουσίαν, ούκέτι δυνάμενοι χάριν Πνεύματος Αγίου παρέχειν, ης αυτοί έκπεπτώκασιν»12.
Είναι γι' αυτό αθεμελίωτη και μετέωρη η νέα προσπά θεια των Οικουμενιστών να προβάλουν την θέση ότι έχου με κοινό βάπτισμα με τους αιρετικούς, και επάνω στην ανύ παρκτη βαπτισματική ενότητα να στηρίξουν την ενότητα της Εκκλησίας, η οποία δήθεν υπάρχει όπου υπάρχει βά πτισμα13. Στην Εκκλησία όμως εισέρχεται κανείς και γί νεται μέλος της όχι με το οιοδήποτε βάπτισμα αλλά με το ένα και ενιαίος τελούμενο βάπτισμα από ιερείς έχοντας την Ιερωσύνη της Εκκλησίας.


5. Έφ' όσον οι αιρετικοί εξακολουθούν να παραμένουν στην πλάνη, αποφεύγουμε την μετ' αυτών κοινωνία, ιδι αίτερα τις συμπροσευχές. Οι ιεροί κανόνες στο σύνολο τους απαγορεύουν όχι μόνο τα συλλείτουργα και τις εντός των ναών συμπροσευχές, αλλά και τις απλές συμπροσευχές σε ιδιωτικούς χώρους. Η αυστηρή στάση της Εκκλησίας απέ ναντι στους αιρετικούς προέρχεται από αληθινή αγάπη και ειλικρινές ενδιαφέρον για τη σωτηρία τους και από ποιμαντική μέριμνα να μην παρασυρθούν οι πιστοί στην αίρεση. Όποιος αγαπά φανερώνει την αλήθεια, δεν αφή νει τον άλλο στο ψεύδος· διαφορετικά η αγάπη και η μετ' αυτού ομόνοια και ειρήνη είναι επίπλαστες και ψεύτικες. Υπάρχει καλός πόλεμος και κακή ειρήνη. «Κρείττων γάρ επαινετός πόλεμος ειρήνης χωριζούσης Θεού» λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος14. Και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συνιστά: «Εί που τήν εύσέβειαν παραβλαπτομένην ίδοις, μή προτίμα τήν όμόνοιαν της αληθείας, άλλ' ίστασο γενναίως έως θανάτου... τήν άλήθειαν μηδαμού προδιδούς». Και αλλού συνιστά με έμφαση: «Μηδέν νόθον δόγμα τω της αγάπης προσχήματι παραδέχησθε»15. Αυτήν την στάση των Πατέρων υιοθέτησε και ο μέγας αγω νιστής και ομολογητής της Ορθοδόξου πίστεως απέναντι στους Λατίνους Άγιος Μάρκος Εφέσου ο Ευγενικός, ο όποιος την δική του Ομολογία Πίστεως στην Φλωρεντία κατακλείει διά των έξης: «Άπαντες οί της Εκκλησίας δι δάσκαλοι, πάσαι αί σύνοδοι καί πάσαι αί θείαι Γραφαί φεύγειν τούς έτερόφρονας παραινούσι καί της αυτών κοινω νίας διίστασθαι. Τούτων ούν εγώ πάντων καταφρονήσας, ακολουθήσω τοις έν προσχήματι πεπλασμένης ειρήνης ένωθήναι κελεύουσι; Τοις τό ιερόν καί θείον σύμβολον κιβδηλεύσασι καί τόν Υίόν έπεισάγουσι δεύτερον αίτιον τού Αγίου Πνεύματος; Τά γάρ λοιπά τών ατοπημάτων έώ, το γε νυν έχον, ών καί εν μόνον ίκανόν ήν ημάς εξ αυτών διαστήσαι. Μη πάθοιμεν, τούτό ποτε, Παράκλητε αγαθέ, μηδ' όυτως έμαυτού τών καθηκόντων λογισμών άποπέσοιμι της δέ σης διδασκαλίας καί τών υπό σου έμπνενσθέντων μακαρίων ανδρών έχόμενος, προστεθείην προς τούς έμούς πατέρας, τούτο,, εί μή τι άλλο, εντεύθεν άποφερόμενος, τήν εύσέβειαν»16.


6. Μέχρι των αρχών του 20ου αιώνος η Εκκλησία στα θερά και αμετάβλητα είχε απορριπτική και καταδικαστι κή στάση έναντι όλων των αιρέσεων, όπως ακριβώς αυτό διατυπώνεται στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας που διαβά ζεται την Κυριακή της Ορθοδοξίας. Αναθεματίζονται οι αιρέσεις και οι αιρετικοί, η κάθε μία ξεχωριστά· για να μή μείνει δε καμμία εκτός του αναθέματος, υπάρχει στο τέλος γενικός αναθεματισμός:«" Ολοις τοις αίρετικοίς ανάθεμα».
Δυστυχώς αυτή η ενιαία, σταθερή και αταλάντευτη στά ση της Εκκλησίας μέχρι των άρχων του 20ού αιώνος άρ χισε σταδιακά να εγκαταλείπεται, μετά την εγκύκλιο πού εξαπέλυσε τό Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1920 «Πρός τάς απανταχού εκκλησίας του Χριστού», η οποία για πρώτη φορά χαρακτηρίζει επισήμως τις αιρέσεις ως εκκλησίες, που δεν είναι αποξενωμένες από την Εκκλησία, αλλά είναι οικείες και συγγενείς. Συνιστούσε νά «άναζωπυρωθή καί ένισχυθή πρό παντός ή αγάπη μεταξύ τών Εκκλησιών, μή λογιζομένας άλλήλας ώς ξένας καί αλλότριας, άλλ' ώς συγ γενείς καί οικείας έν Χριστώ καί συγκληρονόμους καί σύσ­σωμους της επαγγελίας τού Θεού έν Χριστώ17.
Άνοιξε πλέον ο δρόμος για να υιοθετηθεί, να διαμορ φωθεί και να αναπτυχθεί στο χώρο της Ορθοδόξου Εκκλη σίας η προτεσταντικής κατ' αρχήν επινοήσεως, τώρα δε και παπικής αποδοχής, αίρεση του Οικουμενισμού, αυτή η παναίρεση, που υιοθετεί και νομιμοποιεί όλες τις αιρέ σεις ως εκκλησίες και προσβάλλει το δόγμα της Μιας, Άγιας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Ανα πτύχθηκε πλέον, διδάσκεται και επιβάλλεται από Πα τριάρχες και επισκόπους νέο δόγμα περί Εκκλησίας, νέα εκκλησιολογία. Σύμφωνα με αυτό καμμία Εκκλησία δεν δικαιούται να διεκδικήσει αποκλειστικά για τον εαυτό της τον χαρακτήρα της καθολικής και αληθινής Εκκλησίας. Κάθε μία είναι ένα κομμάτι, ένα μέρος, όχι ολόκληρη η Εκκλησία. Όλες μαζί αποτελούν την Εκκλησία.
Έπεσαν όλα τα όρια που έθεσαν οι Πατέρες· δεν υπάρ χει οριοθετική γραμμή μεταξύ αιρέσεως και Εκκλησίας, μεταξύ αληθείας και πλάνης. Και οι αιρέσεις είναι εκκλη σίες, πολλές μάλιστα, όπως η παπική, θεωρούνται τώρα ώς αδελφές εκκλησίες, στις όποιες από κοινού με εμάς ανέθε σε ο Θεός την φροντίδα για την σωτηρία των ανθρώπων18. Υπάρχει και στις αιρέσεις η Χάρη του Παναγίου Πνεύ­ματος, γι' αυτό και το βάπτισμα τους, όπως και όλα τα άλλα μυστήρια είναι έγκυρα. Όσοι έχουν βαπτισθή, σε οποια δήποτε αίρεση και αν ανήκουν, είναι μέλη του σώματος του Χρίστου, της Εκκλησίας. Οι άρές και τα αναθέματα των συνόδων δεν ισχύουν και πρέπει να διαγραφούν από τα λειτουργικά βιβλία. Στεγασθήκαμε μέσα στο «Παγκό σμιο Συμβούλιο Εκκλησιών» και ουσιαστικά προδώσαμε -καί μόνο με την ένταξη μας- την εκκλησιολογική μας αυτο συνειδησία. Αφαιρέσαμε το δόγμα περί της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, το δόγμα «είς Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα»19.


7. Ό διαχριστιανικός αυτός συγκρητισμός, διευρύνθη κε τώρα και σε διαθρησκειακό συγκρητισμό, ο όποιος εξι σώνει όλες τις θρησκείες, με την μοναδική, θεόθεν αποκαλυφθείσα από τον Χριστό θεοσέβεια, θεογνωσία και κατά Χριστόν ζωή. Προσβάλλεται επομένως όχι μόνο το δόγμα της Μιας, Άγιας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλη σίας σε σχέση με τις αιρέσεις, αλλά και το θεμελιώδες δό γμα της μοναδικής εν τω κόσμω Αποκαλύψεως και σωτη ρίας των ανθρώπων διά Ιησού Χριστού σε σχέση με τις θρησκείες του κόσμου. Είναι η χειρότερη πλάνη, η μεγαλύ τερη αίρεση όλων των αιώνων.


8.Εμείς πιστεύουμε και ομολογούμε ότι μόνον έν τω Χριστώ υπάρχει η δυνατότης σωτηρίας. Οι θρησκείες του κόσμου και οι αιρέσεις οδηγούν στην απώλεια. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι απλώς η αληθής Εκκλησία- είναι η μόνη Εκκλησία. Μόνον αύτη έμεινε πιστή στο Ευαγγέ λιο, στις συνόδους και στους Πατέρες, και συνεπώς μόνον αυτή αντιπροσωπεύει την αληθινή καθολική Εκκλησία του Χριστού. Κατά τον όσιο Γέροντα Ιουστίνο Πόποβιτς, ο Οικουμενισμός είναι κοινό όνομα για τις ψευδοεκκλησίες της Δυτικής Ευρώπης. Το κοινό όνομα τους είναι η παναίρεση20.
Αυτήν την παναίρεση έχουν αποδεχθή εκ των Ορθοδόξων πολλοί πατριάρχες, αρχιεπίσκοποι, επίσκοποι, κλη ρικοί, μοναχοί και λαϊκοί. Την διδάσκουν «γυμνή τή κε φαλή», την εφαρμόζουν και την επιβάλλουν στην πράξη κοινωνούντες παντοιοτρόπως με τους αιρετικούς, με συμ προσευχές, ανταλλαγές επισκέψεων, ποιμαντικές συνερ γασίες, θέτοντας ουσιαστικώς εαυτούς εκτός Εκκλησίας. Η στάση μας εκ των συνοδικών κανονικών αποφάσεων και εκ του παραδείγματος των Αγίων είναι προφανής. Ο καθένας πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του.


9. Υπάρχουν βέβαια και συλλογικές ευθύνες, και κυ ρίως των οικουμενιστικών φρονημάτων Ιεραρχών και Θε ολόγων μας, απέναντι στο ορθόδοξο πλήρωμα και το ποί μνιο τους. Πρός αυτούς δηλώνουμε με φόβο Θεού και αγά πη, ότι η στάση τους αυτή και τα ανοίγματα τους στις οικουμενιστικές δραστηριότητες είναι από πάσης πλευράς κα ταδικαστέα: Διότι




α) αμφισβητούν έμπρακτα την ορθοδοξοπατερική μας παράδοση καί Πίστη·
β) σπέρνουν την αμφιβολία στις καρδιές του ποιμνίου και κλονίζουν πολλούς, οδηγώντας σε διαίρεση καί σχί σμα και
γ) παρασύρουν ένα μέρος του ποιμνίου στην πλάνη και με αυτήν στον πνευματικό όλεθρο.
Διακηρύσσουμε, λοιπόν, ότι για τους λόγους αυτούς οι κινούμενοι σ' αυτήν την οικουμενιστική ανευθυνότητα, όποια θέση και αν κατέχουν στον Εκκλησιαστικό Οργανισμό, αντιτάσσονται στην παράδοση των Άγιων μας και συνεπώς βρίσκονται σε αντίθεση μαζί τους.
Γι' αυτό η στάση τους πρέπει να καταδικάζεται και να απορρίπτεται από το σύνολο των Ιεραρχών και τον πιστό Λαό.


«καί τοῦτο μετά πάντων προσγράφων, ὅτι τόν μή συμφωνοῦντα τοῖς ἁγίοις καθώς καί ἡμεῖς καί οἱ μικρῷ πρό ἡμῶν πατέρες ἡμῶν, ἡμεῖς τήν αὐτοῦ κοινωνίαν οὐ παραδεξόμεθα».

A Confession of Faith Against Ecumenism


MĂRTURISIREA DE CREDINŢĂÎMPOTRIVA ECUMENISMULUI



ΣΗΜΕΙΩΣΗ: "Όσοι εκ των κληρικών, μοναχών, μοναζουσών και λαϊκών επιθυμούν να συμμετάσχουν στην μικρή αυτή κατάθεση ορθοδόξου ομολογίας ημπορούν να το δηλώσουν γράφοντας: «Συμφωνώ με την Ομολογία Πίστεως κατά τού Οικουμενισμού καί προσυπογράφω». Νά α ποστείλουν δέ τήν δήλωση με το όνομα τους και την κληρική, μοναστική ή επαγγελματική τους ιδιότητα στη διεύθυνση Περιοδικό «ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ» Τ.Θ. 1602,541 24 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. fax: 2310.276590 και e-mail: palimpce@otenet.gr


1.Βλ.σύγγραμα ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ Β' ΣΧΟΛΑΡΙΟΥ, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Περί της μόνης οδού προς σωτηρίαν των ανθρώπων ,εις ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ ΣΧΟΛΑΡΙΟΥ, ‘Άπαντα τα ευρισκόμενα , Oerves Completes de Georges Scholarios, τόμοι Ι-VII, Paris 1928-1936, εκδ.L.PETIT-X.SIDERIDES -M.JUGIE, τομ.ΙΙΙ,434-452
2.Ιω.8,12: «Εγώ ειμί το φως του κόσμου· ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ'εξει το φως της ζωής. Αυτόθι 3,19 «Το φως ελήλυθεν εις τον κόσμον και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φως».
3.Πραξ.4,14
4.Α' Ιω .4,2-3: «Παν πνεύμα ο ομολογεί Ιησούν εν σάρκι εληλυθότα, εκ του Θεού έστι· και παν πνεύμα ο μη ομολογεί τον Ιησούν Χριστόν εν σάρκι εληλυθότα, εκ του Θεού ουκ έστι· και τούτο έστι το του αντιχρίστου ο ακηκόατε ότι έρχεται και νυν εν τω κόσμω έστιν ήδη».
5.Βλ. ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ, Διδαχές,εις Ι.ΜΕΝΟΥΝΟΥ, Κοσμά του Αιτωλού Διδαχές (και Βιογραφία), εκδόσεις «Τήνος», Αθήνα, Διδαχή Α1,37, σελ.142: «Όλες οι πίστες είναι ψεύτικες, κάλπικες, όλες του Διαβόλου. Τούτο κατάλαβα αληθινόν, θείον, ουράνιον, σωστόν, τέλειον και δια λόγου μου και δια λόγου σας πως μόνη η πίστης των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών είναι καλή και αγία, το να πιστεύωμεν και να βαπτιζώμεθα εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».
6.Ομιλία πρό της εξορίας 1,ΕΠΕ 33, 186
7.Επιστολή 90, Τοις αγιωτάτοις αδελφοίς και επισκόποις τοις εν τη Δύσει 2, ΕΠΕ 2, 20
8.Γαλ. 1,9. Εις Γαλ. Όμιλ. Κεφ. 1, PG61,624
9.MANSI, 13, 409-412
10.Την ηθική χαλάρωση και έκπτωση, ακόμη και μεταξύ των κληρικών, είχε επισημάνει ήδη στις αρχές του 15ου αιώνα ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης. Βλ. Επιστολήν Δογματικήν 16 εν D.BALFOUR, Συμεών αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (1416/17-1429) Έργα Θεολογικά, Ανάλεκτα Βλατάδων 34, Θεσσαλονίκη 1981, σελ.218: «Και έτι το την πορνείαν παρ'αυτοίς μη όλως κόλασιν έχειν , ουδ'εν τοις ιερωμένοις αυτών, αλλ'ανέδην παλλακάς και πορνικούς έχειν παίδας και καθ'εκάστην ιερουργείν».Αυτόθι 15, σελ.216: «Και βίον ζώσιν ουκ ευαγγελικόν· τρυφή γαρ πάσα και πορνεία παρ'αυτοις ου μεμπτέα ουδέ τι των απηγορευμένων Χριστιανοίς». Η παρατηρούμενη εσχάτως ηθική έκπτωση και Ορθοδόξων κληρικών είναι απόρροια της ελευθεροφροσύνης του Οικουμενισμού και της εκκοσμίκευσης.
11.Διάλογος 23, PG 155, 120-121.Επιστολή περί των Μακαρισμών 5, εν D.BALFOUR, Συμεών αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (1416/17-1429), Έργα Θεολογικά, Ανάλεκτα Βλατάδων 34, Θεσσαλονίκη 1981, σελ.226.
12.Επιστολή Κανονική Α', Προς Αμφιλόχιον Ικονίου, κανών α.
13.Στο κείμενο της 9ης Γενικής Συνέλευσης του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών στο Porto Alegre της Βραζιλίας το 2006, που έγινε δεκτό από τους αντιπροσώπους των Ορθοδόξων Εκκλησιών και είχε ως τίτλο « Κληθείσες να είναι Μία Εκκλησία» (Called to be One Church), στην παράγραφο 8 αναφέρεται: «Όλοι οι βαπτισμένοι εν Χριστώ είναι ενωμένοι στο Σώμα του». Στην παράγραφο 9: «Το ότι όλοι μας από κοι νού ανήκουμε στον Χριστό διά του βαπτίσματος εις τό όνομα του Πα τρός και του Υιού καί του Αγίου Πνεύματος, δίδει την δυνατότητα στις εκκλησίες και τις καλεί να συμβαδίσουν ακόμη καί όταν διαφωνούν. Διαβεβαιώνουμε ότι υπάρχει ένα βάπτισμα, όπως ακριβώς υπάρχει ένα σώμα και ένα Πνεύμα, μία ελπίδα της κλήσεως μας, ένας Κύριος, μία Πίστη, ένας Θεός καί Πατέρας όλων μας (βλ. Έφ. 4, 4-6)». Ο Μητρο πολίτης Περγάμου Ιωάννης (Ζηζιούλας) στο έργο Orthodox Ecclesiology and the Ecumentical Movement, Sourozh Diocesan Magazine (Αγγλία, Αύγου στος 1985, τόμ. 21, σελ. 23.) προοδοποίησε αυτήν την θέση γράφοντας: Within baptism, even if there is a break, a divison, a schism, you can still speak of the Church.... The Orthodox, in my understanding at least, participate in the ecumenical movement as a movement of baptised Christians, who are in a state of division because they cannot express the same faith together. In the past this has happened because of a lack of love which is now, thank God, disappearing. (Εντός του βαπτίσματος, ακόμη και αν υπάρχει μία διάσπαση, μία δι αίρεση, ένα σχίσμα, μπορείς ακόμη να μιλάς για Εκκλησία.... Οι Ορθόδοξοι, κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον, συμμετέχουν στην οικουμενι κή κίνηση ώς μία κίνηση βαπτισμένοι Χριστιανών, που βρίσκονται σε κατάσταση διαίρεσης, διότι δεν μπορούν νά εκφράσουν την ίδια πίστη μαζί. Στο παρελθόν αυτό συνέβαινε λόγω της έλλειψης αγάπης, η οποία τώρα, δόξα τω Θεώ, εξαφανίζεται.)
14.Απολογητικός της εις Πόντον φυγής 82, ΕΠΕ 1,17615.Εις Ρωμ.Όμιλ.22, 2, PG 60, 611. Εις Φιλιπ. Όμιλ.2, 1, PG 62, 11916.Ομολογία πίστεως εκτεθείσα εν Φλωρεντία, εν Documents relatifs au Concile de Florence, II, Oeuvres anticonciliaires de Marc d'Ephese, par.L.PETIT, Patrologia Orientalis 17, 442.
15. Εις Ρωμ. Ομιλ. 22,2,PG 60,611. Εις Φιλιπ. Ομιλ. 2,1, PG 62, 119.
16.Ομολογία πίστεως εκτεθείσα εν Φλωρεντί, εν Documents relatifs au Concile de Florence, 2, Ouevres anticonciliaires de Marc d' Ephese, par L. PETIT, Patrologia Orientalis
17,442.17.Βλ. Ι.ΚΑΡΜΙΡΗ , Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τομ.2 , σελ.958.
18.Βλ. Κοινή Δήλωση πάπα Ιωάννου Παύλου Β' και πατριάρχου Βαρθολομαίου κατά την επίσκεψη του στη Ρώμη στις 29 Ιουνίου του 1995. Νωρίτερα τα ίδια είχε διακηρύξει και η Μεικτή Θεολογική Επιτροπή του Διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών στο Μπαλαμαντ του Λιβάνου το 1993.
19.Έφεσ. 4, 5.
20.Αρχιμ. ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σελ.224.
 http://www.impantokratoros.gr/B742476A.el.aspx


«καί τοῦτο μετά πάντων προσγράφων, ὅτι τόν μή συμφωνοῦντα τοῖς ἁγίοις καθώς καί ἡμεῖς καί οἱ μικρῷ πρό ἡμῶν πατέρες ἡμῶν, ἡμεῖς τήν αὐτοῦ κοινωνίαν οὐ παραδεξόμεθα».



































Ο θρίαμβος του Οικουμενισμού-4







Πολύ συχνά στα θέματα της Πίστεως και της προασπίσεώς της, προβάλλεται -συνήθως από νεωτεριστές, όπως λ.χ. τους οικουμενιστές κ.α.- το επιχείρημα αφ' ενός της «αγάπης» προς τους καινοτόμους, τους αιρετικούς, τους αιρετίζοντες Ορθοδόξους κ.λπ., αφ' ετέρου δε της «αποφυγής της κατακρίσεώς» τους. Σκοπός αλλά και επιτυγχανόμενο αποτέλεσμα της προβολής αυτού του επιχειρήματος είναι η άμβλυνση των αποστάσεων μεταξύ των «χριστιανικών ομολογιών» και των θρησκειών.

Η παρούσα μελέτη, θα προσπαθήσει να προσεγγίσει λίγο πιο προσεκτικά (όχι πλήρως, αλλά πάντως το κατά δύναμιν βαθύτερα) το θέμα τούτο της αγάπης προς τους αιρετικούς και πώς αυτή νοείται, πάντοτε βάσει αντιπροσωπευτικών διδασκαλιών, οι οποίες απηχούν τη διαχρονική φωνή της Εκκλησίας μας, την «consensus Ecclesiae», δηλ. την «ομοφωνία της Εκκλησίας».


«ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗΝ ΦΥΛΑΤΤΕΣΘΑΙ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ ΕΚΔΙΚΕΙΣΘΑΙ»

ήτοι

Περί αγάπης και αληθείας
προς τους αιρετικούς


Η πεποίθηση της Εκκλησίας, όπως προκύπτει από αυτά που μας παρέδωκαν όλοι οι φίλοι του Θεού, οι Άγιοι, είναι ότι αγάπη χωρίς την αλήθεια δεν νοείται, διότι αγάπη εν τω ψεύδει δεν είναι αληθής αγάπη, αγάπη εκ Θεού. Πρέπει παραλλήλως τόσο να διαφυλάσσεται η αγάπη, όσο και να προφυλάσσεται η αλήθεια, «και την αγάπην φυλάττεσθαι και την αλήθειαν εκδικείσθαι».

1. Εισαγωγή: Η αληθής αγάπη της Εκκλησίας και η ψευδής αγάπη («αγαπισμός») της Νέας Εποχής
● Η κατά Χριστόν αγάπη διαφέρει από την κοσμική αγάπη.
● Η ψευδής αγάπη των αντιθέων.

2. Η Καινή Διαθήκη περί αληθείας και αγάπης, συνοπτικώς.
● Σκοπός της αληθείας η σωτηρία του πλησίον.
● Η αλήθεια ως κοινή Πίστη είναι παράγων συνδετικός των πιστών.
● Η αγάπη και η αλήθεια παράλληλα χαρίσματα.
● Την αλήθεια πάντοτε και αναποφεύκτως θα την πολεμεί το κακό.

3. Η εξωτερική ειρήνη προϋποθέτει την εσωτερική ειρήνη, και η εσωτερική ειρήνη προϋποθέτει τα ευσεβή δόγματα.

4. Είναι προτιμότερος ο επαινετός πόλεμος για την αλήθεια της Πίστεως, από τη συνθηκολόγηση με την αίρεση

5. Οι Άγιοι Πατέρες περί της σχέσεως αγάπης και θεοσεβείας

6. Η παρεμπόδιση της αιρετικής δραστηριότητος είναι έργο αγάπης, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή
● Σχόλιο του οσίου Γέροντος Ιουστίνου Πόποβιτς επί των λόγων του Αγίου Μαξίμου

7. Σύγχρονες μαρτυρίες περί της αληθείας και της αγάπης

8. Η παρασιώπηση της αληθείας είναι έλλειψη αγάπης προς τους πλανωμένους αιρετικούς

9. Η κριτική κατά των αιρέσεων, επειδή ενέχει αγάπη, δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται, καθώς λέγουν οι Άγιοι, να είναι εμπαθής

10. Που μας οδηγεί, τελικώς, ο αγαπισμός της Νέας Εποχής του Αντιχρίστου;

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (βασικές αρχές του New Age)

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

(όλες οι εμφάσεις στα κείμενα είναι δικές μας)



1. Εισαγωγή: Η αληθής αγάπη της Εκκλησίας και η ψευδής αγάπη («αγαπισμός») της Νέας Εποχής

Ο Θεός είναι αγάπη και όσοι αγαπούν τον Θεόν πρέπει να αγαπούν και τους αδελφούς των: «ο Θεός αγάπη εστί [...] και ταύτην την εντολήν έχομεν απ' αυτού, ίνα ο αγαπών τον Θεόν αγαπά και τον αδελφόν αυτού»[i] · αυτή είναι μία βασική εντολή της Καινής Διαθήκης του Κυρίου και Θεανθρώπου και Παντοκράτορος Χριστού, η οποία υφαίνει όλη την πνευματική μας ζωή γύρω από την διπλή αγάπη, πρώτα προς τον Θεό και έπειτα προς τον πλησίον. «Εν ταύταις ταις δυσίν εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται»[ii].


● Η κατά Χριστόν αγάπη διαφέρει από την κοσμική αγάπη.

Όμως η χριστιανική αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, ως σταδιακή μετοχή στην άκτιστη θεϊκή ενέργεια της αγάπης, δεν ενεργείται κατά τον τρόπο που ενεργείται η αγάπη μεταξύ των ανθρώπων του κόσμου τούτου, όπως άλλωστε και η ειρήνη του Χριστού δεν είναι καθώς η ειρήνη του κόσμου αυτού: «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν· ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν»[iii]. Όπως η ειρήνη του Χριστού δεν είναι η εγκόσμια ειρήνη, έτσι και η αγάπη Του, όπως την περιγράφει ο Απόστολος Παύλος, είναι διαφορετική της διανθρώπινης, διότι αυτή έχει χαρίσματα υπερφερή, δεν διακόπτεται ποτέ και από τίποτε και δεν ζητεί το συμφέρον της, ούτε επηρεάζεται από τα ανθρώπινα πράγματα: «η αγάπη [...] ου ζητεί τα εαυτής [...] πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει»[iv]. Περαιτέρω, ο αποστολικός λόγος μας τονίζει ότι η αγάπη των πιστών πρέπει να είναι άνευ υποκρίσεως, δηλαδή αληθής· «η αγάπη ανυπόκριτος· αποστυγούντες το πονηρόν, κολλώμενοι τω αγαθώ»[v].

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γράφει πολύ χαρακτηριστικώς : «Αυτό είναι το κεφαλαιωδέστερο του τρόπου ζωής μας, αυτό είναι το γνώρισμα, το να μη προσέχουμε μόνο στα δικά μας, αλλά και τα μέλη μας τα διεστραμμένα να τα διορθώνουμε και να τα καταρτίζουμε· αυτό είναι μέγιστο δείγμα της πίστεως· ‟Εν τούτω γνώσονται πάντες, λέγει, ότι μαθηταί μου εστέ, εάν αγαπάτε αλλήλους". Αλλά τη γνήσια αγάπη δεν τη δείχνει το κοινό γεύμα, ούτε η απλή προσφώνηση, ούτε η κολακεία στα λόγια, αλλά το να διορθώσει κανείς και να βάλει στόχο το συμφέρον του πλησίον, το να σηκώσει αυτόν που έπεσε, να δώσει χέρι σε αυτόν που είναι πεσμένος και έχει αμελήσει την σωτηρία του και το να επιδιώκει πριν από τα δικά του αγαθά το καλό του πλησίον. Αυτό είναι της γνήσιας αγάπης»[vi].

● Η ψευδής αγάπη των αντιθέων.

Αντιθέτως προς την αληθή αγάπη, έχουμε και την «εσχηματισμένη», τη φαινομενική και ψευδή αγάπη, τον «αγαπισμό», ο οποίος προωθείται από τις δυνάμεις του σκότους και έχει μόνο την εξωτερική εμφάνιση της αγάπης, λ.χ. ως «αγαπολογία», αλλά οδηγεί στην πνευματική και αιώνια καταστροφή. Ο αγαπισμός αυτός, προωθώντας την επιφανειακή επί γης ειρήνη πολεμεί την αλήθεια, με την πρόφαση ότι δήθεν «ο αγώνας υπέρ μιας απολύτου αληθείας, βλάπτει την αγάπη και την ειρήνη».

Σχετικώς με το θέμα μας και ερμηνεύοντας τη χρήση του αγαπισμού ως «ανεκτικότητος» ("tolerance") από τις δυνάμεις του επικινδύνου παγκοσμίου ρεύματος της Νέας Εποχής ("New Age"), ο οσιολoγιώτατος Μοναχός π. Αρσένιος Βλιαγκόφτης, ειδήμων σε θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας, συνεργάτης του μακαριστού π. Αντωνίου Αλεβιζόπουλου, παρατηρεί:

«" Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στον Θεό. Πίστευε ό,τι θέλεις, μόνο μην είσαι μονόδρομος". Αυτή είναι μία διαφορετική διατύπωση του προαναφερθέντος Θεοσοφικού-νεοεποχίτικου δόγματος. Αυτός είναι ο λεγόμενος δογματικός πλουραλισμός. Υπογραμμίζουμε την πρώτη λέξη· τη λέξη δογματικός. Αυτό σημαίνει ότι σημαντικό δεν είναι ο πλουραλισμός, δηλαδή η συνύπαρξη διαφορετικών δογμάτων και πίστεων, όσο το ότι ο πλουραλισμός ανάγεται σε δόγμα. Όποιος αμφισβητήσει αυτό το δόγμα χαρακτηρίζεται φανατικός και εξοβελίζεται!»[vii] .

«Ο δογματικός πλουραλισμός συνδέεται άμεσα με την βασική θεωρία της Νέας Εποχής, η οποία έντονα προπαγανδίζεται, ότι δεν υπάρχουν όρια (βλ. και στη διαφήμιση βασικό μήνυμα no limits· δεν υπάρχουν όρια, δεν υπάρχουν σύνορα). Έτσι το καλό και το κακό για τους κήρυκες της Νέας Εποχής είναι απλώς δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Πρόκειται για την θεωρία του γίν και γιάνγκ στις ανατολικές θρησκείες. Ο δογματικός πλουραλισμός συνδέεται επίσης με μία άλλη θεμελιώδη παραδοχή πολλών ομάδων της Νέας Εποχής, που είναι ο υποκειμενισμός. " Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε". Η ανωτέρω ρήση επεκτεινομένη μας οδηγεί στο βασικό δόγμα του νεοσατανισμού "Κάνε ό,τι θέλεις· αυτός είναι όλος ο νόμος"»[viii].

«Η αναγνώριση και των άλλων θρησκειών ως οδών σωτηρίας έχει ως αποτέλεσμα την ουσιαστική κατάργηση του κηρύγματος της μετανοίας, εφ' όσον συνυπάρχουν αρμονικά αλήθεια και πλάνη. Αυτό έχει με τη σειρά του ως αποτέλεσμα την ουσιαστική κατάργηση της ιεραποστολής, εφ' όσον πλέον αντί κηρύγματος τίθεται προ ημών η "μεγάλη ιδέα" της κοινής μαρτυρίας των θρησκειών με σκοπό, όπως λένε, την "υπηρεσία στον άνθρωπο"»[ix].

Είναι χαρακτηριστικά τα εδάφια που παραθέτουμε στο τέλος, στο Παράρτημα, από έργα της «μητέρας» του New Age, της Αλίκης Μπέηλυ, όπου φαίνεται καθαρώς - μεταξύ άλλων - η ταύτιση της αγάπης με τον συγκρητισμό και η ταύτιση της αληθείας με τον φανατισμό, γραμμή που προβάλλεται τώρα πλέον μαζικώς από τη Νέα Τάξη Πραγμάτων.


2. Η Καινή Διαθήκη περί αληθείας και αγάπης, συνοπτικώς.

Η τεχνητή, ψευδής αντιπαράθεση αληθείας και αγάπης, που εντέχνως εισήχθη από τη «Νέα Εποχή του Υδροχόου» ("New Aquarian Age") στην ανθρώπινη διανόηση, με την προβολή του δογματικού πλουραλισμού ως απαραίτητης προϋποθέσεως για την εξάλειψη των αντιθέσεων μεταξύ των ανθρώπων, μάχεται την εκκλησιαστική, χριστιανική διδασκαλία, την αποκεκαλυμμένη δηλαδή από τον Θεόν αλήθεια περί Θεού, ανθρώπου και κόσμου, σε καίριά της σημεία.

● Σκοπός της αληθείας η σωτηρία του πλησίον.

Σύμφωνα με τους αψευδείς λόγους του Κυρίου, η αλήθεια δεν είναι ένα σύστημα αφηρημένων θεωρητικών θεολογικών αληθειών, αλλά το ίδιο το Πρόσωπον του Κυρίου Ιησού Χριστού, ο Οποίος είπε: «Εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή»[x] και ο Οποίος ως Θεός είναι και η ένσαρκος Αγάπη, διότι «ο Θεός αγάπη εστίν»[xi].

Σκοπός των Χριστού και των Χριστιανών είναι η αρπαγή των ανθρώπων από την αμαρτία και την πλάνη, δια του κηρύγματος της αληθείας· «ους δε εν φόβω σώζετε εκ του πυρός αρπάζοντες[xii]. Η εμμονή στην αλήθεια επαινείται από τον Χριστό: «Μη φοβού, αλλά λάλει και μη σιωπήσης διότι εγώ ειμι μετά σου, και ουδείς επιθήσεταί σοι του κακώσαί σε, διότι λαός εστί μοι πολύς εν τη πόλει ταύτη»[xiii] και ακόμη, κατά το παλαιοδιαθηκικό: «έως θανάτου αγώνισαι περί της αληθείας και Κύριος ο Θεός πολεμήσει υπέρ σου[xiv] · οι αληθείς δούλοι του Χριστού, λοιπόν, πολλές φορές λυπούν προσκαίρως για να συνεφέρουν και σώσουν αιωνίως· «Νυν χαίρω, ουχ ότι ελυπήθητε, αλλ' ελυπήθητε εις μετάνοιαν· ελυπήθητε γαρ κατά Θεόν, ίνα εν μηδενί ζημιωθήτε εξ ημών»[xv]. Ο ίδιος ο Χριστός μας καθιστά γνωστόν, ότι όσους αγαπά, τους ελέγχει και τους διαπαιδαγωγεί με σκοπό την απόκτηση ζήλου και μετανοίας· «Εγώ όσους εάν φιλώ, ελέγχω και παιδεύω· ζήλευε ουν και μετανόησον»[xvi].

Έχουμε ήδη εξηγήσει σε προηγουμένη ενότητα της «Μαθητείας στο εκκλησιαστικό παρελθόν» πως η παραμικρή αλλοίωση της Πίστεως (η αίρεση) βλάπτει την σωτηρία του ανθρώπου· γι΄ αυτό ο Απόστολος Παύλος παραγγέλλει να αποκόπτεται από την Εκκλησία όποιος αλλοιώνει το εξ αρχής αποστολικό κήρυγμα, δηλαδή την αλήθεια («μεταστρέψαι το ευαγγέλιον του Χριστού») ακόμη και αν ήταν - καθ' υπόθεσιν - Άγγελος· «Αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ' ό ευηγγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω»[xvii].


● Η αλήθεια ως κοινή Πίστη είναι παράγων συνδετικός των πιστών.

Σε πολλά σημεία της Καινής Διαθήκης, προβάλλεται από το Άγιον Πνεύμα η παράλληλη πορεία αληθείας και αγάπης· διότι τελικώς η αλήθεια είναι η πορεία προς τον Θεό, δια της αμωμήτου Ορθοδόξου Εκκλησίας, του μόνου Σώματος του Χριστού, το Οποίον - καθότι Σώμα Χριστού δεν μερίζεται[xviii] - αλλά χαρακτηρίζεται από μία Πίστη και ένα Βάπτισμα: « [...] τηρείν την ενότητα του Πνεύματος εν τω συνδέσμω της ειρήνης. Εν σώμα και εν Πνεύμα [...] εις Κύριος, μία Πίστις, εν Βάπτισμα»[xix] · το Σώμα του Χριστού συνάπτει «εις εν» τους πιστούς: «Ότι εις άρτος, εν σώμα οι πολλοί εσμεν· οι γαρ πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν»[xx] οι οποίοι καταρτίζονται με το ίδιον φρόνημα, «ίνα το αυτό λέγητε πάντες, και μη η εν υμίν σχίσματα, ήτε δε κατηρτισμένοι εν τω αυτώ νοΐ και τη αυτή γνώμη»[xxi].

Επειδή λοιπόν η αλήθεια ταυτίζεται με τον Χριστό, ο τρόπος οικειώσεώς μας με Αυτόν, εντός του Σώματός Του, της Εκκλησίας, προϋποθέτει ότι ο καταρτισμός μας γίνεται, όπως λέχθηκε ανωτέρω, «εν τω αυτώ νοΐ και τη αυτή γνώμη», είναι δηλαδή απαραίτητη η εν Χριστώ οικοδόμηση της ενότητός μας με τους συνανθρώπους μας, εν τω «νω του Χριστού» δια του Αγίου Πνεύματος και συνεπώς είναι απαραίτητη, ως συνεκτικός δεσμός, η από κοινού διατήρηση και βίωση της αληθούς Πίστεως στον Χριστό.


● Η αγάπη και η αλήθεια παράλληλα χαρίσματα.

Κατά ταύτα ο Απόστολος Παύλος παραγγέλλει στους πιστούς να αυξάνουν πνευματικώς εν Χριστώ «αληθεύοντες εν αγάπη»[xxii], ενώ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο κήρυξ της αγάπης, χαίρει πρωτίστως, «έχει μειζοτέραν χαράν», διότι οι Πιστοί «περιπατούν εν αληθεία»[xxiii] χάρις στην οποία αλήθεια και ο ίδιος ο Θεολόγος και «πάντες οι εγνωκότες την αλήθειαν» αγαπούν τους αδελφούς «εν αληθεία»[xxiv] · καλεί επίσης τους Χριστιανούς να είναι «εν αληθεία και αγάπη»[xxv] και να αγαπούν «εν έργω και αληθεία»[xxvi]. Χωρίς την αλήθεια, ο άνθρωπος δεν πιστεύει ορθώς στο Θεό και δεν ζη ορθώς, διότι δεν γνωρίζει τον τρόπο της σωτηρίας· «Πώς ουν επικαλέσονται εις ον ουκ επίστευσαν; πώς δε πιστεύσουσιν ου ουκ ήκουσαν; πως δε ακούσουσι χωρίς κηρύσσοντος;»[xxvii]. Οι άγιοι Απόστολοι προειδοποιούν δια τούτο, ότι η τήρηση και των ελαχίστων εντολών είναι απαραίτητη· «Όστις γαρ όλον τον νόμον τηρήση πταίση δε εν ενί, γέγονε πάντων ένοχος»[xxviii], ο δε Κριτής θα τιμωρήσει όσους διαστρεβλώνουν τον λόγο Του και θα τους αποστερήσει από το Ξύλον της Ζωής[xxix].


● Την αλήθεια πάντοτε και αναποφεύκτως θα την πολεμεί το κακό.

Η είσοδος της Αληθείας, του Χριστού, στον κόσμο προκαλεί οπωσδήποτε την αντιπαράθεση του κακού, μέσω των δυνάμεων της πονηρίας και των υποτεταγμένων στο κακό ανθρώπων, οι οποίοι αφού εδίωξαν τον Θεάνθρωπο, οπωσδήποτε θα υποβάλουν σε διωγμό και τους μαθητές του Χριστού Χριστια-νους· «ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσι»[xxx]. Είναι λοιπόν αναπόφευκτη η αντίδραση κατά του φωτός της αληθείας του Θεανθρώπου Χριστού, όχι λόγω των ιδιοτήτων της ίδιας της αληθείας, αλλά λόγω της αγάπης πολλών προς το σκότος της αμαρτίας· «ηγάπησαν μάλλον το σκότος ή το φως, ην γαρ πονηρά αυτών τα έργα»[xxxi] και έτσι αναποφεύκτως το κήρυγμα του Θεανθρώπου θα προκαλέσει μάχη εκ μέρους των εχθρών της αληθείας· «Δοκείτε ότι ειρήνην παρεγενόμην δούναι εν τη γη; ουχί, λέγω υμίν, αλλ΄ ή διαμερισμόν. Έσονται γαρ από του νυν πέντε εν οίκω ενί διαμεμερισμένοι, τρεις επί δυσί και δύο επί τρισί»[xxxii].

Η μάχη λοιπόν που προκαλείται πολλές φορές όχι μόνον εντός της ανθρωπίνης ψυχής εναντίον της προόδου της αληθείας, αλλά και από το περιβάλλον της, προέρχεται από την αντίδραση του ποικίλου κακού. Για την πραγματικότητα αυτή μας προειδοποίησε ο Χριστός, ότι δηλαδή οι άνθρωποι μισούν το φως για να μη ελεγχθούν τα σκοτεινά έργα τους: «Πας γαρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φως και ουκ έρχεται προς το φως, ίνα μη ελεγχθή τα έργα αυτού»[xxxiii] · επίσης και η αρχαία ανθρώπινη σοφία την αποτύπωσε δια στόματος του Λατίνου ποιητού Τερεντίου, τον 2ο π.Χ. αι. στο απόφθεγμα «η αλήθεια γεννά το μίσος» ("Veritas odium parit")[xxxiv].

Ο Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος αναφέρει σχετικώς: «Όπως ένας γενναίος νεανίας βαστάζει τις πληγές που του επιφέρουν και την πάλη, και ανταποδίδει τα κτυπήματα, έτσι και οι Χριστιανοί οφείλουν να υπομένουν τις έξωθεν θλίψεις και τους ένδοθεν πολέμους, ώστε λαμβάνοντας κτυπήματα να σωθούν δια της υπομονής. Διότι η οδός του Χριστιανισμού έτσι είναι. Δηλαδή όπου είναι το Πνεύμα το Άγιον, εκεί επακολουθεί, σαν σκιά, ο διωγμός και η πάλη. Βλέπεις τους Προφήτες πως διώκονταν από τους ομοφύλους τους τελείως, στους οποίους όμως ενεργούσε το Πνεύμα [...] Δια τούτο δεν πρέπει να παραξενεύονται, αλλά αναπόφευκτα η αλήθεια διώκεται»[xxxv].

Ο άγιος Μέγας Φώτιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, στο έργο του Μυριόβιβλος ή Βιβλιοθήκη παρουσιάζοντας ένα βιβλίο με τους λόγους του Μοναχού Ιωβίου, αναφέρεται στην ειρήνη του Θεού και ερμηνεύει βάσει της Παραδόσεως της εκκλησιαστικής αληθείας, ότι η ειρήνη αυτή δεν είναι εκ του κόσμου «"Η ειρήνη, λέει, του Θεού η υπερέχουσα πάντα νουν[xxxvi], φρουρήσει τας καρδίας υμών" και "Δικαιωθέντες εκ πίστεως ειρήνην έχομεν τα προς τον Θεόν δια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι' ου και την προσαγωγήν εσχήκαμεν" [xxxvii]. Δεν πρέπει εδώ να εννοεί κανείς την ειρήνη από πολέμους ή την προς αλλήλους, αλλά, όπως είναι φανερό, την καθενός προς τον εαυτό του και μέσω αυτής προς τον δωρεοδότη αυτής και χορηγό της σωτηρίας μας, η οποία φρουρεί τις καρδιές μας και υπερέχει από κάθε νού, την οποίαν ο κόσμος δεν μπορεί να δώσει. Γι' αυτό δεν αντιφάσκει προς το "Ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην αλλά μάχαιραν" [xxxviii]. Διότι εννοεί "την κοσμική ειρήνη δεν ήλθα για να βάλω"· και πάλι· "Έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων" [xxxix] και πολλά τέτοια· διότι η εγγύτητα των ευσεβών προς τον Θεό έσπρωχνε τους ασεβείς ως κύμα σε μίσος και φθόνο και φόνο. Ήλθε λοιπόν ο Σωτήρ να βάλει ειρήνη, η οποία τα του σώματος τα κάνει να συμφωνούν με την ψυχή, και υποτάσσει το χειρότερο [το σώμα] στις αποφάσεις του καλύτερου [της ψυχής]. Και την έδωσε αυτή [την ειρήνη] ενώνοντας τη στασιαστική μας φύση με την ειρήναρχη θεότητα» [xl].


3. Η εξωτερική ειρήνη προϋποθέτει την εσωτερική ειρήνη, και η εσωτερική ειρήνη προϋποθέτει τα ευσεβή δόγματα.

Η ειρήνη του Χριστού, λοιπόν, συμφώνως προς τα ανωτέρω, είναι ενέργεια ειρηνοποιός της ψυχής και εχθρική προς τα πάθη και την αμαρτία εντός μας, και όχι κάποια εξωτερική επιβεβλημένη ειρήνη. Εννοείται, βεβαίως, ότι η εσωτερική αυτή ειρήνη είναι η δημιουργός και της διαπροσωπικής ειρήνης μεταξύ των ανθρώπων και κάθε καλού, εφ' όσον τα πάθη των ανθρώπων δημιουργούν τις μεταξύ τους διενέξεις κατά την Αγία Γραφή: «Πόθεν πόλεμοι και μάχαι εν υμίν; Ουκ εντεύθεν, εκ των ηδονών ημών των στρατευομένων εν τοις μέλεσιν υμών; Επιθυμείτε, και ουκ έχετε· φονεύετε και ζηλούτε, και ου δύνασθε επιτυχείν· μάχεσθε και πολεμείτε, και ουκ έχετε, δια το μη αιτείσθαι υμάς»[xli]. Αντιθέτως, η παρουσία του Αγίου Πνεύματος φέρει την ειρήνη στις σχέσεις των ανθρώπων· «Έχετε εν εαυτοίς άλας και ειρηνεύετε εν αλλήλοις»[xlii]. Η ερμηνεία του χωρίου αυτού, επισημαίνει[xliii] ότι: «Άλας ουράνιο είναι και ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός [...] νομίζω δε ότι επακολουθεί σε αυτόν που έχει μέσα του το άλας το να ειρηνεύει μέσα του· διότι υπάρχει μέσα του η ειρήνη του Θεού που υπερέχει πάντα νού, η οποία φρουρεί την καρδία του και τα νοήματά του εν Χριστώ Ιησού· ένας τέτοιος άνθρωπος όσον εξαρτάται απ' αυτόν θα ειρηνεύει με όλους τους ανθρώπους, λέγοντας με θάρρος "με αυτούς που μισούσαν την ειρήνη ήμουν ειρηνικός"[xliv]».

Οι Άγιοι Πατέρες τονίζουν ότι η εσωτερική ειρήνη είναι γενικώς το θεμέλιο κάθε αρετής. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «διότι αφ' ότου αφαιρέσει τούτο το άσχημο κάλυμμα, τότε, καθώς η ψυχή δεν διασπάται με αγένεια σε ποικίλες σχέσεις, προχωρεί αταράχως στα ενδότερα των πραγματικών δωματίων και προσεύχεται στον "εν τω κρυπτώ" Πατέρα. Ο Οποίος σε αυτόν πρώτα χορηγεί το δώρο που είναι επιδεκτικό όλων των άλλων χαρισμάτων, την ειρήνην των λογισμών, μετά από την οποίαν τελειοποιεί την ταπείνωση, η οποία είναι γεννήτρια και συνοχεύς κάθε αρετής»[xlv]. Παρομοίως και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στον «Αόρατο Πόλεμο» σε πολλά κεφάλαια επισημαίνει τη βασική θέση της ψυχικής ειρήνης στην οικοδόμηση των αρετών της ψυχής, λέγοντας π.χ. ότι «Εσύ, έχε φροντίδα (ως ερρέθη) να μην αφήσης ποτέ να συγχυσθή η καρδία σου, ούτε να ανακατωθή εις κάθε πράγμα, οπού την ενοχλεί· αλλά να κοπιάζης πάντοτε δια να την κρατής ειρηνικήν και αναπαυμένην. Και ο Θεός, οπού σε βλέπει πως κάμνεις έτσι και αγωνίζεσαι, θέλει οικοδομήσει με την χάριν του εις την ψυχήν σου μίαν πόλιν ειρήνης· και η καρδία σου θέλει είναι οίκος τρυφής»[xlvi]. στην πραγματεία του προς την Μοναχή Ξένη γράφει·

Ο Μέγας Βασίλειος διευκρινίζει[xlvii] ότι η αληθής ειρήνη στην ψυχή έρχεται, μεταξύ άλλων προϋποθέσεων βέβαια, και χάρις στα ευσεβή δόγματα: «Διότι η αληθής ειρήνη υπάρχει άνω· επειδή όσο καιρό συνδεόμαστε με τη σάρκα, συζευγνύμαστε και με πολλά που μας εκταράσσουν. Ζήτησον λοιπόν ειρήνη, απόλυση από τους θορύβους του κόσμου τούτου· απόκτησε νού γαλήνιο, κατάσταση της ψυχής ακύμαντη και ατάραχη, που ούτε από πάθη σαλεύεται, ούτε σε ψευδή δόγματα έλκεται να συγκατατεθή - τα οποία την προκαλούν με ευλογοφάνεια - για να αποκτήσεις την ειρήνη του Θεού, η οποία "υπερέχει πάντα νουν" [xlviii], να φρουρεί την καρδία σου. Αυτός που ζητεί την ειρήνη, αναζητεί τον Χριστό, διότι Αυτός είναι η ειρήνη, ο Οποίος "έκτισε τους δύο εις ένα καινόν άνθρωπον, ποιών ειρήνην[xlix], και ειρηνοποιήσας δια του αίματος του Σταυρού Αυτού, είτε τα εν ουρανοίς, είτε τα επί της γης"[l]».


4. Είναι προτιμότερος ο επαινετός πόλεμος για την αλήθεια της Πίστεως, από τη συνθηκολόγηση με την αίρεση

Η θεοσέβεια, κατά τα ανωτέρω, η τήρηση της Ορθοδοξίας των δογμάτων ως της ορθής προς Θεόν Πίστεως, είναι προϋπόθεση της σωτηριώδους ειρήνης της ψυχής, επειδή οι μη ευσεβείς στερούνται χαράς (και ειρήνης), διότι «ουκ έστι χαίρειν τοις ασεβέσι»[li] , γι΄ αυτό οι Άγιοι Πατέρες, όταν αντιλαμβάνονταν ότι η αλήθεια κινδυνεύει να προδοθεί χάριν μιας επίπλαστης εξωτερικής ειρήνης, ως συνθηκολογήσεως με τις δυνάμεις της πλάνης, με αποτέλεσμα τη βλάβη των δογμάτων της ευσεβείας, προέκριναν την ανυποχώρητη (και όχι βέβαια βίαιη) αντίσταση κατά του κινδύνου που απειλεί την αλήθεια, λέγοντας, ότι είναι προτιμότερος ο επαινετός (και όχι ο μεμπτός) πόλεμος από την εξωτερική και επίπλαστη ειρήνη που χωρίζει από τον Θεό. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επισημαίνει· «Όχι για να φέρεσθε προς όλους με την ίδια αγάπη· διότι αυτό δεν είναι χαρακτηριστικό αγάπης, αλλά ψυχρότητος. Τι σημαίνει, λοιπόν, "εν επιγνώσει"; Δηλαδή, με κρίση και σκέψη, με αίσθηση. Διότι είναι κάποιοι που αγαπούν παραλόγως, απλώς και ως έτυχε [...] υπάρχει φόβος μήπως κάποιος παραφθαρεί από την αγάπη των αιρετικών [...] για να μη παραδεχθείτε κανένα νόθο δόγμα με το πρόσχημα της αγάπης»[lii].

Για τον πόλεμο αυτό το Άγιον Πνεύμα κάνει μαχητικό, «οπλίζει», τον πράο άνθρωπο για να δύναται να «πολεμεί»καλώς, όπως λέγει χαρακτηριστικώς ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος· «κρείσσων επαινετός πόλεμος ειρήνης χωριζούσης Θεού· και δια τούτο τον πραΰν μαχητήν οπλίζει το Πνεύμα, ως καλώς πολεμείν δυνάμενον»[liii]. Και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, μολονότι -καθώς προανεφέραμε- θεωρεί ότι ακόμη και η αγάπη προς τον πλησίον πρέπει να φθάνει μόνον μέχρι εκεί που βλάπτεται η ειρήνη της καρδίας, ωστόσο εξαιρεί από αυτό το όριο τα θέματα της Πίστεως· γράφει: «Συλλογίσου πως δεν πρέπει να έχης τόσην πολλήν θερμότητα και ζήλον της ψυχής εις τρόπον οπού δι' αυτόν να υστερήσαι την ησυχίαν και την ειρήνην της καρδίας [...] Εάν όμως ο λόγος και η υπόθεσις είναι περί πίστεως και των παραδόσεων της Εκκλησίας μας, τότε και ο πλέον ειρηνικός και ήσυχος πρέπει να πολεμή υπέρ αυτών, πλήν όχι με ταραχήν της καρδίας, αλλά με ένα θυμόν ανδρείον και σταθερόν, κατ΄ εκείνο του Ιωήλ "εκεί ο πραΰς έστω μαχητής" (Ιωήλ δ΄ 11)»[liv].

5. Οι Άγιοι Πατέρες περί της σχέσεως αγάπης και θεοσεβείας

Στην ιερά υμνογραφία, τονίζεται η αλληλένδετος σχέση των θεϊκών δωρεών της αγάπης και της αληθείας (ως Ορθοδοξίας)· σε ύμνους της Παρακλητικής (της Οκτωήχου), αναφέρονται λ.χ. τα εξής· «Μοιράζεις Άγγελον της ειρήνης, Παντοκράτορ, που περιφρουρεί την ποίμνη Σου, διότι Εσύ είσαι αίτιος της ειρήνης και της αγάπης, και ο οποίος διαφυλάττει την έμφρονη Πίστη, και με τη δύναμή Σου καταλύει τις αιρέσεις»[lv]· αλλού, μεταφορικώς, με βάση τον τρισύνθετο, τριμερή Σταυρό του Χριστού («εκ πεύκης και κέδρου και κυπαρίσσου»), υπενθυμίζεται στους πιστούς η «τρίπλοκος» σειρά των αρετών ευσεβείας, πίστης και αγάπης: «Ας προσκυνήσουμε τον θείον Σταυρόν, περιφέροντας την ευσέβεια ως κέδρο, ως κυπάρισσο την πίστη και ως πεύκη την αγάπη»[lvi].

Ο εκκλησιαστικός συγγραφεύς Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (ca 150 - ca 215 μ.Χ.), πολυγραφότατος και περιώνυμος συγγραφεύς, ιδρυτής και διδάσκαλος ιδιαιτέρας φιλοσοφικοθεολογικής Σχολής της Αλεξανδρείας, ταυτίζει την αγάπη με την ευσέβεια: εάν ο Θεός είναι αγάπη, κατά τον Κλήμεντα, τότε και ο σεβασμός προς Αυτόν είναι αγάπη: «"τεκνία, να μη αγαπάμε με τα λόγια ούτε με τη γλώσσα", λέγει ο Ιωάννης, διδάσκοντάς μας να είμαστε τέλειοι, "αλλά με τα έργα και την αλήθεια. Έτσι θα γνωρίσουμε ότι είμαστε από την αλήθεια". Αν όμως είναι αγάπη ο Θεός, είναι αγάπη και η θεοσέβεια»[lvii].

Είναι φανερό, λοιπόν, ότι η αγάπη φέρει μέσα της ως προϋπόθεση την αλήθεια, τη θεοσέβεια, ως γράφει παραπάνω ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, η δε αλήθεια αποσκοπεί στην αγάπη, δηλαδή στην αιώνιο ζωή, τον Χριστόν και Θεόν. Δεν είναι συνεπώς η θεοσέβεια, η δογματική αλήθεια της Πίστεως, αντίθετη προς την αγάπη, αλλά ταυτίζονται.

Ο μέγας εν Μονασταίς άγιος Αββάς Δωρόθεος της Γάζης (ca 500-555 μ.X.) οι ασκητικές διατυπώσεις του οποίου αποτελούν απαραίτητο και ωφελιμώτατο ανάγνωσμα των Μοναχών, ιδίως των αρχαρίων, περιγράφει τη διττή αγάπη, δηλ. προς τον Θεό και τον άνθρωπο, με εικόνα πολύ όμορφη: «Και σάς λέγω παράδειγμα από τους Πατέρες για να εννοήσετε την δύναμη του λόγου. Υποθέστε ότι υπάρχει ένας κύκλος στη γη· λ.χ. μία στρογγυλή χαρακιά από το κέντρο του διαβήτη. Κέντρο λέγεται εκεί ειδικώς το εσωτερικόν του κύκλου έως το κέντρο. Βάλτε το νού σας σε αυτό που λέγεται. Αυτός ο κύκλος εννοείστε ότι είναι ο κόσμος, και το κέντρο του κύκλου ο Θεός, και οι ευθείες του κύκλου προς το κέντρο είναι οι δρόμοι, δηλαδή οι τρόποι ζωής των ανθρώπων. Στο βαθμό, λοιπόν, που οι άγιοι εισέρχονται προς τα μέσα επιποθώντας να προσεγγίσουν τον Θεό, κατά την αναλογία της εισόδου έρχονται πλησίον του Θεού και μεταξύ των· και όσο πλησιάζουν τον Θεό, πλησιάζουν αλλήλους, και όσο πλησιάζουν αλλήλους, πλησιάζουν τον Θεό. Παρομοίως νοήσατε και τον χωρισμό. Δηλαδή όταν απομακρύνονται από τον Θεό, και στρέφωνται προς τα έξω, είναι φανερόν ότι όσο εξέρχονται και απομακρύνουν τον εαυτό τους από τον Θεό, τόσο απομακρύνονται από αλλήλους, και όσο απομακρύνονται από αλλήλους, τόσο απομακρύνονται από τον Θεό. Ορίστε, αυτή είναι η φύση της αγάπης. Καθ' όσον είμαστε έξω και δεν αγαπάμε τον Θεό, κατά τόσο έχουμε και διάσταση καθένας προς τον πλησίον· εάν όμως αγαπήσουμε τον Θεό, όσο προσεγγίζουμε τον Θεό με την προς αυτόν αγάπη, τόσο ενωνόμαστε με την αγάπη του πλησίον, και όσο ενωνόμαστε με τον πλησίον, τόσο ενωνόμαστε με τον Θεό»[lviii].

Λοιπόν, κατά τον άγιο Αββά Δωρόθεο, στο βαθμό που προσεγγίζεται αληθώς ο Θεός από τον άνθρωπο αυξάνει και η (αληθής) αγάπη των ανθρώπων μεταξύ τους.

Βάσει τούτου, ευκόλως συνάγεται το συμπέρασμα, ότι αν βλαφθεί η εγγύτητα του ανθρώπου προς τον Θεό, διακόπτεται η μετάδοση του χαρίσματος της αγάπης από την Πηγή της Αγάπης, και συνεπώς και η διανθρώπινη αγάπη βλάπτεται.

Ο Άγιος Λέων Α΄ Πάπας Ρώμης, ο Μέγας (440-461 μ.Χ.), έσχε τεραστία συνεισφορά στην επικράτηση του ορθοδόξου δόγματος στην αντιπαράθεση της Εκκλησίας προς τους αιρετικούς μονοφυσίτες, οπαδούς του Αρχιμανδρίτου Ευτυχούς (βλ. περισσότερα ιστορικά περί του «Τόμου του Λέοντος»). Κατά τη διάρκεια των θεολογικών εκείνων διεργασιών οι οποίες οδήγησαν τελικώς στην νίκη της Ορθοδοξίας στη Σύνοδο της Χαλκηδόνος (451 μ.Χ.) και με αφορμή επιστολή προς αυτόν του αιρετικού Αρχιμανδρίτη Ευτυχούς, μετά την Ενδημούσα Σύνοδο της ΚΠόλεως (448 μ.Χ.), όπου καταδικάσθηκε η διδασκαλία του Ευτυχούς, ο Άγιος Λέων απέστειλε επιστολή προς τον Άγιον Φλαβιανόν, Πατριάρχην ΚΠόλεως (446-449 μ.Χ.), ζητώντας εξηγήσεις περί του νέου θεολογικού θέματος. Σε μία από αυτές, όταν είχε προ ολίγου μόλις εμφανισθή η νέα αίρεση, έγραψε προς τον Άγιον Φλαβιανόν τα εξής, τα οποία μας είναι ενδεικτικά για την μέριμνα της Εκκλησίας υπέρ της διαφυλάξεως τόσον της αληθείας, όσον και της αγάπης.

«... και δια τούτο η αδελφική σου ιδιότητα, με κάποιον άνθρωπο επιτήδειο και αρμόδιο και με πληρέστατη αναφορά, να Μας γνωστοποιήσει ποια καινοτομία κατά της αρχαίας πίστεως ανέκυψε, που θεωρήθηκε επάξια να αντιμετωπισθεί με αυστηρή απόφαση. Διότι και η εκκλησιαστική διοίκηση και του θεοφιλεστάτου Βασιλέως η πίστη, μας έδωσε πολλή μέριμνα για την ειρήνη των Χριστιανών, ώστε αφού αφαιρεθούν οι διχόνοιες, να διαφυλαχθή αμόλυντος η καθολική πίστη και εκείνοι οι οποίοι υπερασπίζονται τα φαύλα, των οποίων η πίστη θα δοκιμασθεί, να οχυρωθούν, αφού ανακληθούν από την πλάνη, μέσω της αυθεντίας Σου· και να μη προσαχθεί καμμία δυσχέρεια από του μέρους αυτού, εφόσον ο προαναφερθείς Πρεσβύτερος, στην ιδική του διακήρυξη ομολόγησε ότι είναι έτοιμος να διορθωθεί, αν τυχόν ευρεθεί σ' αυτόν κάτι άξιο μέμψεως. Διότι πρέπει αναφορικώς με τις καταγγελίες αυτές να φροντίζει κανείς πολύ περισσότερο για τούτο, δηλαδή δίχως θόρυβο και φιλονεικία και η αγάπη να διαφυλάττεται και η αλήθεια να υπερασπίζεται, τιμιώτατε αδελφέ»[lix].

6. Η παρεμπόδιση της αιρετικής δραστηριότητος είναι έργο αγάπης, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή

Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (580-662 μ.Χ.), η τεραστίας σημασίας μορφή αυτή της αγιότητος, της Εκκλησιαστικής Ιστορίας και της Θεολογίας, σε κείμενό του αναφέρεται στη δέουσα εκ της Πολιτείας αντιμετώπιση της προσηλυτιστικής δραστηριότητος αιρετικών σευηριανών (δηλ. μετριοπαθών μονοφυσιτών)· σε αυτό επισημαίνει ακριβώς ποια είναι τα αισθήματα αγάπης που πρέπει να διακατέχουν τους πιστούς έναντι των αιρετικών, αλλά και ποια είναι η σημασία της ιδιαίτερης προσοχής και των περιορισμών που επιβάλλονται από την Εκκλησία στην επικοινωνία των πιστών με τους αιρετικούς και την έναντι των αιρετικών φιλανθρωπία· μόνος γνώμων είναι εκ μέρους αφ' ενός των ίδιων των πιστών, και κυρίως των πιο απλοϊκών, αφ' ετέρου δε και των αιρετικών η συνειδητοποίηση της χαώδους και καταστροφικής αλλοτριώσεως των αιρετικών κοινοτήτων από την αλήθεια της Ορθοδόξου Εκκλησίας, από τον Ίδιον τον Χριστό:

«Δεν πρέπει λοιπόν τους αιρετικούς με κανένα τρόπο να τους βοηθούμε, ως αιρετικούς, ακόμη κι αν είχε επιτραπή σε όλους να κάνουν αφόβως τα πάντα· τόσο για τις προαναφερθείσες αιτίες, ώστε να μη προσκρούσουμε στο Θεό, δίχως να το συνειδητοποιήσουμε· και επειδή δεν είναι καλό να τους δίνουμε την ελευθερία να περιφέρονται πανηγυρικά με το ψεύδος τους και να ξεσηκώνονται εναντίον της ευσεβείας· ώστε να μη μπορέσουν να σαλεύσουν από την ασφαλή βάση της Πίστεως κάποιους από τους αφελεστέρους με το δάγκωμα της απάτης, ωσάν τα φίδια, εμφανιζόμενοι μέσα από εμάς· και ευρεθούμε και εμείς, όπως δεν θέλουμε, να συμμετέχουμε στην τιμωρία που κρέμεται πάνω τους για αυτό. [.....]

Αυτά δεν τα γράφω, θέλοντας να θλίβονται οι αιρετικοί, ούτε χαίροντας για την κάκωσή τους - μη γένοιτο - αλλά περισσότερο χαίροντας και συναγαλλόμενος με την επιστροφή τους. Διότι τι είναι πιο τερπνό στους πιστούς, από το να βλέπουν τα τέκνα του Θεού τα διασκορπισμένα, να συνάγονται «εις εν»; Ούτε πάλιν παραινώντας να προτιμάτε τη σκληρότητα από τη φιλανθρωπία - να μη τρελαθώ τόσο! - αλλά παρακαλώντας με προσοχή και δοκιμασία να κάνετε και να ενεργείτε τα καλά σε όλους τους ανθρώπους και να γίνεσθε «τα πάντα τοις πάσι», κατά τον τρόπο που καθένας έχει την ανάγκη σας. Όμως θέλω και εύχομαι να είστε παντελώς σκληροί και αμείλικτοι ως προς το να βοηθήσετε τους αιρετικούς, με αποτέλεσμα την υποστήριξη της φρενοβλαβούς δοξασίας τους. Διότι εγώ βεβαίως ορίζω ως μισανθρωπία και χωρισμό από τη θεία αγάπη το να δοκιμάζετε να δώσετε ισχύ στην πλάνη, προς περισσότερη φθορά εκείνων που έχουν καταληφθή από αυτήν»[lx] .

Σε άλλο κείμενό του, ο Άγιος Μάξιμος επισημαίνει ότι βάση της αγάπης είναι η Πίστη:

«Διότι η Πίστη είναι βάση όσων ακολουθούν μετά από αυτήν, εννοώ της ελπίδος και της αγάπης, διότι στηρίζει με βεβαιότητα την αλήθεια»[lxi].

Είναι καταφανές, ότι η μείωση της δογματικής αληθείας της Πίστεως, χάριν μιας επιφανειακής ειρήνης, είναι κατά τους Αγίους Πατέρες μισανθρωπία, εφ' όσον βοηθεί την μακράν της αληθείας απώλεια του (αιρετικού ή ετεροθρήσκου) πλησίον.


● Σχόλιο του οσίου Γέροντος Ιουστίνου Πόποβιτς επί των λόγων του Αγίου Μαξίμου

Τα δύο αυτά προαναφερθέντα κείμενα του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού χρησιμοποιούνται από τον άγιον Γέροντα Ιουστίνον Πόποβιτς († 1979), σε γενικώτερη διαπραγμάτευση του θέματος «Ανθρωπιστικός οικουμενισμός». Σε αυτήν ο Γέρων Ιουστίνος επισημαίνει (1) ότι ο «διάλογος της αγάπης» των οικουμενιστών κυριαρχείται από γυμνό συναισθηματισμό, (2) ότι η ουσία της αγάπης είναι η αλήθεια και αυτή είναι το πρόσωπο του Χριστού, (3) ότι «διάλογος της αγάπης» άνευ του διαλόγου της αληθείας είναι αφύσικος και ψευδής, (4) ότι ο χωρισμός της αγάπης από την αλήθεια είναι σημείο ελλείψεως πίστεως, πνευματικής θεανθρωπίνης ισορροπίας και ορθοφροσύνης, (5) ότι ο γυμνός ηθικιστικός μινιμαλισμός του Οικουμενισμού (δηλ. ο περιορισμός της Πίστεως μόνο σε κάποιο «ήθος») και ο ανθρωπιστικός ειρηνισμός του (δηλ. η μικράς προοπτικής επιδίωξη της ειρήνης με τα μέσα του ανθρωπισμού και όχι του Θεανθρωπισμού)(6) ότι το μέτρο της αγάπης των αγίων Πατέρων προς τους ανθρώπους έχει ολοτελώς θεανθρώπινο χαρακτήρα (και όχι ανθρώπινο). φανερώνουν κρίση μεν της πίστεως του Οικουμενισμού στην αλήθεια, αναισθησία δε ως προς την συνέχειά της· τέλος,

Ακολουθούν αποσπάσματα του κειμένου:

«Ο σύγχρονος "διάλογος της αγάπης", ο οποίος τελείται υπό την μορφήν γυμνού συναισθηματισμού, είναι εις την πραγματικότητα ολιγόπιστος άρνησις του σωτηριώδους αγιασμού του Πνεύματος και της πίστεως της Αληθείας (Β΄ Θεσ. 2, 13), δηλαδή της μοναδικής σωτηριώδους " αγάπης της αληθείας" (αυτόθι 2, 10). Η ουσία της αγάπης είναι η αλήθεια· η αγάπη ζη και υπάρχει αληθεύουσα. Η αλήθεια είναι η καρδία εκάστης θεανθρωπίνης αρετής, επομένως και της αγάπης. Και εκάστη εξ αυτών κηρύττει και ευαγγελίζεται τον Θεάνθρωπον Κύριον Ιησούν ως τον μόνον ο οποίος είναι η σάρκωσις και η εικών της Θείας Αληθείας, δηλαδή της Παναληθείας [...] Η αλήθεια όμως είναι Πρόσωπον και μάλιστα το Πρόσωπον του Θεανθρώπου Χριστού, του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, και ως εκ τούτου είναι αθάνατος και μη πεπερασμένη, αιωνία [...] Εν Χριστώ οι άνθρωποι ζώμεν " αληθεύοντες εν αγάπη", διότι μόνον ούτω δυνάμεθα να "αυξήσωμεν εις Αυτόν τα πάντα, ος εστίν η κεφαλή, ο Χριστός" (Εφ. 4, 15) Τούτο πραγματοποιείται πάντοτε "συν πάσι τοις αγίοις" (Εφ. 3, 18), πάντοτε εν τη Εκκλησία και δια της Εκκλησίας, διότι άλλως δεν δύναται ο άνθρωπος να αυξάνη εις Εκείνον, "ος εστιν η κεφαλή" του σώματος της Εκκλησίας, δηλαδή εις τον Χριστόν».

«Ας μη απατώμεθα. Υπάρχει και ο "διάλογος του ψεύδους", όταν οι διαλεγόμενοι συνειδητώς ή ασυνειδήτως ψεύδονται ο εις εις τον άλλον. Τοιούτος διάλογος είναι οικείος εις τον "πατέρα του ψέυδους", τον Διάβολον, "ότι ψεύστης εστί και ο πατήρ αυτού" (Ιω. 8, 44). Οικείος είναι και εις όλους τους εκουσίους ή ακουσίους συνεργάτας του, όταν αυτοί θελήσουν να πραγματοποιήσουν το καλόν των δια του κακού, να φθάσουν εις την "αλήθειάν" των με την βοήθειαν του ψεύδους. Δεν υπάρχει "διάλογος της αγάπης" άνευ του διαλόγου της αληθείας. Άλλως τοιούτος διάλογος είναι αφύσικος και ψευδής. Όθεν και η εντολή του Αποστόλου ζητεί να είναι "η αγάπη ανυπόκριτος" (Ρωμ. 12, 9)».

«Ο αιρετικο-ουμανιστικός χωρισμός και η διαίρεσις της αγάπης και της αληθείας είναι σημείον ελλείψεως της θεανθρωπίνης πίστεως και της απολεσθείσης πνευματικής ισορροπίας και ορθροφροσύνης. Εν πάση περιπτώσει τούτο δεν ήτο ποτέ ούτε είναι η οδός των Πατέρων. Οι Ορθόδοξοι μόνον ερριζωμένοι και τεθεμελιωμένοι «συν πάσι τοις αγίοις» εν τη αληθεία και τη αγάπη έχουν και αναγγέλλουν, από της εποχής των Αποστόλων έως σήμερον, αυτήν την θεανθρωπίνην σωτηριώδη αγάπην προς τον κόσμον και προς όλα τα κτίσματα του Θεού. Ο γυμνός ηθικιστικός μινιμαλισμός και ο ανθρωπιστικός ειρηνισμός του συγχρόνου Οικουμενισμού πράττουν μόνον εν πράγμα: φέρουν εις φως τας φυματικάς ουμανιστικάς ρίζας των, δηλαδή την αρρωστημένην φιλοσοφίαν των και την κατ΄ άνθρωπον, «κατά την παράδοσιν των ανθρώπων» (Κολ. 2, 8), ανίσχυρον ηθικήν των. Φανερώνουν επί πλέον την κρίσιν της ανθρωπιστικής πίστεώς των εις την αλήθειαν και την δοκητιστικήν αναισθησίαν των δια την ιστορίαν της Εκκλησίας, δηλαδή δια την αποστολικήν και καθολικήν συνέχειάν της, εν τη αληθεία και τη χάριτι. Ο δε αποστολικός αγιοπατερικός θεονούς και η ορθροφροσύνη ευγγελίζονται δια του στόματος του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού την εξής αλήθειαν της πίστεως: "Η γαρ πίστις βάσις εστί των μετ΄ αυτήν, ελπίδος λέγω και αγάπης, βεβαίως το αληθές υφεστώσα"».

«Δεν υπάρχει ουδεμία αμφιβολία ότι το αγιοπατερικόν μέτρον της αγάπης προς τους ανθρώπους και της σχέσεως προς τους αιρετικούς, από των Αποστόλων κληρονομηθέν, έχει ολοτελώς θεανθρώπινον χαρακτήρα. Τούτο εκφράζουν θεοπνεύστως οι εξής λόγοι του Αγίου: "Ου θέλων δε τους αιρετικούς θλίβεσθαι, ουδέ χαίρων τη κακώσει αυτών γράφω ταύτα ..."»[lxii]. κ.λπ., όπως έχει το παραπάνω κείμενο του Αγίου Μαξίμου.


7. Σύγχρονες μαρτυρίες περί της αληθείας και της αγάπης

Ο πολύ επιφανής Κληρικός και πολυμερής νομικός και θεολόγος μακαριστός Γέρων Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος († 1989), ο μεταξύ άλλων ειδήμων σε θέματα Κανονικού Δικαίου, αλλά και ερμηνευτικής, απολογητικής, και ιστορίας, κατηρτισμένος δε εν Χριστώ Πνευματικός οδηγός πολλών επιφανών Κληρικών, Μοναχών και Χριστιανών, σε επιστολή του του έτους 1969 προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα (1948 - 1972), σημειώνει ακριβώς τις αντιφάσεις της «αγάπης» του Οικουμενισμού την οποίαν εξέφραζε και προπαγάνδιζε εκείνος ο Πατριάρχης, ότι δηλαδή αυτή : (α) είναι μονομερής, χωρίς να περιλαμβάνει και να μεριμνά και για εκείνους οι οποίοι σκανδαλίζονται από την καινοτόμο αλλαγή στάσεως έναντι της επικοινωνίας με τους αιρετικούς· (β) αφήνει τους αιρετικούς στην πλάνη τους με αποτέλεσμα την απώλειά τους.

Ιδού πως έχει η επιστολή αυτή :

«Παναγιώτατε,

Ψάλλετε και Υμείς και οι ακολουθούντες υμίν, εις πάντας τους ήχους το τροπάριον της "Αγάπης". Αγάπη, Αγάπη, Αγάπη! " Αγάπη άνευ όρων και ορίων". Εν ονόματι της Αγάπης τούτο, εν ονόματι της Αγάπης εκείνο, εν ονόματι της Αγάπης το Άλλο ... Περίεργον όμως! Εφ' όσον η καρδία υμών εκχειλίζει εξ αγάπης και εξ αυτών εκπηγάζουσι πολύρροα ρεύματα, φθάνοντα μέχρι των εσχατιών της Δύσεως και δημιουργούνται πελάγη, εις α ανέτως και μετ' ευφροσύνης κολυμβώσι πασών των αποχρώσεων οι αιρετικοί, πως δεν διατίθενται ολίγαι σταγόνες αγάπης και δια τους ταλαιπώρους Ορθοδόξους; Δι' εκείνους εκ των Ορθοδόξων, οίτινες σκανδαλίζονται, βλέποντες τον Ορθόδοξον Πατριάρχην Κων/λεως να αθετή εν ονόματι της Αγάπης!- ιερούς Κανόνας, να ανατρέπη αιωνοβίους Παραδόσεις, να κρημνίζη τείχη ασφαλείας, να μεταίρη όρια α έθεντο αγιώτατοι Πατέρες της Εκκλησίας; Δι΄ αυτούς εστείρευσαν αι πηγαί της αγάπης Υμών, Παναγιώτατε; Δι΄ αυτούς δεν υπάρχει ούτε μόριον στοργής; Ούτε καν ίχνος ευσπλαγχνίας ή οίκτου; Αγάπη λοιπόν προς τους αιρετικούς, αλλ' αδιαφορία και περιφρόνησις προς τους Ορθοδόξους! Επί τέλους, Παναγιώτατε, πού οδηγείτε την Εκκλησίαν;».

«Άράγε όμως αγαπάτε πράγματι τους αιρετικούς; Ακούσατε, Παναγιώτατε, μίαν παράδοξον αλήθειαν: ΟΧΙ! Ημείς αγαπώμεν πραγματικώς και ειλικρινώς τους αιρετικούς, ημείς οι «στενοκέφαλοι» και «φανατικοί» και ουχί Υμείς και οι μεθ' Υμών. Η αγάπη Υμών, δεν είναι γνησία, αλλά επιφανειακή και επίπλαστος· δεν είναι άνωθεν κατερχομένη, αλλ' επίγειος, ψυχική, δαιμονιώδης ... Ποίος αγαπά ειλικρινώς τον νοσούντα; Ο λέγων προς αυτόν «είσαι υγιέστατος, τρώγε ό,τι θέλεις» και απεργαζόμενος ούτω χαλεπωτέραν την νόσον και ταχύτερον τον θάνατον, η ο επισημαίνων αυτώ την ασθένειαν και απαγορεύων τας βλαπτούσας τροφάς; Ημείς, επισημαίνοντες τας πλάνας των αιρετικών και διακηρύσσοντες ότι ακολουθούσιν οδώ επισφαλεστάτη, υπάρχει ελπίς να δημιουργήσωμεν εν αυτοίς κρίσιν συνειδήσεως και έφεσιν αναζητήσεως της αληθείας. Υμείς και οι μεθ' Υμών, διακηρύττοντες ότι «ουδέν μας χωρίζει» από των αιρετικών κ.τ.τ. ναρκούτε και αποκοιμίζετε αυτούς και αποκλείετε έμπροσθεν αυτών την οδόν της αληθείας. Ούτως εφαρμόζεται εν προκειμένω το προφητικόν: «λαός μου, οι μακαρίζοντες υμάς πλανώσιν υμάς» (Ησ. γ΄, 12). Και «ότι ου κενά τα ρήματα, μαρτυρεί τα πράγματα». Ποίoν ετερόδοξον ωδηγήσατε Υμείς και οι δορυφορούντες Υμάς μελιστάλακτοι και ασπόνδυλοι Επίσκοποι εις την Ορθοδοξίαν; Ούτε ένα, Παναγιώτατε: Ούτε ένα, παρά πάντα τα ταξίδια, τα συνέδρια, τα γεύματα, τα δώρα, τα μειδιάματα. Μόνον «φανατικοί» τινες ορθόδοξοι εγένοντο αφορμή προσελεύσεως αιρετικών εις την αλήθειαν της Ορθοδοξίας»[lxiii].

Ο διακεκριμένος Ομότιμος Καθηγητής της Πατρολογίας στη Θεολογική Σχολή Αθηνών κ. Στυλιανός Παπαδόπουλος, σχολιάζοντας πολύ ευστόχως τις επιδιώξεις της Οικουμενικής Κινήσεως, καταλήγει ουσιαστικώς στη διαπίστωση της αποτυχίας της, λόγω της απουσίας της αληθείας :

«Φαίνεται ότι το έσχατο, το περισσότερο, που επιδιώκει σήμερα η Οικουμενική Κίνηση, στους κόλπους της οποίας διεξάγονται ποικίλοι διάλογοι, είναι η ανοχή, η tolérance. Αυτή όμως δεν είναι καθαυτό χριστιανική αρετή, στοιχείο γνήσια θετικό. Είναι μόνο ανθρώπινο μέτρο. Θείο μέτρο, εδώ, και αρετή χριστιανική είναι η αγάπη, με την οποίαν μόνο υπερβαίνεται το μίσος και η αποστροφή. Δυστυχώς όμως για την Οικουμενική Κίνηση, που απορροφά σήμερα τεράστιες πνευματικές δυνάμεις, η αγάπη δεν μπορεί ν' αποτελέσει επίτευγμά της, διότι η αγάπη εξαρτάται μόνο από την αλήθεια, γεννιέται μόνο από την αλήθεια. Μόνο αυτοί που αγωνίζονται για την αποκεκαλυμμένη αλήθεια, αυτοί που την ζουν με συνέπεια, είναι δυνατόν να πραγματώσουν την αρετή της αγάπης»[lxiv].

8. Η παρασιώπηση της αληθείας είναι έλλειψη αγάπης προς τους πλανωμένους αιρετικούς

Ο έγκριτος Κανονολόγος, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Παναγιώτης Μπούμης, παρουσιάζοντας το πνεύμα των ιερών Κανόνων περί το θέμα της επικοινωνίας με τους αιρετικούς, ερμηνεύει το αποστολικό παράγγελμα της Καθολικής Επιστολής Β' Ιωάννου «Ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο λέγων γαρ αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς»[lxv], και καταλήγει στα εξής συμπεράσματα:

«Η στάση αυτή είναι επιβεβλημένη, επειδή στο χριστιανισμό η χαρά, η αληθινή χαρά, συνδέεται με την αλήθεια, είναι απόρροια της αληθείας. Ότι η χαρά έχει μεγάλη σχέση προς την αλήθεια, προς το Λόγο του Θεού, φαίνεται και από τα εξής λόγια του Κυρίου: "Ταύτα λελάληκα υμίν, ίνα η χαρά η εμή εν υμίν η και η χαρά υμών πληρωθή" (Ιω. 15, 10-11). Και "ταύτα λαλώ εν τω κόσμω, ίνα έχωσι την χαράν την εμήν πεπληρωμένην εν εαυτοίς" (Ιω. 17,13). Άρα εκείνος που έχει την αλήθεια, έχει και τη χαρά, την πραγματική χαρά και αγαλλίαση. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει σχετικώς και λίαν χαρακτηριστικώς τα εξής: "Tίνι γαρ εορτή και πανήγυρις; Τίνι θυμηδία και αγαλλίασις; αλλ' ή τοις ψυχή και εννοία και στόματι καθομολογούσι Θεότητα εν τρισίν αδιαιρέτως γνωριζομένην ταις Υποστάσεσι ... Ημίν ευφροσύνη και χαρά πάσα εόρτιος. Ημίν ο Χριστός τας εορτάς εκτετέλεκεν· ου γαρ έστι χαίρειν τοις ασεβέσι"153, όπως γράφει και ο προφήτης Ησαΐας (Ησ. 48, 22 και 57, 21)»

«Εκείνος ο οποίος δεν έχει την αλήθεια, δεν έχει τη χαρά, δεν έχει τη δυνατότητα να έχει την πραγματική χαρά, την εόρτιο χαρά. Γι' αυτό και ο ευαγγελιστής Ιωάννης λέει "να μη λέτε σ' αυτόν να χαίρει", γιατί, αν λέει ο ορθόδοξος σ' αυτόν, στον αιρετικό, να χαίρει, η ευχή αυτή θα είναι τουλάχιστον ένας κενός (κούφιος) λόγος, εφ' όσον είναι απραγματοποίητη. Και όχι μόνον αυτό, αλλά θα ήταν και μια απάτη. Γιατί, εφ' όσον γνωρίζω το απραγματοποίητο της ευχής, εμφανίζομαι σαν να θέλω και να επιχειρώ να "αποκοιμίσω" τον αιρετικό στην πλάνη του, να τον εξαπατήσω, να τον παραπλανήσω. Πράττω δηλ. κι εγώ ό,τι πράττει αυτός σε άλλους. Όπως δηλ. οι αιρετικοί "υποδύονται το χριστιανικόν προσωπείον προς το ούτως απατάν τους αφελεστέρους"154, έτσι και ο ορθόδοξος».

«Εάν πάλι λέμε στον αιρετικό ειλικρινώς και όχι υποκριτικώς "να χαίρει", τούτο σημαίνει ότι και ο ορθόδοξος χριστιανός αναγνωρίζει ότι και στην πίστη του ετεροδόξου βρίσκεται η χαρά άρα και η αλήθεια155. Η και το χειρότερο, μόνο και κυρίως στην πίστη του ετεροδόξου βρίσκεται η χαρά και η αλήθεια, και όχι στη δική του. Γιατί μία από τις δύο δοξασίες, εφ' όσον διαφέρουν, έχει την πραγματική αλήθεια και χαρά. Δεν μπορεί και οι δύο. Κατ' αυτόν τον τρόπο όμως εμφανίζεται ότι παραδέχεται και ασπάζεται τις πεποιθήσεις του ετεροδόξου. Επί πλέον συντελεί στο να ενισχύεται ο ετερόδοξος στην πίστη του, να νομίζει ότι είναι ορθή, να εμμένει σ΄ αυτή και ακόμη να την διαδίδει και στους άλλους».

«Μετά απ' όλα αυτά φαίνεται καθαρά ότι με το να λέει ο ορθόδοξος "χαίρε" στον ετερόδοξο ή στον εθνικό, ακολουθεί, συμμετέχει και συμφωνεί («κοινωνεί») και στις πλανημένες πεποιθήσεις του και στις παραπλανητικές του πράξεις, τ. έ. στα πονηρά του έργα»[lxvi].

Και συνεχίζει ο Καθηγητής Μπούμης, καταλήγοντας στο συμπέρασμα, ότι το αποστολικό παράγγελμα δεν αποκλείει την απλή συνομιλία με τους αιρετικούς ή ένα συνήθη χαιρετισμό, αλλά ιδικώς την ευχή της χαράς, «χαίρετε».

Πάντως, αν και μόνον το να λέμε «χαίρε» στους αιρετικούς στερεώνει την ασέβειά τους κατά τον τρόπο που εξέθεσε επαρκώς ο Καθηγητής κ. Π. Μπούμης, πόσο περισσότερο βλάπτουν την ομολογία της ευσεβείας και αληθείας οι υπόλοιπες πράξεις αθεμίτου κοινωνίας με τους αιρετικούς, συμπροσευχές, ανταλλαγές εορτίων δώρων, όλα απαγορευμένα από τους ιερούς Κανόνες, πολύ περισσότερο δε η υπογραφή κοινών «ερμαφρόδιτων» κειμένων, μειγμάτων ορθοδοξίας και ετεροδοξίας;

Ο Αρχιμανδρίτης π. Πλακίδας Ντεσέϊγ (Placide Deseille), παλαιότερα Ηγούμενος Αδελφότητος Ρωμαιοκαθολικών Μοναχών, ο οποίος μετέπειτα, προ ολίγων δεκαετιών, επέστρεψε από τον Παπισμό στην Ορθοδοξία μαζί με Μοναχούς του και, αφού βαπτίσθηκε μαζί με αυτούς Ορθόδοξος στην Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους, σχημάτισε αρκετές μοναστικές Κοινότητες στη Νότιο Γαλλία, γράφει χαρακτηριστικώς:

«Εγκαλούμε συχνά τους μοναχούς του Αγίου Όρους για την αντίθεσή τους στον οικουμενισμό και τους κατηγορούμε ευχαρίστως πως θυσιάζουν την αγάπη χάρη της αληθείας. Από το πρώτο ταξίδι μας - ενώ ήμασταν ακόμη ρωμαιοκαθολικοί, και η σκέψη να γίνουμε ορθόδοξοι μας ήταν εντελώς ξένη - υπήρξε για μας πολύ εύκολο να εκτιμήσουμε πόσο ξέρουν οι μοναχοί του Όρους να συνδυάζουν μια αγάπη πολύ λεπτή και πολύ περιποιητική προς τα πρόσωπα, όποιες κι αν είναι οι πεποιθήσεις τους κι οπουδήποτε κι αν ομολογιακά ανήκουν, με την ανυποχώρητη στάση σε δογματικά ζητήματα. Εξάλλου, γι' αυτούς ο πλήρης σεβασμός της αλήθειας είναι ένα από τα πρώτα καθήκοντα, που τους επιβάλλει η αγάπη προς τον άλλο»[lxvii].


9. Η κριτική κατά των αιρέσεων, επειδή ενέχει αγάπη, δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται, καθώς λέγουν οι Άγιοι, να είναι εμπαθής

Η κριτική κατά της αιρέσεως και ο ένθεος ζήλος προς σωτηρίαν των αιρετικών, καθώς και ο πνευματικός πόνος για την απώλεια όσων εμπλέκονται σε αιρέσεις, υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος να διαστραφή από την αδυναμία της ανθρωπίνης φύσεως και να στραφή με εμπάθεια κατά συγκεκριμένων προσώπων. Ο κίνδυνος αυτός επισημαίνεται και τονίζεται από τους Αγίους Πατέρας, ώστε να μη παρεκκλίνουμε από τον αρχικό και καλο-προαίρετο σκοπό μας, που είναι η εν αγάπη και αληθεία Χριστού σωτηρία πάντων και όχι βέβαια η εξύβριση ή γενικώς η ζημία των αιρετικών, ακόμη και εκείνων που εσκεμμένως υπερασπίζονται το ψεύδος.

Μολονότι το θέμα είναι πολύ μεγάλο ώστε να δύναται να αποτελέσει άλλη ενότητα, περιοριζόμαστε στο να εκθέσουμε χάριν παραδείγματος, όσα λέγουν μερικοί Άγιοι Πατέρες σχετικώς με τον αναθεματισμό των αιρετικών (όχι βέβαια σαν δημόσια ύβρη και ευτελισμό τους, αλλά όπως ήταν τότε, ως διακήρυξη και ομολογία της διαστάσεώς τους από Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία), διότι σε επόμενη ενότητα θα ασχοληθούμε με το θέμα της κατακρίσεως, όσον αφορά στα δογματικά θέματα.

Στη Βίβλο των ερωταποκρίσεων των αγίων Βαρσανουφίου του Μεγάλου και Ιωάννου του Προφήτου (6ος αι.), αντιμετωπίζεται η ερώτηση κάποιου αν πρέπει, μετά από προτροπή άλλου πιστού, να αναθεματίσει τον αιρεσιάρχη Νεστόριο και τους οπαδούς του. Η απάντηση είναι, ότι εκείνοι ως αιρετικοί, είναι ήδη κάτω από το ανάθεμα, δηλ. της Εκκλησίας · ο καθένας μας πρέπει να φροντίζει για τις αμαρτίες του γι΄ αυτό και δεν πρέπει να σπεύδει σε αναθεματισμούς άλλων ανθρώπων, αλλά να φροντίζει να πενθεί. Σε αμέσως συναπτή ερώτηση, για το μήπως κανείς δώσει την εντύπωση ότι είναι και ο ίδιος κρυπτός αιρετικός, αν δεν αναθεματίσει τους αιρετικούς, επαναλαμβάνεται και πάλιν, ότι πρέπει κανείς να αρνείται να αναθεματίσει άλλους· προσθέτει, όμως, ότι αν αυτός που εξ αρχής προέτρεψε σε αναθεματισμό επιμείνει στην προτροπή, τότε για να μη σκανδαλισθεί εκείνος, ενδείκνυται να αναθεματίσει ο ερωτώμενος τους αιρετικούς. Ουδέποτε όμως επιτρέπεται ο αναθεματισμός προσώπου, τα φρονήματα του οποίου δεν γνωρίζουμε· ιδού μερικά αποσπάσματα·

«ΕΡΩΤΗΣΙΣ ψ΄ (700): Εάν κάποιος μου πεί να αναθεματίσω τον Νεστόριο και τους ομοίους του αιρετικούς, να αναθεματίσω ή όχι; ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ: Είναι φανερόν, ότι ο Νεστόριος και οι κατ΄ αυτόν αιρετικοί είναι κάτω από το ανάθεμα· όμως εσύ μη τρέχεις καθόλου σε αναθεματισμό κάποιου. Διότι αυτός που έχει τον εαυτό του για αμαρτωλό, οφείλει να πενθεί τις αμαρτίες του και τίποτε άλλο· αλλά ούτε πρέπει να κρίνει εκείνους που αναθεματίζουν κάποιον· διότι ο καθένας δοκιμάζει τον εαυτό του. ΕΡΩΤΗΣΙΣ ψα΄ (701): Εάν όμως κάποιος εξ αιτίας αυτού νομίσει ότι και εγώ φρονώ τα ίδια με εκείνον, τί να του πω; ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ: Πές του· αν και είναι φανερό, ότι εκείνοι είναι άξιοι του αναθεματισμού, αλλά εγώ είμαι αμαρτωλότερος από κάθε άνθρωπο και φοβούμαι μήπως κρίνοντας άλλον, κατακρίνω τον εαυτό μου. [...] Αυτά πές του και εάν επιμείνει στα ίδια, τότε για τη συνείδηση εκείνου, να αναθεματίσεις τον αιρετικό [...] Αδελφέ, εγώ αυτός τον οποίον μου αναφέρεις, δεν γνωρίζω πως φρονεί. Το να αναθεματίσω λοιπόν κάποιον που δεν γνωρίζω, μου φαίνεται ότι αποβαίνει σε κατάκριμα. Τούτο όμως σου λέω, ότι εκτός από την Πίστη των αγίων τριακοσίων δεκαοκτώ Πατέρων [της Α΄ Οικουμ. Συνόδου της Νικαίας] δεν γνωρίζω άλλη. Και όποιος φρονεί διαφορετικά από αυτήν έρριξε τον εαυτό του στο ανάθεμα»[lxviii].

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης († 1809), συνοψίζοντας όσα λέγουν σχετικώς οι προγενέστεροί του Άγιοι Πατέρες, σημειώνει :

«Δια τούτο και ο θείος Χρυσόστομος κάμνει λόγον ολόκληρον ότι δεν πρέπει να αναθεματίζη τινάς κανένα άνθρωπον ζωντανόν ή αποθανόντα (Τόμ. ϛ΄). Εν ω και λέγει ταύτα "τι άλλο θέλει να ειπή το ανάθεμα, οπού λέγεις άνθρωπε, πάρεξ ας αφιερωθή ούτος εις τον διάβολον και πλέον ας μην έχη χώραν σωτηρίας και ας γένη αποξενωμένος από τον Χριστόν;" [...] Ο δε άγιος Βαρσανούφιος λέγει ότι όχι μόνον τους αιρετικούς, αλλ' ουδέ τον διάβολον πρέπει να αναθεματίζη τινάς, διατί αναθεματίζει τον ίδιον τον εαυτόν του, οπού αγαπά και κάμνει του διαβόλου τα θελήματα και έργα. Όρα περί του αναθέματος πλατύτερον εις τα προλεγόμενα της εν Γάγγρα Συνόδου εν τω ημετέρω Κανονικώ»[lxix].

Ο Άγιος Νικόδημος, εκθέτοντας την ίδια αγιοπατερική διδασκαλία και σε άλλο σημείο της Ερμηνείας του των Αποστολικών Επιστολών, διευκρινίζει και τα εξής· «Ο δε θείος Χρυσόστομος τα δόγματα μόνα θέλει να αναθεματίζωμεν των αιρετικών και όχι τους αιρετικούς· "τα γαρ αιρετικά δόγματα τα παρ΄ α παρελάβομεν αναθεματίζειν χρή και τα ασεβή δόγματα ελέγχειν, πάσαν δε φειδώ ανθρώπων ποιείσθαι και εύχεσθαι υπέρ της αυτών σωτηρίας" (λόγ. Περί του μη αναθεματίζειν)»[lxx].

Δεν πρέπει λοιπόν να είναι άκριτη η εμπαθής ή επίκριση της αιρέσεως, αλλά με σκοπό την ωφέλεια των αιρετικών (και των αιρετιζόντων), διότι επιτρέπεται ή και επιβάλλεται με κάποιες βέβαια προϋποθέσεις, η επίκριση των δογματικών και ιεροκανονικών παρεκτροπών, όπως θα δούμε συν Θεώ στην επόμενη ενότητα (η σε μία εκ των επομένων).

10. Πού μας οδηγεί, τελικώς, ο αγαπισμός της Νέας Εποχής του Αντιχρίστου;

Η ισοπέδωση αληθείας και πλάνης και η εξ ίσου απόδοση σωτηριώδους χαρακτήρος σε όλες τις θρησκείες, αποτελεί την επιδίωξη ενός παγκοσμίου κατεστημένου πνευματικού και πολιτικο-οικονομικού, με απώτερο στόχο την επιβεβλημένη ένωση της ανθρωπότητος κάτω από συγκεντρωτική εξουσία. Περί των κινδύνων μιας τέτοιας θρησκευτικής παγκοσμιοποιήσεως και αναγκαστικής ομοιομορφίας, οι ειδικοί στα αντιαιρετικά θέματα γράφουν τα εξής·

«Δεν υπάρχει κοινός πνευματικός χώρος στον οποίο συναντιούνται όλες οι θρησκείες. Η άποψη «Ένας Θεός - Πολλές θρησκείες» είναι βλάσφημη για τους ορθοδόξους. Η άποψη «αγάπα τον Θεόν του πλησίον σου» είναι εξίσου βλάσφημη και υβριστική για τον Ζώντα Θεό, τον μόνο αληθινό Θεό, την Αγία Τριάδα, τον Πατέρα και τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα»[lxxi].

«Μία από τις συνηθισμένες συμπεριφορές των ανθρώπων που πάσχουν από την νόσο της εκκοσμικεύσεως είναι και η υποκρισία. Η γνησιότης υποχωρεί και όλα γίνονται ψεύτικα. Έτσι, αντί για πηγαία αγάπη, η οποία "ου ζητεί τα εαυτής"[lxxii], έχουμε αγαπολογία, αντί για ταπείνωση, ταπεινολογία κ.ο.κ.».

«Όπως έχει γράψει ο μακαριστός πατήρ Αντώνιος Αλεβιζόπουλος, η "Νέα Εποχή" δεν θέλει να αδειάσουν οι εκκλησίες, αλλά να γεμίσουν με ανθρώπους που, όμως, θα έχουν αλλοιωμένο φρόνημα, με ανθρώπους δηλαδή που θα πιστεύουν στο κάρμα και στη μετενσάρκωση, στα χαρτιά ταρώ και στην αστρολογία, που θα ασκούν το διαλογισμό ταυτίζοντάς τον με την ορθόδοξη προσευχή, ενώ συγχρόνως θα πιστεύουν ότι από τότε που ενετάχθησαν σε κάποια οργάνωση που τους διδάσκει αυτά, έγιναν και καλύτεροι χριστιανοί!»

«Εδώ θα πρέπει να γίνουν κάποιες διευκρινίσεις. Η υποχρέωση υπακοής προς τους ποιμένες είναι αυτονόητη, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι και αυτοί κάνουν υπακοή στο Ευαγγέλιο, στις Οικουμενικές Συνόδους και στην Παράδοση της Εκκλησίας. Δεν είναι απροϋπόθετη η υπακοή. Εξάλλου η υπακοή δεν είναι στρατιωτική πειθαρχία· δεν επιβάλλεται, αλλά εμπνέεται. Ο απόστολος Παύλος θέτει το θέμα άριστα[lxxiii]: "Πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε· αυτοί γαρ αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών υμών ως λόγον αποδώσοντες"»[lxxiv].

«Επειδή η προσπάθεια προωθήσεως του συγκρητισμού, διαχριστιανικού και διαθρησκειακού, ενδύεται συνήθως, τον μανδύα της αγάπης, θα πρέπει να τονίσουμε ότι ακριβώς η πατερική στάση που εμμένει στην αλήθεια της πίστεως και που λέγει την αλήθεια στους εκτός Εκκλησίας με πόνο, αγάπη και διάκριση, είναι όντως η φιλάνθρωπη στάση, διότι ουσιαστικά βοηθεί τον πλανώμενο άνθρωπο να έλθει σε συναίσθηση και μετάνοια, ενώ η άλλη - η ουμανιστική αγαπολογική - τον αφήνει αβοήθητο στην αρρώστια του»[lxxv].

● Ακολουθεί στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ περί της Alice Bailey, ειδική αναφορά στο θέμα της διαστρεβλώσεως και του μονομερούς τονισμού της χριστιανικής αγάπης από την Νέα Εποχή του Αντιχρίστου (του «Υδροχόου») και την κατασκευασμένη τεχνητή αντίθεση δογματικής αληθείας και διανθρώπινης αγάπης, με σκοπό την τάση ελαχιστοποιήσεως των δογμάτων (δογματικός μινιμαλισμός).


● ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(Σημ.: η παρακάτω παράθεση αυτουσίων κειμένων αποκρυφιστικού περιεχομένου τα οποία ήλθαν υπ' όψη μας, σε καμμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι την ανάγνωση τέτοιων κειμένων θεωρούμε απλό και ακίνδυνο πράγμα ή την προτείνουμε γενικώς, τουναντίον δε πρέπει να γίνεται μόνον σε μεγάλη ανάγκη και με ευλογία του Γέροντός μας, εφ' όσον μάλιστα κατέχουμε τα απαραίτητα προς τούτο εφόδια πνευματικά και θεολογικά).

Η Αλίκη Μπέηλυ (Alice Ann Bailey, 1880-1949), τρίτη κατά σειρά πρόεδρος της Θεοσοφικής Εταιρείας μετά την Έλενα Πετρόβνα Μπλαβάτσκυ και την Άννυ Μπεζάντ, υπήρξε επίσης ιδρύτρια, μαζί με τον σύζυγό της, Φόστερ Μπέηλυ, του Lucis Trust (1922) και της Σχολής Αρκέην (Arcane School, 1923), «σκοπός της ήταν η εκπαίδευση εκείνων που είναι "συνειδητοί γνώστες του Σχεδίου και μεμυημένοι μαθητές της Ιεραρχίας", για να βοηθηθούν στη "μαθήτευση στη Νέα Εποχή" και στην "υπηρεσία στην ανθρωπότητα", ώστε να επισπευσθεί η "επανεμφάνιση του Χριστού" (Μπέϊλη, Αυτοβιογραφία, σ. 308) [lxxvi]».

«Η νέα ανθρωπότητα θα αναδυθεί με την εμφάνιση του "Χριστού". Από το 1945 ο "Χριστός" ανέλαβε τα καθήκοντα του Διδασκάλου του Υδροχόου και οι "δυνάμεις αποκαταστάσεως" άρχισαν το έργο τους. Βαδίζουμε προς την ενοποίηση Ανατολής και Δύσης, στην ενοποίηση των θρησκειών (Μπέϊλη, Η επανεμφάνιση του Χριστού, σ. 87-88. 102-108. 145-146)[lxxvii]».

«Το ότι δεν έχει ακόμη εμφανισθεί ο νέος χριστός, τούτο οφείλεται κατά την αντίληψη της κίνησης στα εμπόδια που παρενέβαλε η Εκκλησία, και επειδή οι "Νέοι εξυπηρετηταί του κόσμου" δεν εξετέλεσαν την απαραίτητη υπηρεσία για να εμπεδωθούν ορθές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων (Μπέϊλη, Η επανεμφάνισις, σελ. 15)»[lxxviii].

Ας προσέξουμε τα παρακάτω σημεία των αυτουσίων αποκρυφιστικών κειμένων της Μπέηλυ, μερικά εκ των οποίων θυμίζουν συγκεκριμένες προοπτικές της Οικουμενικής και Διαθρησκειακής Κινήσεως:

(α) τη θρησκευτική «περιεκτικότητα», γνωστή στους μεν οικουμενιστές ως "comprehensiveness", στους δε νεοεποχίτες ως "inclusiveness"
(β) το δογματικό μινιμαλισμό, δηλ. την προσπάθεια ελαχιστοποιήσεως ή και εξαλείψεως των δογμάτων και την απαρέσκεια προς αυτά,
(γ) την αθώωση ή και καταξίωση όλων ανεξαιρέτως των θρησκειών,
(δ) την εξύβριση της χριστιανικής θεολογίας ως δήθεν αλλοιώσεως της απλότητος του Ευαγγελίου και ως αιτίας θρησκευτικών πολέμων και θρησκευτικού μίσους,
(ε) την - κατά το προηγούμενο - παρουσιαζόμενη δήθεν αντιπαράθεση «αγάπης» και «θεολογίας»,
(στ) τη διάκριση μεταξύ («καλού») χριστιανισμού και («κακών») εκκλησιών,
(ζ) την επιδίωξη καταστροφής των εκκλησιών, προς ανάδειξη της «αληθούς» εκκλησίας του ερχομένου Χριστού (Αντιχρίστου) και
(η) την επιδιωκόμενη ομοιομορφία παγκοσμίως των θρησκευτικών τελετουργικών, η οποία σε συνδυασμό με την εξάλειψη των δογμάτων, θα δημιουργήσει την νέα παγκόσμια θρησκεία η οποία θα τελειοποιηθεί με την μετά ταύτα προσωπική παρουσία επί γης του «Χριστού» της Νέας Εποχής (Αντιχρίστου).

Είναι, λοιπόν, τυχαία η καταφανής ταύτιση τόσων βασικών στοιχείων του κινήματος της Νέας Εποχής του «Υδρoχοϊκού Χριστού» - Αντιχρίστου ("New Aquarian Age") με τους βασικούς άξονες εξελίξεως της «διαχριστιανικής» και διαθρησκειακής Κινήσεως;

1. «Αν οι άνθρωποι αναζητήσουν τον Χριστό που άφησε τους μαθητές Του πριν από αιώνες, θα αποτύχουν να αναγνωρίσουν τον Χριστό που ευρίσκεται στη διαδικασία της επιστροφής. Ο Χριστός δεν έχει θρησκευτικές "μπάρες" στη συνείδησή Του. Δεν Τον ενδιαφέρει σε ποια πίστη θα εντάξει κάποιος τον εαυτό του»[lxxix].

2. «Ποια είναι αυτή η εκκλησία του Χριστού; Αποτελείται από το σύνολο όλων εκείνων στους οποίους μπορεί ή ζωή του Χριστού ή Χριστο-συνειδητότητα [Χριστο-επίγνωση] ή να ευρεθεί η ευρίσκεται στη διαδικασία προς εξεύρεση εκφράσεως· είναι η σύναξη όλων όσοι αγαπούν τους συνανθρώπους τους, διότι το να αγαπά κάποιος τον συνάνθρωπό του είναι το θεϊκό διδασκαλείο που μας κάνει πλήρη μέλη της κοινότητος του Χριστού. Δεν είναι η αποδοχή οιουδήποτε ιστορικού γεγονότος η θεολογικού συμβόλου [πίστεως] εκείνο που μας θέτει εν αρμονία με τον Χριστό»[lxxx].

3. «Δεν θα έλθει [ο «Χριστός»] για να μεταστρέψει τον "εθνικό" κόσμο, διότι στα μάτια του Χριστού και των αληθών μαθητών Του, δεν υπάρχει τέτοιος κόσμος και οι καλούμενοι εθνικοί έχουν επιδείξει ιστορικώς λιγότερο από το κακό της εμπαθούς διαμάχης που έχει επιδείξει ο στρατευμένος χριστιανικός κόσμος. Η ιστορία των χριστιανικών εθνών και της χριστιανικής εκκλησίας είναι ιστορία μιας επιθετικής στρατεύσεως - το τελευταίο επιθυμητό από τον Χριστό πράγμα, όταν επεδίωκε να ιδρύση την εκκλησία επί γης»[lxxxi].

4. «Το μεγαλύτερο αποτέλεσμα της παρουσίας Του θα είναι οπωσδήποτε το να επιδείξει σε κάθε μέρος τα αποτελέσματα ενός πνεύματος περιεκτικότητος [inclusiveness] μιας περιεκτικότητος ή οποία θα διοχετευθεί η εκφρασθεί δια μέσου Αυτού. Όλοι όσοι επιδιώκουν σωστές ανθρώπινες σχέσεις θα συγκεντρωθούν αυτομάτως σε Αυτόν, είτε ανήκουν σε κάποια από τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου, είτε όχι»[lxxxii].

5. «Η εκκλησία σήμερα είναι ο τάφος του Χριστού και ο λίθος της θεολογίας έχει κυλισθεί έμπροσθεν της θύρας του μνημείου. Ωστόσο, δεν υπάρχει νόημα στην επίθεση κατά του Χριστιανισμού. Η Χριστιανωσύνη δεν μπορεί να γίνει στόχος επιθέσεως· είναι μια έκφραση - ουσιαστικώς, μολονότι ακόμη όχι τελείως εν τη πράξει -της αγάπης του Θεού, ο οποίος διαποτίζει το κτιστό Του σύμπαν. Η εκκλησιαστικότητα [churchianity], όμως, έχει αφήσει τον εαυτό της τελείως έκθετο σε επίθεση, και η μάζα των σκεπτομένων ανθρώπων το γνωρίζουν αυτό· δυστυχώς, αυτοί οι σκεπτόμενοι άνθρωποι είναι ακόμη μια μικρή μειονότητα, η οποία (όταν γίνει πλειονότητα - και είναι σήμερα μία η οποία αυξάνεται ραγδαίως) θα ανακοινώσει την καταστροφή των εκκλησιών και θα επικυρώσει τη διασπορά της αληθούς διδασκαλίας του Χριστού»[lxxxiii].

6. «... σίγουρα, Εκείνος πρέπει να αισθάνεται (με πονεμένη καρδιά) ότι η απλότης την οποίαν εδίδαξε και ο απλός δρόμος προς τον Θεό στον οποίον έδωσε έμφαση έχουν εξαφανισθεί μέσα στις ομίχλες της θεολογίας (εισαγμένες από τον άγιο Παύλο) και στις συζητήσεις των ανθρώπων της εκκλησίας δια μέσου των αιώνων. Οι άνθρωποι έχουν ταξιδέψει μακριά από την απλότητα της σκέψεως και από τον απλό και πνευματικό βίο που ζούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί»[lxxxiv]

7. «Δεύτερον, η στερέωση μιας συγκεκριμένης ομοιομορφίας στα τελετουργικά των θρησκειών του κόσμου θα βοηθήσει τους ανθρώπους παντού να ενδυναμώσουν ο ένας το έργο του άλλου και να ενισχύσουν με δύναμη τα ρεύματα σκέψεως που κατευθύνονται στις αναμένουσες πνευματικές ζωές. Προς το παρόν, η χριστιανική θρησκεία έχει τις μεγάλες της εορτές, ο Βουδιστής κρατεί τα διαφορετικώς κανονισμένα θρησκευτικά του γεγονότα και ο Ινδουϊστής έχει ακόμη μία διαφορετική λίστα ιερών ημερών. Στον μέλλοντα κόσμο, όταν οργανωθούν, όλοι οι ανθρωποι πνευματικής κλίσεως και προθέσεως παντού θα τηρούν τις ίδιες ιερές ημέρες. Αυτό θα φέρει μια συνένωση πνευματικών αποθεμάτων και μια ενοποιημένη πνευματική προσπάθεια, και επιπλέον μια ταυτόχρονη πνευματική επίκληση. Η δυναμική τούτου θα είναι ολοφάνερη»[lxxxv].

8. «Οι άνθρωποι της εκκλησίας πρέπει να ενθυμούνται ότι το ανθρώπινο πνεύμα είναι μεγαλύτερο από όλες τις εκκλησίες και μεγαλύτερο από τις διδασκαλίες τους. Μακροπρόθεσμα, το ανθρώπινο πνεύμα θα τους νικήσει και θα προχωρήσει θριαμβικώς μέσα στη Βασιλεία του Θεού, αφήνοντάς τους πολύ πίσω, εκτός αν εισέλθουν σαν ένα ταπεινό μέρος της ανθρώπινης μάζας. [...] Οι εκκλησίες στη Δύση πρέπει επίσης να συνειδητοποιήσουν ότι βασικώς υπάρχει μόνον μία Εκκλησία, αλλά αυτή δεν είναι αναγκαστικώς μόνο το ορθόδοξο Χριστιανικό καθίδρυμα. Ο θεός εργάζεται με πολλούς τρόπους, μέσω πολλών πίστεων και θρησκευτικών φορέων· αυτός είναι ένας λόγος για την εξάλειψη των μη απαραιτήτων διδασκαλιών. Με τον τονισμό των ουσιαστικών και με την ένωσή τους, θα αποκαλυφθεί η πληρότης της αληθείας. Αυτό θα το κάνει η θρησκεία του νέου κόσμου και η εφαρμογή της θα προχωρήσει τάχιστα, μετά την επανεμφάνιση του Χριστού»[lxxxvi].


● ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ


[i]. Α' Ιω. 4, 8. 16. 21
[ii]. Ματθ. 22, 40
[iii]. Ιω. 14, 27
[iv]. Α΄ Κορ. 13, 5.7.8
[v]. Ρωμ. 12, 9
[vi]. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν Λόγος 9, 2 PG 54, 623.
[vii]. Μοναχού Αρσενίου Βλιαγκόφτη, Οικουμενισμός, Νεοειδωλολατρία και Νέα Εποχή, εκδ. Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 12ε.
[viii]. Αυτόθι, σελ. 13, όπου και η υποσημείωση [ν.4] του συγγραφέως περί του δόγματος αυτού του νεοσατανισμού: «Τον διετύπωσε ο Aleister Crowley, ο οποίος ονόμαζε τον εαυτό του The great beast (το μέγα θηρίον). Την εποχή αυτή βιβλίο που τον προβάλλει και τον ωραιοποιεί κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αρχέτυπο» του περιοδικού Άβατον».
[ix]. Αυτόθι, σελ. 32. Σχετικώς με την Νέα Εποχή του Αντιχρίστου («Υδροχόου») βλέπε όλο το βιβλίο, αλλά ιδίως τα σχετικά κεφάλαια στο Μοναχού Αρσενίου Βλιαγκόφτη, Σύγχρονες αιρέσεις. Μια πραγματική απειλή, εκδ. Παρακαταθήκη, 20072, σελ. 73-95, 254-263. Επίσης, του μακαριστού Αντωνίου Γ. Αλεβιζόπουλου, Αποκρυφισμός, Γκουρουϊσμός, «Νέα Εποχή», εκδ. Ι.Μ. Νικοπόλεως. Πρέβεζα 1990, σελ. 7-12.
[x]. Ιω. 14, 6
[xi]. Α΄ Ιω. 4, 16
[xii]. Ιούδα 23
[xiii]. Πράξ. 18, 9.10
[xiv]. Σοφ. Σειρ. 4, 28
[xv]. Β΄ Κορ. 7, 9
[xvi]. Αποκ. 3, 19
[xvii]. Γαλ. 1, 8
[xviii]. Α΄ Κορ. 1, 13
[xix]. Εφ. 4, 3-5
[xx]. Α΄ Κορ. 10, 17
[xxi]. Α΄Κορ. 1, 10
[xxii]. Εφ. 4, 15
[xxiii]. Β΄ Ιω. 4 και Γ΄ Ιω. 4
[xxiv]. Β΄ Ιω. 1.2
[xxv]. Β΄ Ιω. 3
[xxvi]. Α΄ Ιω. 3, 18
[xxvii]. Ρωμ. 10, 14}
[xxviii]. Ιακ. 2, 10
[xxix]. Αποκ. 22, 18.19
[xxx]. Ιω. 15, 20
[xxxi]. Ιω. 3, 19
[xxxii]. Λουκ. 12, 51.52
[xxxiii]. Ιω. 3, 20
[xxxiv]. Τερεντίου, Andr. I, 1, 31 παρά τω Δ. Δημητράκου, Νέον Λεξικόν ορθρογραφικόν και ερμηνευτικόν όλης της ελληνικής γλώσσης, εκδ. «Περγαμηναί», Αθήναι 19592, σελ. 1489.
[xxxv]. Αγίου Μακαρίου του Αιγυπτίου, Ομιλία 15, 11-12 PG 34, 584A.B.
[xxxvi]. Φιλ. 4, 7
[xxxvii]. Ρωμ. 5, 1.2
[xxxviii]. Ματθ. 10, 34
[xxxix]. Ματθ. 10, 22. 24, 9 Μάρκ. 13, 13 και Λουκ. 21, 17.
[xl]. Μεγάλου Φωτίου, Βιβλιοθήκη 222, PG 103, 813 -816Α
[xli]. Ιακ. 4, 1.2
[xlii]. Μάρκ. 9, 50
[xliii]. Catenae Graecorum patrum in Novum Testamentum, τόμ. Α΄, εκδ. J.A. Cramer, Olms, Hildes-heim 1967, σελ. 370.
[xliv]. Ψαλμ. 119, 7
[xlv]. Προς την σεμνοτάτην εν Μοναζούσαις Ξένην 54, εν Γρηγορίου του Παλαμά Συγγράμματα, εκδίδει Π. Χρήστου, τόμ. Ε΄, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 221ε. · «... έπειτ΄ επειδάν το δυσειδές τούτο περιέλη κάλυμμα, τότε μη ποικίλαις σχέσεσι της ψυχής αγεννώς διασπωμένης, είσω των όντως ταμείων αταράχως χωρεί, και τω εν κρυπτώ Πατρί προσεύχεται· ος αυτώ και το χωρητικόν των χαρισμάτων δώρον, την των λογισμών ειρήνην τα πρώτα χορηγεί· μεθ΄ ης την γεννητικήν τε και συνεκτικήν απάσης αρετής τελειοί ταπείνωσιν».[xlvi]. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Αόρατος Πόλεμος, 2, 16, εκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, Αθήναι 1989, σελ. 265.
[xlvii]. Μεγάλου Βασιλείου, Ομιλία εις τον λγ΄ (33) Ψαλμόν 10, PG 29, 376 B.C.
[xlviii]. Φιλ. 3, 8
[xlix]. Εφ. 2, 15
[l]. Κολ. 1, 20
[li]. Ησ. 48, 22. 57, 21
[lii]. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την προς Φιλιππησίους 2, PG 62, 189,191. «Ουχ απλώς την φιλίαν θαυμάζει, ουδέ απλώς την αγάπην, αλλά την εξ επιγνώσεως· τουτέστιν, ουχ ίνα προς άπαντας τη αυτή χρήσησθε αγάπη· τούτο γαρ ουκ αγάπης, αλλά ψυχρότητος. Τι εστιν, εν επιγνώσει; Τουτέστι, μετά κρίσεως μετά λογισμού, μετά του αισθάνεσθαι. Εισί γαρ τινες αλόγως φιλούντες, απλώς και ως έτυχεν· όθεν ουδέ σφοδράς είναι τας τοιαύτας φιλίας συμβαίνει [...] Ουκ εμού ένεκεν ταύτα λέγω, φησίν, αλλ' υμών αυτών· δέος γαρ μη τις παραφθαρή υπό της των αιρετικών αγάπης [...] Ου δι' εμέ, φησί, ταύτα λέγω, αλλά ίνα ήτε υμείς ειλικρινείς· τουτέστιν, Ίνα μηδέν νόθον δόγμα τω της αγάπης προσχήματι παραδέχησθε».
[liii]. Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος Β΄, Απολογητικός της εις Πόντον φυγής ένεκεν 82, PG 35, 488C. Έμμεση αναφορά στο αγιογραφικό χωρίο « ο πραΰς έστω μαχητής» (Ιωήλ 4,11).
[liv]. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, ένθ' ανωτ., 2, 19, σελ. 271 (και υποσημ. 114).
[lv]. Δευτέρα του α΄ ήχου, Κανών των Ασωμάτων, θ΄ ωδή: «Νέμεις της ειρήνης Άγγελον, περιφρουρούντα, Παντοκράτορ, την ποίμνην σου, (της ειρήνης γαρ και της αγάπης συ αίτιος), και την έμφρονα πίστιν φυλάττοντα, και πάσας τας αιρέσεις, τη ση δυνάμει καταλύοντα».
[lvi]. Παρασκευή του πλ.δ΄ ήχου, Κανών του Σταυρού, δ΄ ωδή: «Ωσεί κέδρον ευσέβειαν, πίστιν ως κυπάρισσον, την αγάπην τε, ωσεί πεύκην περιφέροντες, τον Σταυρόν τον θείον, προσκυνήσωμεν».
[lvii]. Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς 4, 16, 100· PG 8, 1308Α· «"τεκνία μη αγαπώμεν λόγω μηδέ γλώσση", Ιωάννης τελείους είναι διδάσκων, "αλλ΄ εν έργω και αληθεία. εν τούτω γνωσόμεθα ότι εκ της αληθείας εσμέν". Ει δε αγάπη ο Θεός, αγάπη και η θεοσέβεια».
[lviii]. Αγίου Αββά Δωροθέου, Διδασκαλία ΣΤ΄(περί του μη κρίνειν πλησίον) 9, PG 88, 1696 B.D.
[lix]. Επιστολή του αγιωτάτου αρχιεπισκόπου Ρώμης Λέοντος προς Φλαβιανόν αρχιεπίσκοπον Κωνσταντινουπόλεως, ACO 2,1,2, 46 και 47·) (απόσπασμα) «[...] Πρέπει γαρ επί των τοιούτων αιτιών τούτου μάλιστα φροντίζειν, ώστε εκτός θορύβου και φιλονεικίας και την αγάπην φυλάττεσθαι και την αλήθειαν εκδικείσθαι, αδελφέ τιμιώτατε [...]».
[lx]. Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού , Επιστολή (ΙΒ΄) Προς Ιωάννην κουβικουλάριον, Περί των ορθών της Εκκλησίας του Θεού δογμάτων και κατά Σευήρου του αιρετικού, PG 91, 464 - 465· «Ου δεί ουν αιρετικοίς καθ οίόν δήποτε τρόπον, ως αιρετικοίς, βοηθείν, ει και πάσι πάντα μετελθείν αδεώς επετέτραπτο· δια τε τας ειρημένας αιτίας, ίνα μη τω Θεώ προσκρούοντες λάθωμεν· και μη καλόν είναι διδόναι αυτοίς άδειαν εμπομπεύειν τω οικείω ψεύδει, και ανασείεσθαι κατά της ευσεβείας· ίνα μη δι ημών εμφανισθέντες, όφεως δίκην, των αφελεστέρων τινάς απάτης δήγματι δυνηθώσι της κατά την πίστιν ασφαλούς βάσεως κατασείσαι· και ευρεθώμεν και ημείς, ως ου θέλομεν, της υπέρ τούτου επηρτημένης αυτοίς συμμετέχοντες δίκης. [...]».
«Ου θέλων δε τους αιρετικούς θλίβεσθαι, ουδέ χαίρων τη κακώσει αυτών, γράφω ταύτα, μη γένοιτο, αλλά τη επιστροφή μάλλον χαίρων και συναγαλλόμενος. Τι γαρ τοις πιστοίς τερπνότερον, του θεάσθαι τα τέκνα του Θεού τα διεσκορπισμένα, συναγόμενα εις εν. Ούτε υμίν του φιλανθρώπου το απηνές παραινών προτιθέναι· μη ούτω μανείην· αλλά μετά προσεχείας και δοκιμασίας ποιείν τε και ενεργείν τα καλά εις πάντας ανθρώπους, και πάσι πάντα γινομένους, καθώς έκαστος επιδείται υμών, παρακαλών· προς μόνον το καθοτιούν αιρετικοίς συνάρασθαι εις σύστασιν της φρενοβλαβούς αυτών δόξης, σκληρούς παντελώς είναι υμάς και αμειλίκτους βούλομαί τε και εύχομαι. Μισανθρωπίαν γαρ ορίζομαι έγωγε, και αγάπης θείας χωρισμόν, το τη πλάνη πειράσθαι διδόναι ισχύν εις περισσοτέραν των αυτή προκατειλημμένων φθοράν».
[lxi]. Του Αυτού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά τε και οικονομικά 26, PG 90, 1189Α· «Η γαρ πίστις βάσις εστί των μετ' αυτήν, ελπίδος λέγω και αγάπης, βεβαίως το αληθές υφεστώσα».
[lxii]. Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Η Ορθόδοξος Εκκλησία και ο Οικουμενισμός, μτφρ. Ιερομονάχων Αμφιλοχίου Ράντοβιτς και Αθανασίου Γιέβτιτς, εκδ. Ιεράς Μονής Αρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο-Σερβία, σελ. 226-228.
[lxiii]. Επιστολή προς τον Πατριάρχην Οικουμενικόν Πατριάρχην (εν έτει 1969) εν Αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου, Τα δύο άκρα· Οικουμενισμός και Ζηλωτισμός, εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνος, Αθήναι 19972, σελ. 19ε. · βλ. επίσης εν Iερομονάχου Φιλίππου Θωμάδων, Η αλήθεια της Ορθοδοξίας και η πλάνη των Φράγκων (Ρωμαιοκαθολικών), εκδ. Αδελφότης Θωμάδων, Άγιον Όρος, α.χ., σελ. 25ε. )
[lxiv]. Στυλιανού Παπαδόπουλου, Ορθοδόξων πορεία-‘Εκκλησία και Θεολογία στην τρίτη χιλιετία, News Books and Magazines Ltd., Αθήνα 2000, σελ. 118.
[lxv]. Β΄ Ιω. 10
[lxvi]. Παναγιώτου Ι. Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 20023, σελ. 237ε.













153. Ιω. Δαμασκηνού, Λόγος εις την Μεταμόρφωσιν, PG 96, 545. [μεταγλώττιση δική μας: «Σε ποιόν είναι εορτή και πανήγυρη; Σε ποιόν είναι θυμηδία και αγαλλίαση, παρά μόνο σε εκείνους που με την ψυχή και την έννοια και το στόμα ομολογούν την Θεότητα που γνωρίζεται [ότι υπάρχει] αδιαιρέτως σε τρεις Υποστάσεις; »].

154. Ιω. Χρυσοστόμου, Ομιλία η΄ εις την προς Εβραίους, PG 63, 73. [μεταγλώττιση δική μας: «υποδύονται το χριστιανικό προσωπείο με σκοπό να εξαπατούν έτσι όσους είναι πιο αφελείς»].

155. Ο Οικουμένιος (επίσκοπος Τρίκκης) γράφει: «Τίνι γαρ χαίρειν ευξώμεθα, αλλ΄ η τοις ομοτρόποις και ομοπίστοις; ώστε, ει τοις ασεβέσι προσενεχθείη παρ' ημών η τοιαύτη πρόσρησις, πάντως ως ομοτρόποις και πιστοίς προσηνέχθη» (Ερμηνεία εις την Β΄ Επιστολήν Ιωάννου, PG 119, 696)

[μεταγλώττιση δική μας: «Σε ποιόν θα ευχηθούμε να χαίρει, παρά σε όσους έχουν τον ίδιο βίο και την ίδια πίστη με [μας]; Συνεπώς, αν προσφερθεί από μας στους ασεβείς, η προσφώνηση αυτού του είδους, οπωσδήποτε προσφέρθηκε σαν σε ομότροπους και πιστούς». ]

[lxvii]. Π. Deseille, Η πορεία μου προς την Ορθοδοξία, μτφρ. Σ. Κουτσας, εκδ, Ακρίτας, Αθήνα 19932, σ. 52. Η παραπομπή εμμέσως, παρά τω Πρεσβυτέρου Αναστασίου Γκοτσόπουλου, Η συμπροσευχή με αιρετικούς, εκδ. «Θεοδρομία», Θεσσαλονίκη 2009, σελ. 179.

[lxviii]. Βίβλος Βαρσανουφίου και Ιωάννου, ερωτήσεις ψ΄ - ψβ΄ (700-701) , εκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 320ε.

[lxix]. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Ερμηνεία εις τας ΙΔ΄ Επιστολάς του Αποστόλου Παύλου, τόμ. Α΄, εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 1989, σελ. 215ε. (ερμηνεία εις το Προς Ρωμαίους θ΄ 3, εν τη υποσημειώσει 226).

[lxx]. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Ερμηνεία εις τας Επτά Καθολικάς Επιστολάς, εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 694ε. (ερμηνεία εις το Ιούδα 9, εν τη υποσημειώσει 9)

[lxxi]. Μητροπολίτου Δημητριάδος Χριστόδουλου - Αρχιμ. Δανιήλ Πουρτσουκλή, Καταστροφικές «λατρείες». Μια απειλή για τον Άνθρωπο, την Κοινωνία και τον Πολιτισμό μας, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 19942, σελ. 29.

[lxxii]. Α' Κορ. 13, 5

[lxxiii]. Εβρ. 13, 17

[lxxiv]. Μοναχού Αρσενίου Βλιαγκόφτη, «Η νόσος της εκκοσμικεύσεως», Εκκλησία και εκκοσμίκευση, εκδ. Μυριόβιβλος, Αθήνα 2003, σελ. 16.20.21ε.

[lxxv]. Μοναχού Αρσενίου Βλιαγκόφτη, Οικουμενισμός, Νεοειδωλολατρία και Νέα Εποχή, εκδ. Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 41.

[lxxvi]. Αντωνίου Γ. Αλεβιζόπουλου, Αποκρυφισμός, Γκουρουϊσμός, «Νέα Εποχή», εκδ. Ι.Μ. Νικοπόλεως. Πρέβεζα 1990, σελ. 100.108

[lxxvii]. Αυτόθι, σελ. 105.

[lxxviii]. Αυτόθι, σελ. 105ε.

[lxxix]. Alice A. Bailey, The reappearance of the Christ, Lucis Publishing Company, New York, Lucis Press Ltd. London, 1948 (fourth printing 1962), σελ. 60· "If men look for the Christ Who left His disciples centuries ago, they will fail to recognise the Christ Who is in process of returning. The Christ has no religious barriers in His consciousness. It matters not to Him of what a faith a man may call himself" (Excerpt from Chapter Three: The reappearance of the Christ).

[lxxx]. Αυτόθι, σελ. 65· "What is this church of Christ? It is constituted of the sumtotal of all those in whom the life of Christ or the Christ-consciousness is to be found or is in process of finding expression; it is the aggregation of all who love their fellowmen, because to love one's fellowmen is the divine faculty which makes us full members of Christ's community. It is not the accepting of any historical fact or theological creed which places us en rapport with Christ" (Excerpt from Chapter Four: The work of the Christ today and in the future).

[lxxxi]. Αυτόθι, σελ. 110· "He will not come to convert the "heathen" world for, in the eyes of the Christ and of His true disciples, no such world exists and the so-called heathen have demonstrated historically less of the evil of vicious conflict than has the militant Christian world. The history of the Christian nations and of the Christian church has been one of an aggressive militancy-the last thing desired by the Christ when He sought to establish the church on earth" (Excerpt from Chapter Five: The teachings of the Christ).

[lxxxii]. Αυτόθι, σελ. 110ε. · "The major effect of His appearance will surely be to demonstrate in every land the effects of a spirit of inclusiveness- an inclusiveness which will be channeled or expressed through Him. All who seek right human relations will be gathered automatically to Him, whether they are in one of the great world religions or not;" (Excerpt from Chapter Five: The teachings of the Christ).

[lxxxiii]. Αυτόθι, σελ. 140· "The church today is the tomb of the Christ and the stone of theology has been rolled to the door of the sepulchre. There is, however, no point in attacking Christianity. Christianity cannot be attacked; it is an expression-in essence, if not yet entirely factual-of the love of God, immanent in His created universe. Churchianity has, however, laid itself wide open to attack, and the mass of thinking people are aware of this; unfortunately, these thinking people are still a small minority which (when it is a majority and it is today a rapidly growing one) will spell the doom of the churches and endorse the spread of the true teaching of the Christ" (Excerpt from: Chapter Six : The New World Religion).

[lxxxiv]. Αυτόθι, σελ. 140ε.· "... surely, He must feel (with an aching heart) that the simplicity which He taught and the simple way to God which He emphasized have disappeared into the fogs of theology (initiated by St. Paul) and in the discussions of churchmen throughout the centuries. Men have travelled far from the simplicity of thought and from the simple, spiritual life which the early Christians lived"(Excerpt from: Chapter Six : The New World Religion).

[lxxxv]. Αυτόθι, σελ. 154· "Secondly, the establishing of a certain uniformity in the world religious rituals will aid men everywhere to strengthen each other's work and enhance powerfully the thought currents directed to the waiting spiritual Lives. At present, the Christian religion has its great festivals, the Buddhist keeps his different set spiritual events, and the Hindu has still another list of holy days. In the future world, when organised, all men of spiritual inclination and intention everywhere will keep the same holy days. This will bring about a pooling of spiritual resources, and a unified spiritual effort, plus a simultaneous spiritual invocation. The potency of this will be apparent." (Excerpt from: Chapter Six : The New World Religion).

[lxxxvi]. Αυτόθι, σελ. 159· "Churchmen need to remember that the human spirit is greater than all the churches and greater than their teaching. In the long run, the human spirit will defeat them and proceed triumphantly into the Kingdom of God, leaving them far behind unless they enter as a humble part of the mass of men [...] The churches in the West need also to realise that basically there is only one Church, but it is not necessarily only the orthodox Christian institution. God works in many ways, through many faiths and religious agencies; this is one reason for the elimination of non-essential doctrines. By the emphasising of the essential and in their union will the fullness of truth be revealed. This, the new world religion will do and its implementation will proceed apace, after the reappearance of the Christ". (Excerpt from: Chapter Six : The New World Religion).

Αναδημοσίευση από: http://www.impantokratoros.gr/565B5158.el.aspx

Η Αποτείχιση του π. Σταύρου Βαΐου (Επιστολή)



"Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη 
Φθιώτιδος κ. Νικόλαο 
Ε Ν Τ Α Υ Θ Α 
------Αρ. Πρωτ. 209/10.3.2009 
Σεβασμιώτατε, τα σέβη μου,

Έλαβα χθες το υπ’ αριθμ. πρωτ. 203/5.3.2009 υμέτερο έγγραφο, με το οποίο μου ζητάτε ορισμένες πληροφορίες. Βρίσκομαι σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση. Γνωρίζω ότι θα λυπήσω την Σεβασμιότητά σας, με την απάντησή μου αυτή. Δεν θα το ήθελα ποτέ αυτό το πράγμα, γιατί επί έτη διατέλεσα ως κληρικός υπό την ποιμαντική ευθύνη σας ως επισκόπου της Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδος. Έχω γευθεί αδιάκοπα σ’ όλο αυτό το διάστημα την μεγάλη αγάπη σας στο πρόσωπό μου. Ποτέ δεν είχα και δεν έχω το παραμικρό προσωπικό παράπονο εναντίον σας. Είμαι όμως υποχρεωμένος για λόγους συνειδήσεως, που είναι για μένα λόγοι Πίστεως, να σας απαντήσω ειλικρινά για τα θέματα αυτά, που με ρωτάτε, όπως άλλωστε απαντώ και σε όσους άλλους μου θέτουν παρόμοια ερωτήματα με τα δικά σας. 

1. Η «κανονική εκκλησιαστική οδός» 

1. Είναι αλήθεια, Σεβασμιότατε, ότι από διετίας περίπου έπαυσα το μνημόσυνο του ονόματός σας ως επισκόπου στις ιερουργίες που τελώ. Την ενέργειά μου αυτή την χαρακτηρίζετε ως διολίσθηση «της κανονικής εκκλησιαστικής οδού». Ποιά όμως είναι αυτή η «κανονική εκκλησιαστική οδός»; 
Δεν προτίθεμαι να κάνω σε σας μαθήματα θεολογίας. Είμαι βέβαιος, ότι τα θέματα αυτά τα γνωρίζετε πολύ καλύτερα από μένα. Παρόλο όμως τον σεβασμό και την εκτίμηση που τρέφω στο πρόσωπό σας, θα μου επιτρέψετε να διευκρινίσω, ότι η οδός, κατά το λόγο του Κυρίου, είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο οποίος είπε «εγώ ειμί η οδός, η ζωή και η αλήθεια...». Υπό την έννοια αυτή ο Χριστός είναι η σωτηρία μας. Χωρίς τον Χριστό κανένας δεν πρόκειται να σωθή. 
Οι Πατέρες της Εκκλησίας διδάσκουν ότι η σωτηρία του ανθρώπου είναι αποτέλεσμα δύο παραγόντων, της ορθής Πίστεως και του ορθού βίου. Εάν λείψουν αυτοί οι δύο παράγοντες, ή ένας από αυτούς, δεν σώζεται ο άνθρωπος. Η ορθή Πίστη οριοθετείται από την ακρίβειά της στην «άπαξ παραδοθείσα τοις αγίοις Πίστι» (Ιούδα 3), και από την μη «κοινωνία» με αιρετικούς ποιμένες. Δεν αρκεί δηλ. να έχει ένας πιστός ορθόδοξο φρόνημα, αλλά πρέπει και ο επίσκοπός του, που μνημονεύεται στο ναό, που εκκλησιάζεται ο πιστός, να είναι ο ίδιος ορθόδοξος, γιατί αλλιώς «μολύνεται», και ό,τι είναι ο επίσκοπός του, γίνεται και αυτός. Αν δηλ. ο επίσκοπός του είναι αιρετικός, καθίσταται και αυτός αιρετικός, καίτοι μπορεί ο ίδιος να έχει Ορθόδοξο φρόνημα! 

2. Με την παύση του μνημοσύνου του ονόματός σας, Σεβασμιώτατε, νομίζω, ότι δεν έχω παρεκτραπεί καθόλου από την «κανονική εκκλησιαστική οδό», για τους εξής λόγους. 
Την «κανονική εκκλησιαστική οδό» ορίζει η Αγία Γραφή, και οι Πατέρες οι οποίοι λένε: 
α. Ο Απόστολος Παύλος μιλώντας στους πρεσβυτέρους της Εφέσου λέει μεταξύ άλλων και τα εξής: «εγώ οίδα τούτο ότι εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου λύκοι βαρείς εις υμάς μη φειδόμενοι του ποιμνίου. Και εξ υμών αυτών αναστήσονται άνδρες λαλούντες διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών». Δηλ. μέσα από την Εκκλησία, από τους ηγέτες της Εκκλησίας, θα ξεπηδήσουν άτομα, που θα λαλούν διεστραμμένα, που θα είναι αιρετικοί. Και πράγματι οι περισσότεροι αιρετικοί στην ιστορία της Εκκλησίας ήταν κληρικοί, πρεσβύτεροι, επίσκοποι, Πατριάρχες! 

β. Ο άγιος Ιγνάτιος στην επιστολή προς τον άγιο Πολύκαρπο γράφει: «Πας ο λέγων παρά τα διατεταγμένα καν αξιόπιστος ή, καν νηστεύη, καν σημεία ποιή, καν προφητεύη, λύκος φαινέσθω εν προβάτου δορά, προβάτων φθοράν κατεργαζόμενος»! 
Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξουν κληρικοί, οι οποίοι θα είναι «λύκοι βαρείς»! Θα μιλούν διεστραμμένα, δηλαδή κακόδοξα. Όταν οι κληρικοί αυτοί είναι επίσκοποι, τότε και οι πιστοί που τους ακολουθούν, καθίστανται και αυτοί κακόδοξοι, καίτοι μπορεί οι ίδιοι να έχουν ορθόδοξο φρόνημα.. Εάν όλοι οι επίσκοποι της Εκκλησίας καταστούν κακόδοξοι, τότε η Εκκλησία αυτή παύει να είναι Ορθόδοξη. Γίνεται αιρετική! Για το λόγο αυτό ο Κύριος είπε το φοβερό εκείνο λόγο «άρα ελθών ο υιός του ανθρώπου ευρήσει την πίστιν επί της γης;» 

3. Πρέπει να σημειωθεί ότι κακόδοξος καθίσταται κάποιος, όχι μόνο πρωτογενώς, όταν δηλ. ο ίδιος κηρύττει, ή αποδέχεται κάποια αιρετική διδασκαλία, αλλά και όταν «κοινωνεί» με αιρετικούς, όπως είναι οι ποιμένες του. 
α. Το μνημόσυνο του ονόματος του επισκόπου από κληρικό υποδηλώνει την μεταξύ τους «κοινωνία». Γι’ αυτό, ο Άτλας της Ορθοδοξίας, ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, λέει: «…πολύς εστιν ο του μνημοσύνου λόγος και ουχί μικρός, διότι εκείνοι μνημονεύονται επ’ εκκλησίαις, όσοι εισί Ορθόδοξοι και κοινωνικοί προς την αυτήν εκκλησίαν. Οι δε ακοινώνητοι ούτε μνημονεύονται, ούτε γαρ έχει άδεια τις των ιερωμένων εύχεσθαι επ’ εκκλησίαις»! Ο ίδιος δε άγιος Μάρκος, πιεζόμενος να μνημονεύσει τον Λατινόφρονα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μητροφάνη, είπε: «Εκφεύγειν άπασι τρόποις την κοινωνίαν αυτού ( του Πατριάρχου) και μήτε συλλειτουργείν αυτώ, μήτε μνημονεύειν όλως αυτού, μήτε αρχιερέα τούτον αλλά λύκον και μισθωτόν ηγείσθαι». 

β. Οι αγιορείτες Πατέρες τον 13ο αιώνα, όταν πιέζονταν να μνημονεύσουν τον Λατινόφρονα Πατριάρχη Ιωάννη Βέκκο, σε επιστολή τους προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο, έγραψαν: «μολυσμόν έχει η κοινωνία, εκ μόνου του αναφέρειν αυτόν, καν ορθόδοξος είη ο αναφέρων»! 

γ. Αλλά, και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας ομόφωνα παραγγέλλουν, λέγοντας «Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι, πάσαι αι θείαι γραφαί, φεύγειν τους ετερόφρονας παραινούσι και της αυτών κοινωνίας διϊστασθαι» (P.G. 160, 105C). 

δ. Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος αποφαίνεται: «Τοις κοινωνούσιν εν γνώσει (τοις αιρετικοίς) ανάθεμα» ( P.G. .13, 128) 

ε. Οι Αποστολικές Διαταγές προτρέπουν: «Ώσπερ γαρ τω καλώ ποιμένι το μη ακολουθούν πρόβατον λύκοις έκκειται εις διαφθοράν. Ούτω τω πονηρώ ποιμένι το ακολουθούν πρόδηλον έχει τον θάνατον ότι κατατρώξεται αυτό. Διό φευκτέον από των φθορέων ποιμένων (Αποστολικαί Διαταγαί Β΄ ιθ΄) 

στ. Ο Μέγας Αθανάσιος συμβουλεύει: «Βαδίζοντες την απλανή και ζωηφόρον οδόν , οφθαλμόν μεν εκκόψωμεν σκανδαλίζοντα, μη τον αισθητόν…αλλά τον νοητόν. Οίον εάν ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος, οι όντες οφθαλμοί της Εκκλησίας, κακώς αναστρέφωνται, και σκανδαλίζωσι τον λαόν, χρη αυτούς εκβάλλεσθαι. Συμφέρον γαρ εστιν άνευ αυτών συναθροίζεσθαι εις ευκτήριον οίκον, ή μετ’ αυτούς εμβληθήναι, ως μετά Άννα και Καϊάφα, εις την γέεναν του πυρός…ίνα η Εκκλησία ασκανδαλίστως συναγομένη διαφυλαχθήσεται»( ΒΕΠΕΣ 31, 311) 

ζ. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει: «Κρείττον γαρ ουδενός άγεσθαι. Πως ουν ο Παύλος φησί “πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών” ανωτέρω ειπών, “:ων αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής, μιμείσθε την πίστιν”, τότε είπε “πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε;” Τι ουν φησίν; Όταν πονηρός ή, μη πειθώμεθα; Πονηρός πώς λέγεις; Ει μεν πίστεως ένεκεν, φύγε αυτόν και παραίτησαι, μη μόνον αν άνθρωπος ή, αλλά και άγγελος εξ ουρανού κατιών» (P.G. 63 , σελ.231 επ.). 

η. Ο Άγιος Θεόδωρος Στουδίτης ορίζει: «Εχθρούς γαρ Θεού ο Χρυσόστομος ου μόνον τους αιρετικούς, αλλά και τους τοιούτοις κοινωνούντας μεγάλη τη φωνή απεφήνατο» (P.G. 99, 1049A) ! 
Ο αυτός άγιος Θεόδωρος Στουδίτης θεωρεί «προδοσίαν της Ορθοδόξου Ομολογίας» το να παραμένει κάποιος εν κοινωνία με τον κακοδοξούντα επίσκοπόν του ( P.G. 99, 1365)! 
Ο ίδιος πάλι άγιος Θεόδωρος Στουδίτης λέει: «Έχουμε παραγγελία από τον Απ. Παύλο να θεωρούμε απαραδέκτους στον άγιο κλήρο αυτούς τους ποιμένες, που διδάσκουν διαφορετικά από όσα παραλάβαμε από τους αγίους Πατέρες και τις άγιες Συνόδους»! 

θ. Ο Σίλβεστρος Συρόπουλος, ιστορικός της ψευδο-συνόδου Φλωρεντίας –Φεράρας, μετέπειτα Πατριάρχης λέει: «Εκείνοι γαρ μνημονεύονται επ’ εκκλησίαις, όσοι εισίν ομόδοξοι και κοινωνικοί προς την αυτήν Εκκλησίαν. Οι δε ακοινώνητοι, ουδέ μνημονεύονται ουδέ έχει άδειαν τις των ιερωμένων εύχεσθαι επ’ εκκλησίαις υπέρ ακοινωνήτου... Πώς ουν μνημονευθήσεται ο ακοινώνητος μετά των κοινωνικών»; 

ι. Ο Μέγας Φώτιος λέει: «αιρετικός εστίν ο ποιμήν; λύκος εστίν. φεύγειν εξ αυτού και αποπηδάν δεήσει μην απατηθήναι προσέλθειν καν ήμερον αυτού παρισαίνειν δοκεί, φύγε την κοινωνίαν και την προς αυτόν ομιλίαν ως ιόν όφεως», (δηλ. Όταν ο ποιμένας είναι αιρετικός τότε γίνεται λύκος, και πρέπει να φεύγουμε και να απομακρυνόμαστε, και μη μας ξεγελάσει καν παρουσιάζεται ως ήρεμος, φύγε την επικοινωνίαν και την ομιλίαν, ωσάν το δηλητήριον του όφεως). 

ια. Ο άγιος Γερμανός, Πατριάρχης ΚΠόλεως, σημειώνει : «Όσοι της Καθολικής Εκκλησίας εστέ τέκνα γνήσια φεύγειν όλω ποδί τη Λατινική υποταγή και μηδέ ευλογίαν εκ των χειρών αυτών λαμβάνειν την τυχούσαν. Κρείσσον γαρ εστίν εν τοις οίκοις υμών τω Θεώ προσεύχεσθαι κατά μόνας, ή επ’ εκκλησίαις συνάγεσθαι μετά λατινοφρόνων». 

ιβ. Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, προσθέτει: « Φεύγετε αυτούς, αδελφοί, και την προς αυτούς κοινωνίαν». Οι γαρ τοιούτοι ψευδαπόστολοι, εργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εις αποστόλους Χριστού. Και ου θαυμαστόν. «Αυτός γαρ ο σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός» Ου γαρ ουν, ει και οι διάκονοι αυτού μετασχηματίζονται ω ς διάκονοι δικαιοσύνης, ων το τέλος έσται κατά τα έργα αυτών… Στήκετε, κρατούντες τας παραδόσεις, ας παρελάβατε, τας τε εγγράφους και αγράφους, ίνα μη τω των αθέσμων πλάνη συναπεχθέντες εκπέσητε του ιδίου στηριγμού» Ι. Καρμίρη, ΔΣΜ. Α΄ σ. 361, 362) 

ιγ. Ο 31ος Αποστολικός Κανόνας προβλέπει την απομάκρυνση των πιστών από κακοδόξους επισκόπους! 

ιδ. Ο 15ος Κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, απόσπασμα του οποίου παραθέτω σε μετάφραση, λέει: «... όσοι απομακρύνονται από την “κοινωνία” με τον επικεφαλής τους εξαιτίας κάποιας αίρεσης .... αυτοί όχι μόνο δεν θα υποβληθούν στην προβλεπόμενη από τους κανόνες ποινή .... , αλλά και θα θεωρηθούν από τους Ορθοδόξους άξιοι τιμής που τους αρμόζει. Γιατί δεν καταδίκασαν επισκόπους, αλλά ψευτοεπισκόπους και ψευτοδιδασκάλους και δεν κατατεμάχισαν την ενότητα της Εκκλησίας με σχίσμα, αλλά φρόντισαν με ζήλο να σωθεί η Εκκλησία από σχίσματα και διαιρέσεις»! 
Ερμηνεύων τον κανόνα αυτό ο διαπρεπής κανονολόγος Νικόδημος Μίλας γράφει: «Εάν Επίσκοπός τις ή Μητροπολίτης ή Πατριάρχης άρξηται να διακηρύττη δημοσία επ’ εκκλησίας αιρετικήν τινά διδαχήν, αντικειμένην προς την Ορθοδοξίαν, τότε οι προαναφερθέντες κέκτηνται δικαίωμα άμα και χρέος ν’ αποσχοινισθώσι πάραυτα του επισκόπου, Μητροπολίτου και Πατριάρχου εκείνου, διό ου μόνον εις ουδεμίαν θέλουσιν υποβληθή κανονικήν ποινήν, αλλά θέλουσι και επαινεθή εισέτι, καθ΄ όσον δια τούτου δεν κατέκριναν και δεν επανεστάτησαν εναντίον των νομίμων επισκόπων, αλλ’ εναντίον ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων, ούτε και εγκατέστησαν τοιουτοτρόπως σχίσμα εν τη Εκκλησία, αλλ’ αντιθέτως απήλλαξαν την Εκκλησίαν, εν όσω ηδυνήθησαν, του σχίσματος της διαιρέσεως» (Επισκόπου Νικοδήμου Μίλας, Οι Κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μεθ’ ερμηνείας, Ι Ι, Novi Sad, σ. 290 – 291, μτφρ. εκ της Σερβικής υπό Ιερομ. – νυν επισκόπου- Ειρηναίου Μπούλοβιτς). 


4. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στους κόλπους αυτής της Εκκλησίας, η οποία κατέστη αιρετική. Σ’ αυτή την Εκκλησία, αγνοών τότε πάντα ταύτα, χειροτονήθηκα το 1978 κληρικός. Αυτήν υπηρέτησα μέχρι πριν από λίγα χρόνια, μέχρι που άρχισα να αντιλαμβάνομαι την αιρετική κατάστασή της. 
Άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι οι καλοί ποιμένες είναι σπάνιοι, όπως λέει ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος «Σπάνιοι γαρ ως αληθώς και μάλιστα άρτι σε καλώς ποιμαίνειν και λατρεύειν ψυχάς λογικάς επιστάμενοι» ( Συμεών S. C. 104, 346). 
Άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι αυτό που είπε ο Κύριος για τους Γραμματείς και Φαρισαίους της εποχής του, ισχύει και για τους σημερινούς επισκόπους της Εκκλησίας, που τότε ανήκα: «Επί της Μωσέως καθέδρας εκάθισαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι ( Ματθ. 23, 2 ) οι οποίοι ούτε οι ίδιοι σώζονται, αλλά δεν αφήνουν και τους άλλους να σωθούν! Ισχύει και το «Ουαί δε υμίν, Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι κλείετε την βασιλείαν των Ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων. Υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν» ( Ματθ. 23, 13)! 
Και αυτό, γιατί οι Ιεράρχες της Εκκλησίας αυτής νόμισαν και νομίζουν ότι έχουν την εξουσία να παραβαίνουν τους Κανόνες και τα δόγματά της. Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης λέει σχετικά: «Εξουσία τοις Ιεράρχαις εν ουδενί δέδοται επί πάση παραβάσει κανόνος. Ή μόνον στοιχείον τα δεδογμένα και έπεσθαι τοις προλαβούσιν» (Επιστολή 1, 24. P.G. 99, 985 C)! 
Άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι οι επίσκοποί της δεν είναι πλέον Ορθόδοξοι ποιμένες, αλλά αιρετικοί Λατινόφρονες! Και όλοι οι αιρετικοί οδεύουν προς την αιώνια κόλαση. Οι Πατέρες είναι ξεκάθαροι στο ζήτημα αυτό. 

α. Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός λέει σχετικά: «ο λατινοφρονών μετά των Λατίνων κριθήσεται και ως παραβάτης της πίστεως λογισθήσεται» (Μάρκου Ευγενικού, Επιστολή προς Θεοφάνην, P.G. 160, 1097D, 1100A). 

β. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς λέει ότι οι αιρετικοί δεν είναι της Εκκλησίας του Χριστού «Ουδέ της του Χριστού Εκκλησίας εισί, ως μη της αληθείας όντες» (Γρηγόριος Παλαμάς, Άπαντα β΄ 627. Αναίρεσις Γράμματος Ιγνατίου 2-4). 

γ. Γι’ αυτό, ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος προτρέπει τους πιστούς να επιτηρούν τους επισκόπους για να ελέγχουν αν είναι Ορθόδοξοι. «Τους επισκόπους υμών επιτηρείτε, λέγει, ίνα ώσιν Ορθόδοξοι, και μη διδάσκουσι δόγματα εναντίον της Ορθοδόξου Πίστεως, μηδέ τοις αιρετικοίς, ή τοις απεσχισμένοις συλλειτουργώσι». (Πατριάρχου Νεκταρίου, Επιτομή Ιεροκοσμικής Ιστορίας, Εκδόσεις Ιεράς Μονής Σινά, Αθήναι 1980, σ.231) 

Μετά από όλα τα παραπάνω η συνείδησή μου δεν μου επέτρεπε να συνεχίσω το μνημόσυνο του δικού σας ονόματος, Σεβασμιώτατε, όχι γιατί σας άκουσα καμιά φορά κηρύττοντα αιρετικές διδασκαλίες, αλλά ως «κοινωνούντα» με αιρετικούς επισκόπους, όπως είναι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, όπως θα δούμε πιο κάτω! Δεν διολίσθησα, λοιπόν, καθόλου από την «κανονική εκκλησιαστική οδό» της Ορθοδοξίας, απεναντίας, μάλιστα! 

2. Είναι έγκλημα η τήρηση των εντολών του Θεού; 

Γράφετε, Σεβασμιώτατε, ότι ανεχθήκατε «εν ταπεινώσει και ανοχή» επί διετία την μη μνημόνευση του ονόματός σας, αναμένοντας την διόρθωσή μου, αλλά μάταια! 
Δηλαδή, αναμένατε, Σεβασμιώτατε, να λατινοφρονήσω και εγώ, και να καταστώ παπόδουλος; Να φραγκέψω; Απεναντίας, εγώ ανέμενα από τον επίσκοπό μου, τον οποίο με συνέπεια υπηρέτησα τόσα έτη, να αναλάβη πρωτοποριακό αγώνα για την Ορθόδοξη Πίστη, ως άλλος Μάρκος Ευγενικός! Ανέμενα, ο επίσκοπός μου να χαίρεται και να επιβραβεύει όσους είναι αφοσιωμένοι στην Ορθή Πίστη και αγωνίζονται γι’ αυτή! Αντί τούτου, σεις στραφήκατε δυστυχώς εναντίον μου! 
Πόσο δίκαιο είχε ο Μέγας Βασίλειος, όταν έγραφε: «Εν έστιν έγκλημα νυν σφοδρώς εκδικούμενον, η ακριβής τήρησις των πατρικών Παραδόσεων» (Μέγας Βασίλειος ΕΠΕ 2, σελ. 34)!! 

3. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος 

1. Συνεχίζοντες γράφετε ότι πληροφορηθήκατε ότι στέλνω υλικό υβριστικού περιεχομένου κατά του Πατριάρχη Βαρθολομαίου κλπ. 
Ποτέ δεν διακίνησα υβριστικού περιεχομένου έγγραφα ή βιβλία κατά ουδενός προσώπου. Φοβάμαι ότι έχουμε διαφορετική αντίληψη περί του τί είναι «υβριστικό» και τι δεν είναι! Το να γράφει ένα έντυπο, ότι ο Πατριάρχης είναι αιρετικός, δεν είναι ύβρις! Είναι μιά αξιολογική κρίση, που απορρέει από επιβεβλημένο καθήκον κάθε χριστιανού να περιφρουρεί και υπερασπίζεται, ως φύλακας που είναι, την Ορθόδοξη Πίστη, όπως δήλωσαν οι Ορθόδοξοι Πατριάρχες το 1848. 
Το πρόβλημα, Σεβασμιώτατε, είναι: Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ως και οι προκάτοχοί του, ο Δημήτριος, ιδιαιτέρως δε, ο διαβόητος Αθηναγόρας είναι αιρετικοί ή όχι; Οι λοιποί επίσκοποι της Εκκλησίας αυτής είναι Ορθόδοξοι ή αιρετικοί; 

2. Αδίστακτα φρονώ, Σεβασμιώτατε, και μαζί μου πιστεύω, ότι συμφωνεί κάθε Ορθόδοξος, που δεν τον εγκατέλειψε ο φόβος του Θεού, ότι όλα τα πιο πάνω πρόσωπα είναι αιρετικοί! 
Θα ευχόμουνα με όλη μου την ψυχή να μην είναι! Θα ευχόμουνα να είχα «πέσει έξω» στις εκτιμήσεις μου! Να είχα και να έχω κάνει λάθος! Μπορείτε, εσείς Σεβασμιώτατε, ή κάποιος άλλος να αποδείξει ότι ο Αθηναγόρας, ο Δημήτριος, ο Βαρθολομαίος δεν είναι αιρετικοί; Θα το χαρώ ιδιαίτερα! Και θα ζητήσω τότε δημόσια συγγνώμη, και από σας, και από εκείνους! ΄Όμως, αυτό είναι αδύνατο να γίνει. Γιατί οι άγιοι Πατέρες θεωρούν όλα τα άτομα αυτά αδιαμφισβήτητα ως ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ! Θα ήθελα όμως να σταθώ λίγο στα πρόσωπα αυτά. 

α. Και κατά πρώτον, ο Αθηναγόρας! 
Ο Αθηναγόρας, διακήρυξε τις μεγαλύτερες βλασφημίες και αιρέσεις: Είπε, όταν ήταν νέος ακόμα, στο χωριό του, εξωμολογείτο στον .... ιμάμη! Αυτό σημαίνει προσχώρησή του στο μωαμεθανισμό! Είπε επίσης, ότι όταν ήταν Μητροπολίτης στην Κέρκυρα, ασκούσε χρέη.... ραβίνου στη συναγωγή των Εβραίων! Δηλ. προσχώρησε και στον Ιουδαϊσμό! Στη συνέχεια, το1965, συμφώνησε και υπόγραψε με τον Πάπα, την «Ένωση των Εκκλησιών», για την οποία θ’ αναφερθούμε πιο κάτω! Μετά, οι δηλώσεις του για την Πίστη! Και τί δεν είπε, πράγμα το οποίο ανάγκασε μερικούς να γράψουν τα σκληρά πράγματα σε βάρος του, όπως: 

β. Ο μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, ο οποίος έγραψε το 1965: 
«Από το 1920 έχομεν συρροήν «βλασφημιών», δια του καινοτόμου Μεταξάκη, και του Ωριγενιστού Βασιλείου, αι οποίαι απεκορυφόθησαν δια του νυν Πατριάρχου κ. Αθηναγόρου. Οποίαι και οπόσαι βλασφημίαι! 
Από το 1949 μέχρι σήμερον και τι δεν ηκούσαμεν από του στόματός του! Προς τι να τας επαναλάβωμεν; Προς τι να είπωμεν δια την «φιλτάτην του πατρίδα, την Τουρκίαν δια τας άνευ ανάγκης γλοιώδεις κολακείας προς το Ισλάμ, το ότι «ένα Θεόν πιστεύομεν πάντες» ή «όταν περιέρχωμαι εις αμηχανίαν, στρέφω το βλέμμα μου προς την εικόνα του Ατατούρκ και φωτίζομαι», τας ιδιοτύπους συλλειτουργίας μετά των Αρμενίων, τα τελούμενα μνημόσυνα επί νεκρών Τούρκων, αι συμφωτογραφήσεις μετά ελεεινών γυναικών, η αντικατάστασις του «μέτρου αληθείας ο Θεός», δια του «μέτρου ο άνθρωπος», η σιωπή του επί επιμόνου κατηγορίας ως μασόνου, η κατόπιν τόσου σκανδάλου, απειλήσαντος την ενότητα του Πατριαρχείου, προώθησις του μασόνου Ιακώβου εις Αμερικήν; 
Προς τι να υπομνήσωμεν τα τόσον γνωστά γεγονότα των τελευταίων χρόνων; 
Ποίος ποτέ Πατριάρχης Κπόλεως εδέχθη να γίνη όργανον μεγάλης εγκοσμίου δυνάμεως, δια να επιτύχη μίαν ψευδένωσιν των Εκκλησιών εις βάρος της Ορθοδόξου Πίστεως; Ποίος ελάλησε τόσον φιλελεύθερα και αντορθόδοξα, ως ούτος ο άνθρωπος;…. Ποίος άλλος είπε, ότι «μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων δεν υπάρχουν διαφοραί»; Ποίος άλλος ετραυμάτισε την εθνικήν μας φιλοτιμίαν με τον νοσηρόν του φιλοτουρκισμόν του; Ποίος προσέφερε «γην και ύδωρ» εις τον πάπαν; 
Ποίος εδίχασε το πλήρωμα της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας, εις ενωτικούς και ανθενωτικούς; 
Ποίος περιήγαγεν εις τόσον ταπεινωτικήν θέσιν το κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δια μιάς αχρείου Ορθοδόξως και φιλολατινικής πολιτικής; 
Διατί, λοιπόν, όλα αυτά δεν αποτελούν «βλασφημίας κατά του αγίου Πνεύματος» και τα δεινά τα οποία υπέστη το Πατριαρχείον μας και ο εις την Τουρκίαν λαός μας δεν αποτελούν «ένδικον μισθαποδοσίαν» υπό του Θεού μη φειδομένου και προ αυτού εκ του ολοκληρωτικού εκ της βασιλίδος «ξεριζώματος»; 

γ. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β΄ ( Χατζησταύρος): 
«αι αντορθόδοξοι ενέργειαι του Πατριάρχου (Αθηναγόρα) κατατείνουν εις την πλήρη υποδούλωσιν της Ορθοδοξίας εις τον πάπαν..»!! 

δ. Ο Αρχιμ. π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος: 
«Παναγιώτατε. Από πολλού απεδείξατε Υμάς αυτόν ως οπαδόν του πλέον απαισίου συγκρητισμού. Έχετε άρα γε αντιληφθή τι σημαίνει κατά βάθος ο επάρατος Οικουμενισμός; Υπό τον επάρατον Οικουμενισμόν δεν κρύπτεται απλώς μία αίρεσις. Κρύπτεται αυτή αύτη η άρνησις του αποκαλυπτικού χαρακτήρος της χριστιανικής Πίστεως. Κατά τούτο ο Οικουμενισμός είναι χείρων πάσης αιρέσεως»! 

ε. Ο Πατριάρχης Δημήτριος: 
Ο Δημήτριος διακήρυξε ότι ακολουθεί τη γραμμή του προκατόχου του Αθηναγόρα! Επίσης, είπε, ότι «όλοι οι χριστιανοί οι πιστεύοντες εις τον Ιησούν Χριστόν ως Υιόν του Θεού, και σωτήρα του κόσμου είμεθα εν σώμα…»! Είπε, ότι ένας Ορθόδοξος μπορεί «να μεταλάβη» σε παπική εκκλησία, διότι «εκατέρα των Εκκλησιών ημών (εννοεί την Ορθόδοξη και την παπική) έχει παραλάβη και τελεί τα αυτά ιερά μυστήρια»! Είπε ακόμα, ότι «δεν υπάρχει διαφορά εις το θέμα της αποστολικής διαδοχής, αναγνωρίζομεν τον πάπαν ως διάδοχον των Αποστόλων, όπως εμείς είμεθα διάδοχος των Αποστόλων» κτλ.! 

στ. Ο Βαρθολομαίος: 

Ο Ολιβιέ Κλεμάν, Ορθόδοξος Θεολόγος , λέει ότι ο Βαρθολομαίος δέχεται ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν είναι - η μοναδική –« Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» του Συμβόλου της Πίστεως, αλλ’ απλώς μία από τις μείζονες εκφράσεις του Χριστιανισμού, που έχει πλήρη συνείδηση ότι μέσα της υπάρχει ακόμη «Μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία»! Έχει δηλώσει ότι «Ορθοδοξία και παπισμός αποτελούν «το ενιαίον σώμα του Χριστού»! Άλλοτε δήλωσε, ότι Ορθοδοξία και Αγγλικανισμός είναι «αδελφαί Εκκλησίαι» και έχουν κοινή ευθύνην «εν τη καθόλου Εκκλησία»! Ακόμα είπε: «Εμείς οι θρησκευτικοί ηγέτες πρέπει να φέρουμε στο προσκήνιο τις πνευματικές αρχές του οικουμενισμού, της αδελφοσύνης και της ειρήνης. Αλλά για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να είμαστε ενωμένοι στο πνεύμα του ενός Θεού... Ρ/Καθολικοί και Ορθόδοξοι, Προτεστάνται και Εβραίοι, Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδισταί....»! Στις 27 Ιουνίου 1995 ο Βαρθολομαίος μίλησε σε Παπικούς νέους, ειπών και τα εξής:: «Τέκνα της Εκκλησίας εν Κυρίω ευλογημένα και αγαπητά... συνεορτάζομεν η Ανατολή και η Δύσις ( την θρονικήν εορτήν της Ρώμης). Θεού το δώρον... εορτάζομεν, διότι είμεθα η επί γης πορευομένη κοινωνία των Αγίων... είναι δε η εορτή της Εκκλησίας πεπληρωμένη όταν είναι παρούσα και συνεορτάζουσα η νεολαία... Ελάβατε διά του Αγίου Βαπτίσματος και του Χρίσματος τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Φέρετε εν τη ψυχή και τω μετώπω υμών τα σημεία της Βασιλείας των Θεού»! Άλλοτε, δήλωσε ότι Ιεροί Κανόνες είναι τα «τείχη του αίσχους» («Επίσκεψις 29.6. 1989) !!! 
Ακόμα, δήλωσε ότι «.. η μετάνοια ημών δια το παρελθόν είναι απαραίτητος. Δεν πρέπει να σπαταλήσωμεν τον χρόνον εις αναζητήσεις ευθυνών. Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, αλλά οφείλομεν ενώπιον Αυτού όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων» (Εκκλ. Αλήθεια 16. 12. 1998)!!! 

3. Σεβασμιώτατε, είναι όλα τα άτομα αυτά αιρετικά, ή όχι; Είναι ο Οικουμενισμός, τον οποίο κηρύττουν οι ανάξιοι αυτοί Πατριάρχες, και οι όμοιοί τους επίσκοποι, αίρεση, ή όχι; Ας το εξετάσουμε: 

α. Ο άγιος Ειρηναίος λέει: «Οι αιρετικοί ως «παραχαράκται της αληθείας, πέμπονται εις πυρ αιώνιον» (Ειρηναίου κατά αιρέσεων 3,4,2.)! 

β. Ο Μέγας Αθανάσιος λέγει: «αγάπα πάντα άνθρωπον. Και ειρήνευε μετά πάντων, χωρίς αιρετικών. Ο γαρ αιρετικός λύκος εστί της του Χριστού ποίμνης, και του Αντιχρίστου Πρόδρομος» (Μεγ. Αθανασίου, Πίστις των αγίων 318 Πατέρων, P.G. 28, 1641 BC). 

γ. Ο Μέγας Φώτιος λέει: «Εν τοις περί πίστεως και το παρεκκλίναι μικρόν, αμαρτείν εστιν αμαρτίαν την προς θάνατον» (Φώτιος P.G. 102, 604C ) 

δ. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς θεωρεί ότι η αποσιώπηση των δογματικών διαφορών μας από τους αιρετικούς αποτελεί «τρίτον είδος αθεΐας» (Γρηγ. Παλαμά, Συγγράμματα, εκδ. Π. Χρήστου, Θεσ/κη 1966, σελ. 483, στ. 23.)! 

ε. Η Σύνοδος Κων/πόλεως του έτους 1724 διακήρυξε: Αιρετικοί είναι εκείνοι οπού αποσκιρτήσουσιν από την ευσέβειαν και αφήσουσι μεν τα πάτρια και ορθά της πίστεως ημών δόγματα και τας κοινάς παραδόσεις της Εκκλησίας, περιπέσωσι δε και εξολισθήσωσιν εις νεωτερισμούς και αλλοκότους υπολήψεις και έθη ετερόδοξα και παραχαράξωσι και νοθεύσωσι την της ευσεβείας αλήθειαν, οι τοιούτοι ούτε πλέον είναι, ούτε ονομάζονται τη αληθεία Χριστιανοί, αλλ’ ως ετερόδοξοι και νεωτεριστάς εκκόπτοντας και χωρίζοντας της εκκλησιαστικής και χριστιανικής ολομελείας και της ιεράς μάνδρας εκβάλλονται ως πρόβατα ψωριώντα και μέλη σεσηπότα» (Mansi, 37, 209)! 

4. Είναι ο Οικουμενισμός αίρεση και οι Οικουμενιστές αιρετικοί; 

α. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β΄ ( ο Χατζησταύρου) λέει: «... Ας σκεφθη ο Ορθόδοξος Ελληνικός λαός, πού οδηγείται δια της νέας ταύτης θεωρίας του Οικουμενισμού. 
Καλείται να εγκαταλείψη δόγματα και παραδόσεις θεοπνεύστους και αιωνοβίους και να αδιαφορήση δια τας συνεπείας και τας επιπτώσεις εις θρησκευτικήν αδιαφορίαν, την οποίαν προβλέπων εν πνεύματι αγίω ο πνευματικός της Αποκαλύψεως συγγραφεύς, έγραψε προ δισχιλίων ετών δια τον Άγγελον της Λαοδικείας «Οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει, ούτε ζεστός. Όφελον ψυχρός ης, η ζεστός. Ούτως, ότι χλιαρός ει και ούτε ζεστός, ούτε ψυχρός, μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου, ότι λέγεις, ότι πλούσιος ειμί και πεπλούτηκα, και ουδενός χρείαν έχω και ουκ οίδας, ότι συ ει ο ταλαίπωρος και ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός. Συμβουλεύω σοι αγοράσαι παρ’ εμού χρυσίον πέπυρωμένον εκ πυρός, ίνα πλουτίσης, και ιμάτια λευκά, ίνα περιβάλη και μη φανερωθή η αισχύνη της γυμνότητός σου και κολλύριον ίνα εγχρίση τους οφθαλμούς σου, ίνα βλέπεις, εγώ όσους φιλώ ελέγχω και παιδεύω. Ζήλευε ουν και μετανόησον» (Αποκ. 3, 16). 
Πλούσιοι έχομεν γίνει και ημείς εν σοφία κοσμική και οδηγούμεθα να αδαφορήσωμεν δια την ορθόδοξον πίστιν και να πιστεύσωμεν εις ανεμωλίους και αυτόχρημα κωμικάς διδασκαλίας. Οδηγείται ο Έλλην Ορθόδοξος λαός να αδιαφορήση μεν προς την πίστιν, ην εκράτησαν και εκράτυναν οι αιώνες της ιστορίας ημών, αιώνες διωγμών, αιμάτων, βασανιστηρίων, επιδρομών βαρβάρων, αλλ’ αιώνες δόξης και τιμής, και αναγεννήσεως ημών και ως χριστιανών και ως Ελλήνων..... 
Τους δε συγχρόνους πονηρούς και γόητας της «Οικουμενικής κινήσεως», ιδού πως περιγράφει εν πνεύματι ο αυτός Απόστολος, «Πονηροί δε άνθρωποι και γόητες προκόψωσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι, συ δε μένε εν οις έμαθες και επιστώθης, ειδώς παρά τινος έμαθες... έσται γαρ καιρός ότε της υγιαινούσης διδασκαλίας ουκ ανέξονται, αλλά κατά τας επιθυμίας τας ιδίας εαυτοίς επισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι την ακοήν και από μεν της αληθείας την ακοήν αποστρέψουσι επί δε τους μύθους εκραπήσονται» ( Β΄ Τιμ. 3, 13 και 4, 3- 5). 
Δεν μένει άλλο παρά να επαναλάβωμεν προς τους νεοδιδασκάλους της οικτράς κατά συλληψιν και εκτέλεσιν οικουμενικής κινήσεως την μετ’ αγανακτήσεως θείας επιτίμησιν αυτού του Θεού της Εκκλησίας, προς όλους μετ’ αγανακτήσεως και αποστροφής αποτείνεται δια του ψαλμωδού και λέγει (Ψαλμ. 19,16) «Ίνα τι συ εκδιηγή τα δικαιώματά μου και αναλαμβάνεις δια στόματός σου την διαθήκην μου;» (Αρχιεπ. Αθηνών Χρυσοστόμου Β΄ Πεπραγμένα, τ. γ΄). 

β. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος είπε: «Ο Οικουμενισμός, πραγματικά έτσι όπως έχει επικρατήσει να σηματοδοτείται ο όρος αυτός, βεβαίως είναι αίρεσις, διότι σημαίνει απάρνηση βασικών χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της Ορθοδόξου Πίστεως, όπως είναι, φέρ’ ειπείν, η αποδοχή της θεωρίας των κλάδων... 
Εμείς πιστεύουμε ότι η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Τέρμα! Σ’ αυτό, δεν γίνεται συζήτηση. Επομένως, πας όστις πρεσβεύει τα αντίθετα μπορεί να λέγεται οικουμενιστής και επομένως να είναι αιρετικός (περιοδ. Παρακαταθήκη Θεσ/κης Ιούλιος – Αύγουστος 1998) 

γ. Ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς λέει: «Ο Οικουμενισμός είναι κοινό όνομα δια τους ψευδοχριστιανούς, διά τας Ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του ευρίσκεται η καρδία όλων των Ευρωπαϊκών Ουμανισμών με επικεφαλής τον Παπισμόν. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μία αίρεσις παραπλεύρως, εις την άλλην αίρεσιν. Το κοινόν Ευαγγελικόν όνομά τους είναι η παναίρεσις» (Ιουστίνος Πόποβιτς, Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός, Θεσ/κη 1974, σ.224) 

δ. Ο καθηγητής Ανδρέας Θεοδώρου, γράφει: «Ο Οικουμενισμός δεν είναι αίρεσις και παναίρεσις, ως συνήθως χαρακτηρίζεται. Είναι κάτι πολύ χειρότερον της παναιρέσεως.... Ο Οικουμενισμός είναι υπέρβασις, αμνήστευσις, παραθεώρησις, δια να μη είπωμεν νομιμοποίησις και δικαίωσις των αιρέσεων. Είναι η ετεροδοξία παρηλλαγμένη και μεταμεμορφωμένη, ήτις επιζητεί αρμονικώς να συνυπάρχη μετά της καθολικότητος... Ο Οικουμενισμός είναι νόσος προς θάνατον» (Α. Θεοδώρου, Η Ορθοδοξία χθες και σήμερον, Αθήναι 1973, σ. 21. 

ε. Ο μακαριστός Φώτης Κόντογλου, είπε: «... Ο φιλοπαπισμός (στον οποίο οδηγεί ο Οικουμενισμός) κατάντησε πιο σιχαμερός κι’ απ’ αυτόν τον παπισμό, αν είναι δυνατόν ένα τέτοιο πράγμα. Σαν μαγνήτης τραβά όλο το πνευματικό πύον της Ελλάδος. 
Στον Αθηναγόρα και στους περί αυτόν και μετ’ αυτού βρίσκουν προστασία όλοι οι ανήθικοι, για να πυκνώσουν τις τάξεις των προδοτών της Ορθοδοξίας. Θράσος και κολακεία, υποκρισία και δωροδοκία, ιδού τα όπλα του θεατρίνου του Φαναρίου....» (εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος», Φεβρουάριος 1966)! 

στ. Ο μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, έγραψε για τους Οικουμενιστές: 
«Οι «οικουμενισταί» είναι γελοία υποκείμενα, δυστυχείς, οιηματίαι, φαντασιόπληκτοι,, αβαθείς, προκαλούντες πότε τον οίκτον και πότε τον πικρόν γέλωτα εις τους Ορθοδόξους χριστιανούς. Επιδεικνύουν πολυμάθειαν, ενώ είναι επιπόλαιοι και αντιφατικοί....» (Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Η ανατομία του «οικουμενισμού» ΤΥΠΟΣ 67 Σεπτ. 1966, σ. 1.)!! 

Να, λοιπόν, Σεβασμιώτατε, πώς χαρακτηρίζουν τους Πατριάρχες και τους Οικουμενιστές, καταξιωμένα στην κοινωνία πρόσωπα! 


5. Η αποτείχιση 

1. Γράφετε, Σεβασμιώτατε ότι προτρέπω τους ιερείς να αποτειχισθούν από την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν! 
Με συγχωρήτε, Σεβασμιώτατε, εδώ, δεν αληθεύετε! Ποτέ δεν είπα σε κανέναν, ούτε θα ειπώ να φύγει από την Εκκλησία, την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν! Θεωρώ, αυτό ασυγχώρητη βλασφημία κατά του αγίου Πνεύματος! 
Εκείνο, που συνιστώ, σε όσους με ρωτούν τί πρέπει να κάνουν μετά τα όσα βλέπουν να γίνονται στην Εκκλησία, που ανήκουν, είναι: Τους λέω αυτά που λέγουν οι ΠΑΤΕΡΕΣ μέσα από τους ΚΑΝΟΝΕΣ των συνόδων, δηλ. να αποτειχισθούν από τους αιρετικούς επισκόπους τους και από την αιρετική Εκκλησία τους, για να είναι έτσι πάντοτε εντός της Εκκλησίας του Χριστού, που είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία! 

2. Οι λόγοι, που στηρίζω την εκτίμησή μου ότι η Εκκλησία όσων έχουν «κοινωνία» με τον Βαρθολομαίο είναι αιρετική, δεν είναι μόνο οι ανωτέρω. Είναι και άλλοι. Σπουδαιότερος δε από όλους αυτούς είναι το ότι η Εκκλησία αυτή ενώθηκε με την παπική! 

α. Πράγματι, το 1965 ο Πατριάρχης Αθηναγόρας συμφώνησε και υπόγραψε με τον πάπα Παύλο 6ο την ένωση των Εκκλησιών τους! Έκτοτε, οι εκκλησιαστικοί ηγέτες της Εκκλησίας αυτής, προπαντός οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, όπως ο Βαρθολομαίος, αγωνίζονται να υλοποιήσουν την συμφωνημένη αυτή προδοσία της Ορθοδοξίας, ποντάροντας στην αδιαφορία τω πιστών της Εκκλησίας αυτής και την θεολογική αφασία των κληρικών της! Φαντάζομαι θα ενθυμείσθε, Σεβασμιώτατε, τι εγίνετο σε άλλες εποχές με το παραμικρό! Τώρα, δεν μιλάει κανένας! Ούτε επίσκοπος, ούτε άλλος κληρικός! Όλοι συναγωνίζονται να τα έχουν καλά με τους Λατινόφρονες του Φαναρίου και τον Καίσαρα της εξουσίας, για να μη χάσουν την εύνοια του Βαρθολομαίου, ή τον μισθό της Πολιτείας! Αν ζούσε σήμερα κάποιος από τους Πατέρες, όπως ο Μέγας Αθανάσιος, ο Μέγας Βασίλειος , ο Γρηγόριος, ο Χρυσόστομος, ο Μέγας Φώτιος, ο Παλαμάς, ο Μάρκος ο Ευγενικός, ο Κοσμάς ο Αιτωλός κτλ. Θα σιωπούσαν; Θα επεδείκνυαν την οσφυοκαμψία τους προ του Βαρθολομαίου; Ασφαλώς, όχι! 
Αυτό σημαίνει, Σεβασμιώτατε, ότι τα μέλη της Εκκλησίας αυτής είναι παπικοί! Ω, τλήμων Ορθοδοξία, σε ποιά χέρια κατάντησες! Δεν υπάρχει επί τέλους ένας επίσκοπος, που να το λέει η ψυχή του, να σηκώσει το λάβαρο της Ορθοδοξίας ψηλά και να σαλπίσει συναγερμό, για την υπεράσπιση της Ορθής Πίστεως; Δεν υπάρχει στην Εκκλησία αυτή ένας ανδρείος επίσκοπος; Δεν υπάρχει, δυστυχώς! Γιατί αν υπήρχε, θα υπήρχε η ελάχιστη ελπίδα η κακόδοξη αυτή Εκκλησία να αποκαθαρθή από την αίρεση και να επανετροχιασθή στο κορμό της Μιάς Εκκλησίας του Χριστού! Να, η ευθύνη των μελών της! 

β. Η Εκκλησία του Βαρθολομαίου και όσων «κοινωνούν» με αυτόν, δεν είναι πλέον Ορθόδοξη Εκκλησία! Είναι εξ ολοκλήρου αιρετική! 
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Εκκλησία αυτή δεν αρκείται πλέον στη νοθεία των δογμάτων και των άλλων διδασκαλιών της Ορθοδοξίας, αλλά τώρα προχωρεί και σ’ αυτή τη νοθεία του αγιολογίου της! Οι Λατινόφρονες του Φαναρίου, αλλά και οι Προκαθήμενοι των άλλων Εκκλησιών, που κοινωνούν με το κακόδοξο Φανάρι, προσθέτουν στο αγιολόγιο της Εκκλησίας, αφερέγγυα, από πλευράς Ορθοδοξίας, πρόσωπα, τα οποία ο Θεός ποτέ δεν φανέρωσε ότι θέλει η Εκκλησία Του να τιμά και προσκυνεί ως αγίους! Πολλά από αυτά τα πρόσωπα, που η κακόδοξη Εκκλησία του Βαρθολομαίου και των «συν αυτώ» ανακηρύττει δήθεν ως αγίους, είναι ψευδοάγιοι, επικίνδυνα για τη σωτηρία των ανθρώπων! 
Ο λόγος της επικινδυνότητάς τους έγκειται στο ότι στην Ορθοδοξία οι άγιοι είναι οι οδηγοί των πιστών προς τη σωτηρία. Αν ένας άγιος είναι π.χ. μασόνος, όπως ο Χρυσόστομος Σμύρνης, που ανακήρυξε άγιο πριν από λίγα χρόνια η κρατικοδίαιτη «Εκκλησία της Ελλάδος», αυτό σημαίνει ότι μπορούν όλα τα μέλη της Εκκλησίας αυτής να γίνουν μασόνοι κα να είναι «καλοί χριστιανοί», και να πάνε και στον ... Παράδεισο, όπως έβαλαν οι επίσκοποί τους και τον Χρυσόστομο Σμύρνης!! Κα δεν είναι μόνο ο Χρυσόστομος Σμύρνης. Είναι και άλλοι που είναι Οικουμενιστές! Ένας άλλος, μάλλον φιλοπαπικός, που διδάσκει ότι οι ψυχές των νεκρών κοινωνούν το σώμα και το αίμα του Κυρίου, το οποίο τους το μεταφέρουν άγγελοι, οι οποίοι κατεβαίνουν στη γη και το κλέβουν από όπου γίνεται Ορθόδοξη λειτουργία! Δεν γνωρίζω, τώρα, που η Εκκλησία του Βαρθολομαίου και των «συν αυτώ» ενώθηκε με τον Πάπα, αν οι άγγελοι θα κλέβουν και ... όστιες, για να κοινωνούν τις ψυχές! Να πόσο γελοίοι γίνονται στην αίρεσή τους ο κακόδοξοι οπαδοί του Βαρθολομαίου! Και μη χειρότερα! 

γ. Και σαν να μην έφταναν αυτές οι αγιοποιήσεις ήρθαν και άλλες, οι οποίες επί του παρόντος είναι ανεπίσημες! Είναι των «αγίων» γεροντάδων, ορισμένων ευσεβιστών! Έτσι, στους καινούργιους αυτούς «αγίους» (ή ψευδοαγίους, πραγματικά «νεοφανείς»!!!) χτίζονται ναοί, αγιογραφούνται ούτοι, τελούνται γιορτές και παννυχίδες, «φλομώνουν» τον κόσμο με τα βιβλία τους και τα απίστευτα ψευδοθαύματά τους! Και όλα αυτά με τις ευλογίες της Εκκλησίας τους! Και όταν δεν φτάνουν αυτοί να γεμίζουν τα παγκάρια ή τις τσέπες τους, κάνουν εισαγωγή τέτοιων «αγίων» από το ... εξωτερικό, πως τη Ρωσία, που είναι ασύγκριτα πιο εύκολη η αγιοποίησή τους!! 
δ. Διανύουμε ήδη, Σεβασμιώτατε, τη Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή. Μεθαύριο είναι η Κυριακή της Ορθοδοξίας, η δε επόμενη Κυριακή είναι του αγίου Γρηγορίου Παλαμά. 
Δεν αμφιβάλλω ότι και τις δύο αυτές Κυριακές θα ακουστούν στις εκκλησιές σας εγκωμιαστικοί λόγοι για τους προμάχους της Πίστεώς μας, από επισκόπους σας, που έχουν ως πρότυπό τους προς μίμηση, τους εικονομάχους και τους άλλους αιρετικούς, σαν τον Βαρλαάμ και τον Ακίνδυνο κλπ.! Να, η σχιζοφρένεια της Εκκλησίας του κ. Βαρθολομαίου! 
Αλήθεια, ένας άνθρωπος με κοινό νου, με λίγη αξιοπρέπεια, πως μπορεί να συναγελάζεται με τέτοια πρόσωπα; Γι’ αυτό άδειασαν οι Εκκλησίες σας από ανθρώπους, και προπαντός από νεολαία! 
Αρχιερείς, σύνετε! 


6. Ως προς την κηδεία του αειμνήστου Απ. Σταφύλη 

Ο αείμνηστος Απόστολος Σταφύλης ήταν πνευματικό μου τέκνο. Ήταν και αυτός αποτειχισμένος εδώ και 2 χρόνια. Εξομολογείτο και κοινωνούσε όταν και όπου λειτουργούσα εγώ. Είχα ιερό χρέος να τελέσω την εξόδια ακολουθία του επειδή ο ίδιος το είχε ζητήσει. 
Δεν ζήτησα από σας καμιά άδεια, γιατί δεν ανήκω σε σας! Δεν είστε πλέον ο επίσκοπός μου, εδώ και μία διετία, που δεν σας μνημονεύω, για λόγους πίστεως. 

7. Ως προς την εξομολόγηση. 

Βεβαίως, εξομολογώ. Δεν ανήκω στη δικαιοδοσία τη δική σας και συνεπώς δεν υποχρεούμαι να ζητήσω τη δική σας άδεια. 

8.Ως προς την Εκκλησία, που ανήκω. 

Ανήκω στην διαχρονική κανονική Εκκλησία του Χριστού, που είναι η Μία, Άγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία, που σέβεται και ακολουθεί τις Παραδόσεις, μεταξύ των οποίων και το Παληό Ημερολόγιο, το οποίο δεν άλλαξε το 1924, όταν ο μασόνος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος θέλησε να το αντικαταστήσει με το φράγκικο. 
Δεν ανήκω, ως εκ τούτου στην κακόδοξη Εκκλησία του Βαρθολομαίου και όσων «κοινωνούν»με αυτόν! Ανήκω στην Εκκλησία του Χριστού και τηρώ το Παλαιό Ημερολόγιο, χωρίς να έχω προσχωρήσει σε οποιαδήποτε παραταξή του. 
Κατόπιν τούτων, σας ενημερώνω, ότι εφεξής δεν επιθυμώ καμία περαιτέρω σχέση ή επαφή μαζί σας ή με οποιονδήποτε εκπρόσωπο της κακόδοξης Νεοημερολογιτικής Εκκλησίας διότι είμαι ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΜΕΝΟΣ από αυτή. 
Με όσες ψυχοσωματικές δυνάμεις μου απέμειναν έως το τέλος της ζωής μου θα υπηρετώ τον ΧΡΙΣΤΟ ΜΟΥ και την Εκκλησία Του τιμώντας τους Αγίους της, τους μόνους εγγυητάς και γνησίους ερμηνευτάς. 
Δηλώνω, εάν ενδεχομένως δεν γίνουν κατανοητές οι θέσεις που προεξέθεσα και ως εκ τούτου παραπεμφθώ εις τα εκκλησιαστικά δικαστήρια ιεροδικεία το γεγονός αυτό καθόλου δεν με φοβίζει ούτε και με πτοεί. 
Στα δικαστήρια σας αυτά δεν προτίθεμαι σε καμιά περίπτωση να παραστώ. Ούτε άλλωστε με ενδιαφέρει οποιαδήποτε απόφαση και αν λάβουν, την οποία ποτέ δεν πρόκειται να αναγνωρίσω και εφαρμόσω, γιατί δε είμαι κληρικός της κακόδοξης Εκκλησίας σας. Μου αρκεί ότι η Εκκλησία του Χριστού, στην οποία με τη χάρη Του ανήκω, με θεωρεί κανονικό κληρικό της, που παρά την αναξιότητά μου μεταδίδω στα μέλη της την αγιαστική χάρη των μυστηρίων της. 
Ως εκ τούτου, δεν θέλω να ενοχληθώ άλλη φορά, για τα θέματα αυτά. Πάντως, σας πληροφορώ, ότι δεν θα παύσω ποτέ να προσεύχομαι για την Σεβασμιότητά σας να σας δίνει ο Θεός υγεία και να σας οδηγεί σε οδούς σωτηρίας. 
Με αγάπη Χριστού 
π. Σταύρος Βάϊος"

http://agiooros.org/viewtopic.php?f=14&t=5694

Ως πάροικοι και παρεπίδημοι που είμαστε στον κόσμο αυτό , « απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε ταύτα κρίσις.» ( Εβρ.9.27 ).
Αναπόφευκτα θα πορευτούμε για την αιώνια Πατρίδα μας, όπου μας περιμένει ο Πρωτότοκος Αδελφός μας και Κύριος, στον τόπο που ετοίμασε για τους καλώς αθλήσαντας. (Ιωάννου 14.2).
Για την καλή πορεία μας απαραίτητο είναι το εισητήριο , δηλαδή η ορθή πίστη, γιατί χωρίς αυτή τα εναέρια τελώνια θα αποδειχθούν αδιαπέραστα, ώστε να μην φθάσουμε στον τελικό μας σκοπό και προορισμό που είναι η συνάντηση μας με τον Αρχηγό και τελειωτή Ιησού Χριστό. (Εβρ.12.2).
Επειδή το πρόβλημα στις ημέρες.μας είναι εξαιρετικά σοβαρό για όλους μας, είναι φρόνιμο να δούμε τι λέει ο Ουρανός – Θεός.Επ’αυτού,ιδιαίτερα σήμερα, στην άνευ προηγούμενου σύγχυση που αντιμετωπίζουμε και αποστασία που ζούμε, επιβάλλεται να προσέξουμε, « μήποτε παραρυώμεν » (Εβρ.2.1-3) να μην αστοχήσουμε.
Απίστευτο, και όμως αληθινό . Ήδη ανατρέψαμε ολόκληρο το ευαγγέλιο, την ορθόδοξη εκκλησιαστική μας παράδοση. Ενώ « πορθείτε σύνολος η των Πατέρων διδασκαλία, και περί την πίστιν ναυάγια πυκνά, σιγά των ευσεβούντων τα στόματα » (Μ.Βασ.επισ.92).
Επίσης, ένα έγκλημα υπάρχει σήμερα.Η τήρησις των πατρικών παραδόσεων. «Εν εστί έγκλημα σφοδρώς νυν εκδικούμενον, η ακριβής τήρησις των πατρικών παραδόσεων » (ΕΠΕ 2.634 Μ.Βασ).
Εκτός από παπικούς, προτεστάντες, χιλιαστές, μασώνους με τις χιλιάδες οργανώσεις και λοιπά τερτίπια του ανθρωποκτόνου, έχουμε και «ορθόδοξους» και μάλιστα με ονόματα και περγαμηνές κατά κόσμον εντυπωσιακές, να συμπλέουν εμφανώς και αφανώς με αυτούς,ώστε να κλονίζονται ακόμα και οι εκλεκτοί.(Ματθ.24.24).
Όλα όσα εδώ γράφονται, αναφέρονται στους καλοπροαίρετους, στους ευθείς και ειλικρινείς τη καρδία, γιατί μόνο με αυτούς μπορεί κανείς να συνεργαστεί, να συνεννοηθεί, καθώς και ο αληθινός Τριαδικός Θεός.Αυτοί και μόνο έχουν την δυνατότητα να διακρίνουν τις απάτες του πονηρού και των πρακτόρων του, στα χαλεπά ιδίως αυτά χρόνια . ( Κύριλλος Ιεροσολύμων ).
Όσο για τους μεγαλόσχημους, μορφωμένους και κατέχοντες υψηλούς θρόνους και μισθούς δεν γίνεται λόγος, γιατί αυτοί μεθυσμένοι από τη δόξα αυτού του κόσμου,την καλοπέραση και ό,τι προσφέρει ο άρχων του κόσμου τούτου, ( Ματθ.4.9 ) κατέλαβαν τη θέση του αλάθητου και αναμάρτητου Θεανθρώπου, στέλνοντες Αυτόν στον ουρανό, όπως χαρακτηριστικά γίνεται με τον «πρώτον» σήμερα, « εν επισκόποις » πάπα και λοιπούς παπίσκους, έχοντες και τον τίτλο του « ορθοδόξου » και μάλιστα ορισμένοι καυχώνται ότι αυτοί σήμερα κατέχουν τους θρόνους των θεοφόρων πατέρων,ενώ η πίστις και η βιωτή τους απέχουν όσο ο ουρανός από τη γη.
Παρακαλώ, « ας κλίνουμε το ους»(ψαλ.44.11) και ας ακούσουμε όπως πρέπει την Αυτοαλήθεια, τον Τριαδικό αληθινό Θεό, για το ζωτικό αυτό θέμα της ορθής πίστεως.Πολλές φορές μίλησε ο ουρανός.Ελάχιστες περιπτώσεις μεταφέρουμε εδώ:
1.Πρώτη φωνή εκ του ουρανού:Μιλάει απ’ευθείας ο πρώτος Παράκλητος, ο Ι.Χριστός. 
Την περίοδο της έξαρσης της αιρέσεως του Αρείου, ο άγιος Πέτρος Αλεξανδρείας είδε σε οπτασία τον Ι.Χριστόν, ως παιδί με σχισμένα ρούχα. Όταν ο άγιος ρώτησε το Δεσπότη Χριστό: «τις σου τον χιτώνα Σώτερ διήλε;»ο Κύριος απάντησε: « Άρειος ο άφρων ».Απλά: « ποιός σου έσχισε Σωτήρα τον χιτώνα; Άρειος ο ανόητος με τη βλάσφημη αιρεσή του .( Βίος αγ.Πέτρου Αλεξανδρείας. Συναξαριστής αγ.Νικοδήμου.24 Νοεμβρίου Επίσης εκλόγιον ΑΘΗΝΑΙ 1869 σελ.67).
Εάν λοιπόν ο Κύριος είπε το λόγο αυτό για τον Άρειο, ο οποίος έλεγε, ότι ο Ι.Χριστός ήταν απλός άνθρωπος και όχι Θεός, τι θα έλεγε στους οπαδούς της παναιρέσεως του οικουμενισμού,η οποία αποτελεί την αίρεση των αιρέσεων; Τι θα έλεγε στον πάπα έστω μόνο για το filioque;Διότι όπως ο Άρειος έτσι και ο πάπας προσέβαλε το Τριαδικό του Θεού.Τι θα πούμε εμείς σήμερα σεβαστοί πατέρες, συμπρεσβύτεροι αγαπητοί και αδελφοί λαικοί ;
2.Δεύτερη φωνή εξ’ ουρανού
Μιλάει ο Κύριος μέσω της αγ.Ευφημίας.11 Ιουλίου η μνήμη της.Ήταν περίοδος δύσκολη.Πολλοί οι πολέμιοι της αλήθειας, η οποία είναι μεν σώζουσα,αλλά στοιχίζει. Την πολεμάει ο απ’αρχής ψεύτης και μέχρι σήμερα διαστρεβλωτής της αλήθειας, από την εποχή των πρωτοπλάστων ( Γένεσις 3.1-5 ), και σήμερα με τους πράκτορες του, γνωστούς αιρετικούς, αλλά και καμουφλαρισμένους συνοδοιπόρους του « ορθόδοξους », με δορά - σχήμα προβάτου, οι οποίοι παίζουν θέατρο, προσποιούμενοι τον ορθόδοξο με παχιά μόνο λόγια . Είναι πραγματικά αδελφοκτόνοι, ( Α.Ιωαν.4.20 ) διαβάλλοντες, συκοφαντούντες, διασύροντες, αδικούντες κατάφορα αδελφούς και συλλειτουργούς των ανιδιοτελείς, αθώους και αληθινούς υπερασπιστές της Αλήθειας.Με τον τρόπο αυτό βεβαιώνουν τον λόγο του Κυρίου: «αυτοί δεν μπαίνουν στη Βασιλεία του Θεού, αλλά κλείνουν την πύλη σε όποιους θέλουν και προσπαθούν να εισέλθουν.( Ματθ.23.14 ).
Τότε, απάντησε ο Θεός, αποδεχόμενος την ομολογία της ορθοδόξου πίστεως και ήφρανε τους ορθοδόξους, απορρίπτοντας των αιρετικων, τους οποίους κατήσχυνε .
3.Τρίτη φωνή εξ’ουρανού:Στις 13 Ιουλίου, η εκκλησία μας εορτάζει την μνήμην της αγ.μάρτυρος ΓΟΛΙΝΔΟΥΧ της εκ Περσίδος, της μετενομασθείσης Μαρίας. Ευρισκομένη στα Ιεροσόλυμα ως προσκυνήτρια, στον προβληματισμό της, αν πρέπει να επικοινωνήσει με τα μοναστήρια, εις τα οποία ευρίσκετο η αίρεση του μονοφυσίτου Σεβήρου, εζήτησε την πληροφορία από τον ουρανό.Ο ουρανός απάντησε δι’αγγέλου:ΌΧΙ.Οι σημερινοί αγαπολόγοι, έχουν αντίθετη γνώμη και πράξη, με πολλές προφάσεις « εν αμαρτίαις » (ψαλ.140.4)( Βλέπε συναξάρι Αγ.Νικοδήμου Αγιορείτου.Τόμος Β’σελ.266 & 267).
4.Τέταρτη φωνή εξ’ ουρανού : Ο αγ.Αλέξανδρος αρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως ζητούσε θεία πληροφορία για το αν πρέπει να έχει κοινωνία με τους Αρειανούς. Λίγο πριν ιερουργήσει με τον Άρειο, ο τελευταίος ξεψύχησε στο αποχωρητήριο . ( Μεγ.Αθανασίου, επιστολή προς Σεραπίωνα . PG 25 , 685 - 690).
Αυτήν την απάντηση έδωσε τότε ο ουρανός.Σήμερα διαπιστώνουμε πλήρη αναισχυντία, σ’αυτούς που συμπροσεύχονται, συλλειτουργούν, αλλά και σε όσους συνενδοκούν-συφωνούν στις πλάνες τους.
5.Πέμπτη φωνή εξ’ουρανού:Εδώ μιλάει η Υπεραγία Θεοτόκος, η έφορος, η ηγουμένη του αγ.Όρους . Μιλάει στον αγιορείτη μοναχό, προλέγουσα τον ερχομό των εχθρών της και του Υιού της επί Βέκκου,στην Ι.Μονή Ζωγράφου με τα γνωστά γεγονότα, όπου έκαψαν ζωντανούς πολλούς μοναχούς οι παπικοί.(βλέπε Συναξαριστή αγ.Νικοδήμου Αγιορείτου, Τόμος Β’σελ.266-267).Μήπως σήμερα άλλαξαν πουθενά οι παπικοί;
6.Έκτη φωνή εξ’ουρανού: Και εδώ η φωνή του ουρανού μεταφέρεται δια στόματος αγγέλου:.
ΑΦΟΡΙΣΜΟΣ.
Στο βίο του Αγ.Σάββα του Βατοπεδινού, που έγραψε ο αγ.Φιλόθεος Κόκκινος, Πατριάρχης Κων/πόλεως αναφέρεται στη διαμάχη του Βαρλαάμ και του διαδόχου του Ακινδύνου με τον αγ.Γρηγόριο Παλαμά, στο μεγάλο θέμα που προέκυψε σχετικά με το άκτιστο Φως, που έβλεπαν απλοί – ταπεινοί, αλλά πνευματέμφοροι μοναχοί, κατά τον ΙΔ αιώνα . ( σελ.212-215 ).
« Εγώ λοιπόν », θα μας διηγηθεί ο ένδοξος Σάββας, «στενοχωριόμουν και απορούσα για εκείνη τη φιλόνικη επιμονή,πως λίγο-λίγο προχώρησε απ’το κακό στο χειρότερο ( Β’Τιμ.3.13 ), για να καταλήξει στην κακοδοξία.Από την μάχη κατά του πλάσματος έφτασε στη μάχη κατά του Πλάστου. Τι φοβερή παράνοια. Πραγματικά επιβεβαιώθηκε ο σοφός εκείνος λόγος του Πνεύματος, ότι είναι αδύνατον ν’αγαπά το Θεό αυτός που πρώτα δεν αγάπησε τον πλησίον. (Α’Ιωαν.4.20 ) ».
Το όραμα.-ο αφορισμός.
« Ήταν νύχτα και προσευχόμουν πιο κοπιαστικά . Έκανα δέηση ακατάπαυστη και εκτενέστερη για το θέμα τούτο . Πέρασε η ώρα και κόντευε να ξημερώσει.Κάπως αμυδρά λοιπόν μου φάνηκε πως κοιμήθηκα.Μα δεν ήταν ύπνος, αλλά μια νάρκωση, ας πούμε των σωματικών αισθήσεων, που κρατούσε το νου κάπου ανάμεσα στο ξύπνιο και στον ύπνο . Έβλεπα πως στεκόμουν μέσα σ’ένα ναό μέγιστο και περίδοξο. Νάσου λοιπόν κι’ένας λαμπρός χορός αρχιερέων. ντυμένων ιερατικώς, βγαίνει μέσα απ’το Θείο εκείνο θυσιαστήριο με κάποια μεγαλοπρέπεια και λαμπρή πομπή……Τότε βλέπω πάλι κάποιον άλλον που μοιάζει με διάκονο, να βγαίνει μόνος του από εκείνο το θυσιαστήριο. Ολόλαμπρος και αστραφτερός στην όψη και στη στολή, σε όλα του φαίνεται άγγελος που θα φανερώσει θαυμαστά προστάγματα. Κρατά ένα βιβλίο στα χέρια, έτοιμος να διαβάσει το περιεχόμενο . Υποκλίνεται δεξιά και αριστερά στους παρισταμένους, βαδίζει ολόισια ευσχημόνως και ανεβαίνει από τις σκάλες στον ιερό άμβωνα. ( Προ της Τουρκοκρατίας ο άμβωνας ήταν στο μέσον του ναού). Αυτοσυγκεντρώνεται πρώτα λίγο και προσελκύει κάθε νου και βλέμμα πάνω του, ως είναι φυσικό.Έτσι καθιστά τους ακροατές πιο προσεκτικούς και νήφοντες, καθώς νομίζω. Βαθειά σιγή επικρατεί ακόμα παντού . Και τότε ανοίγει το βιβλίο που κρατά . Συνεχίζει ο αγ.πατριάρχης «Σας παρακαλώ όμως κι’εσάς να προσέξετε. Θα χρησιμοποιήσω τώρα τις ίδιες φράσεις του Μεγάλου Σάββα αναλλοίωτες όπως τις άκουσα από το στόμα του.Θα μας πει λοιπόν: «Ανοίγει τότε εκείνος ο φοβερός άγγελος το βιβλίο ---τι φρικτό θέαμα και άκουσμα και λέει: «Ο Ακίνδυνος, ο οποίος ελάλησε βλασφημία κατά της του Θεού Εκκλησίας ,ο δεύτερος Ιούδας, ο προδότης της ευσεβείας, ο δεύτερος Άρειος, που έσχισε όπως εκείνος την του Χριστού Εκκλησία, ο αποστάτης, ο προφανής της Εκκλησίας εχθρός και πολέμιος, ας είναι ΑΝΑΘΕΜΑ.Σ’αυτά τα λόγια λύνει αμέσως τη σιωπή του ο λαμπρός εκείνος χορός των αρχιερέων και μαζί με όλο το πλήθος βροντοφωνάζει τα ίδια λόγια:ΑΝΑΘΕΜΑ. 
Η βοή αυτή ανάμικτη δυναμώνει όλο και περισσότερο και επαναλαμβάνει πολλές φορές το ΑΝΑΘΕΜΑ. Τότε κι εγώ σαν να με σπρώχνει μια αόρατη δύναμη, φωνάζω τα ίδια λόγια με τους άλλους. Τη στιγμή εκείνη επανέρχομαι πάλι στον εαυτό μου και στις αισθήσεις μου. Είχε πια σβήσει από τα μάτια μου η θαυμαστή θεωρία . Κι’όμως,το στόμα μου ακόμα έλεγε τη λέξη εκείνη της Αγγελικής αποφάσεως: ΑΝΑΘΕΜΑ .
Αυτά συνέβησαν στον μεγάλο θεωρό, μυσταγωγό και μύστη των μεγάλων τούτων μυστηρίων. Ποιός εκπαιδευμένος στα θεία θα αμφιβάλει πως αυτή η απόφαση βγήκε από τον ουρανό; Ποιος θ’αμφισβητήσει πως το βιβλίο εκείνο είναι των πρωτοτόκων που απογράφτηκαν στους ουρανούς; ( Εβρ.12.23 ) Εκεί μέσα γράφονται τα ονόματα όσων ακολουθούν την αποστολική παράδοση, καθώς αναφέρει η θεία απόφαση: « Χαίρετε, ότι τα ονόματα υμών εγράφη εν τοις ουρανοίς »( Λουκά 10.20) Και αντιστρόφως, από εκεί μέσα διαγράφονται οι αντίπαλοι της ορθοδοξίας και αφορίζονται με μια μεγάλη και φοβερή φωνή ομόφωνα, από όλη την επουράνια εκκλησία . Κάπου αναφέρει: «πολλοί ερούσι μοι εν’εκείνη τη ημέρα’εφάγομεν ενώπιον σου και επίομεν’και εν’ταις πλατείαις ημών εδίδαξας » ( Λουκά 13.26 ) Δηλαδή ήσουν συμμέτοχος στα δόγματα μας, στα μυστήρια μας κι επιπροσθέτως μας δίδαξες την απλότητα της ενθέου ζωής, ή κι’εμείς με τη σειρά μας διδάξαμε το λόγο σου στους ανθρώπους. « Αλλ’ερώ » λέει, «εκείνοις, ότι ουδέποτε έγνων υμάς πορεύεσθε απ’εμού οι εργάται της ανομίας ( Λουκα13.27 ) . Πολλοί γαρ εισί κλητοί,ολίγοι δε εκλεκτοί » ( Ματθ.20.16 & 22.14) .
Επ’αυτών τι έχουμε ν’απολογηθούμε αγαπητοί συμπρεσβύτεροι πατέρες και αδελφοί; « Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω » ( Ματθ.11.15 ).
7.Εβδόμη και σπουδαιοτέρα φωνή:-κρίσις του ουρανού : « Θαύμα φρικτόν και εξαίσιον του θαυματουργού Σπυρίδωνος, δι’ου τας βουλάς των παρανόμων παπιστών, εματαίωσε, μη συγχωρήσας αυτοίς να εγείρουν αλτάριον, ήτοι θυσιαστήριον-αγία τράπεζα-εις τον εν τη Κερκύρα αγιόν του Ναόν, συντεθέν, μετά και ιεράς και επινικείου ακολουθίας εις αυτό, παρά ζηλωτού τινός αδελφού».( Το εκδίδει ο κος Μάριος Ι.Πηλαβάκης. « Ορθόδοξον Κέντρον Πατερικών Μελετών » «Ο Αγ.Μάρκος ο Ευγενικός-Μεθώνη Πιερίας 2008) .
Συγγραφεύς του βιβλίου: «ουρανού κρίσις», είναι ο αγ.Αθανάσιος ο Πάριος, από όπου παίρνουμε ορισμένα τμήματα . Το συνιστούμε για μελέτη σ’όλους και ολόψυχα.
Διήγησις του φρικτού θαύματος 
Μετά την ελευθερίαν της πόλεως Κερκύρας από της των Αγαρηνών πολιορκίας, δια προστασίας του θαυματουργού Σπυρίδωνος` ήτις ελευθερία εγένετο εις τους 1716, Αυγούστου 11, ο τότε λαχών ηγεμών Ανδρέας Πιζάνης, καπιτάν Γενεράλης των Κορυφών, βουλόμενος να κάμη μίαν ευχαριστήριον αμοιβήν προς τον άγιον, δια την τόσην ευεργεσίαν της ρηθείσης ελευθερίας, εσυμβουλεύθη με τον θεολόγον του Φραγγίσκον Φραγγιπάνην καλούμενον, ωσάν τι πράγμα να κάμη οπού να είναι αρεστόν και ευαπόδεκτον εις την αυτού αγιότητα.Εκείνος τον απεκρίθη, πως είναι λίαν καλόν και θειότατον έργον,να οικοδομήση μέσα εις τον Ναόν του αγίου, ένα αλτάρι μαρμαρένιον πολύτιμον, δια να λέγεται καθ’εκάστην εκεί μέσα και μία λατινική λειτουργία, « και η εξοχότης σου να ακούης λειτουργίαν της γλώσσης σου, όταν εις τους διωρισμένους καιρούς παρουσιάζης εκεί».Ήρεσε τω ηγεμόνι του θεολόγου η συμβουλή, και παρευθύς προστάζει να ετοιμάζηται η ύλη της οικοδομής.Πριν όμως να ετοιμασθή η ύλη, του εφάνη εύλογον, να κράξη και τους ιερείς και Ιούς πατρωνάτους του αγιωτάτου λειψάνου του θείου Σπυρίδωνος, τρόπον τινά δια να λάβη και εξ’αυτών την εις τούτο συγκατάνευσιν. Εκείνοι, ευθύς οπού ήκουσαν ένα τοιούτον ανέλπιστον πράγμα, απεκρίθησαν προς αυτόν στρογγύλω τω στόματι, ότι τούτο χωρίς άλλο είναι μία καινοτομία πολλά επιζήμιος,και δια τούτο, κατ’ουδένα τρόπον δεν ήθελαν συγκατανεύσουν εις τον σκοπόν του.Ο ηγεμών τους απεκρίθη εν θυμώ, πως ώντας αυτός εξουσιαστής υπέρτατος, και μη βουλομένων αυτών, θέλει τελειώσει το θέλημα του, και προστάζει να συναχθή ανυπερθέτως η ύλη έξω από τον ναόν του αγίου.Συνήχθησαν λοιπόν εκεί άσβεστος, γύψος, μάρμαρα, και πλάκα εκλεκτού μαρμάρου ευφυέστατα κατασκευασμένη, δια τράπεζαν.
Κατά την αυτήν νύκτα, βλέπει κατ’όναρ ο ηγεμών, άνθρωπόν τινα με σχήμα μοναχού, λέγοντα προς αυτόν.Τι με ενοχλείς, και διατί ταράττεις αδίκως τα τέκνα μου; Ήξευρε, πως τούτο οπού εμελέτησες να κάμης δεν σου συμφέρει. Γενομένης τοιγαρούν ημέρας, έκραξε τον θεολόγον του εις την κάμαράν του, εκείνον δηλαδή οπού τον έδωκε την τοιαύτην συμβουλήν, και εις αυτόν εδιηγήθη με ακρίβειαν το ενύπνιον. Εκείνος τον απεκρίθη, ότι τα ονείρατα ημείς οι χριστιανοί, κατ’ουδένα τρόπον, δεν χρεωστούμεν να τα πιστεύωμεν, ούτε παντελώς να τα δεχώμεθα, ως πράγματα αληθινά. « Μάλιστα πρέπει να στοχασθής, αυθέντα, πως τούτο είναι ένας φανερός πειρασμός του δαίμονος, με τον οποίον πάσχει ο πολέμιος των καλών, να διασκεδάση και να εμποδίση ένα τέτοιον ευσεβέστατον έργον». Ησύχασεν ο ηγεμών καταπεισθείς εις τους λόγους του θεολόγου του.Την ερχομένην νύκτα βλέπει πάλιν ο ηγεμών τον ίδιον μοναχόν κατ’όναρ σφοδρώς αυτώ απειλούντα και λέγοντα. Ήξευρε βεβαιότατα, ότι αν πειράξης τον άγιον οίκον μου, θέλεις το μετανοήσεις .ότε ουδέν όφελος.Έμφοβος ο αυθέντης και έντρομος γενόμενος, από την στερεάν τούτην απόφασιν, δεν υπέμεινε πλέον να γένη ημέρα, αλλά παρευθύς την ώραν εκείνην, εισκαλείται τον θεολόγον του, διηγείται προς αυτόν απαραλλάκτως την όψιν, του παρασταίνει την δειλίαν της καρδίας του, και λέγει ότι από τόσον φόβον είναι κυριευμένος, ώστε οπού δεν θέλει αποκοτήσει να εκτελέση αυτό το έργον.Τότε ο θεολόγος, τονώσας τον λόγον, του λέγει μετά ηγεμονικού παραστήματος. «Αυθέντα, ήξευρε, πως αν συσταλθής από του να ενεργήσης ένα άγιον έργον οπού απεφάσισες να κάμης, δεν παραστήνεσαι εις τον κόσμον τόσον ορθά στοχαζόμενος, ότι πιστεύεις ονείρατα εκ συνεργείας του διαβόλου γινόμενα» .Πλησθείς λοιπόν θάρσους εκ των τοιούτων λόγων ο ηγεμών, ημέρας γενομένης, οπού ήτον η ενδεκάτη του Νοεμβρίου 1718, επήγεν εις την εκκλησίαν του Αγίου χάριν προσκυνήσεως, συνακολουθούσης αυτώ και της αυλής όλης, και του δημοσίου Ιντζενιέρου, δια να καταμετρήση τον τόπον εις μήκος, πλάτος και ύψος, δια την κατασκευήν του αυτού αλταρίου.Τότε ο των πρεσβυτέρων γεραίτερος κύριος Μαρίνος Βούλγαρις Σακελλάριος( παρόντος και του τότε προεδρεύοντος μεγίστου πρωτοπαπά κυρίου Σπυρίδωνος Βουλγάρεως) παρεστάθη ενώπιον του ηγεμόνος, και με ταπεινήν φωνήν παρεκάλουν δεόμενοι άπαντες, να μη κάμη τέτοιαν καινοτομίαν, μήπως και δεν θέλει φανή αρεστόν εις τον άγιον. Ο δε, ακούσας και αγριανθείς, εφοβέρισε με θυμόν μεγάλον, ότι αν δεν υπακούσουν εις το θέλημά του και να ησυχάσωσι, θέλει τους στείλη σιδηροδεσμίους εις την Βενετίαν, να τους ρίψουν εις τα καμαρώτα, ώστε να μην ιδούν πλέον τον ήλιον. Εγώ, λέγει, δεν σκοπώ να κάμω παρανομίαν, αλλά να πήξω θυσιαστήριον, πράγμα θείον και Θεώ ευάρεστον. Απηλπισμένοι οι ιερείς και Ιούς πατρωνάτοι και κατατρομασμένοι από τας απειλάς, επρόστρεξαν αυτοί τε, και των άλλων ορθοδόξων ουκ ολίγοι, εις την θείαν αντίληψιν. Και ανοίξαντες την ιεράν λάρνακα του μεγάλου πατρός, έψαλαν παράκλησιν, χύσαντες θερμά δάκρυα, δια να εμποδίση τον κακόν σκοπόν του ηγεμόνος. Προς το μεσονύκτιον, οπού έφερνε την δωδεκάτην ημέραν του Νοεμβρίου, εις την οποίαν έμελλον να έμβουν οι τεχνίται να δουλεύουν, ιδού γίνονται αστραπαί, και βρονταί, και κεραυνοί αλλεπάλληλοι. Τότε δη και ο φύλαξ της αυθεντικής Μονετζιόνος, βλέπει ένα μοναχόν, με ένα δαυλόν αναμμένον εις την χείρα πλησιάζοντα εις αυτόν. Ο φύλαξ,κατά την συνήθειαν, τον ερωτά και άπαξ και δις, ποίος είσαι συ; και που υπάγεις; Και επειδή ουδεμίαν απόκρισιν ελάμβανεν, εσήκωσε το πυροβόλον του όπλον, είτε τουφέκι, δια να τον αποκτείνη. Τότε ο μοναχός άμα απεκρίθη. Εγώ είμαι ο Σπυρίδων.Και άμα τούτο ειπών, ήρπασεν αυτόν από την χείρα, και τον απεσφενδόνισεν έξω εις την λεγομένην Σπιανάδα της πόλεως Κερκύρας, πλησίον εις την εκκλησίαν του εσταυρωμένου. Εκεί ευρέθη όρθιος εις τους πόδας του, καθώς ήτον με το όπλον του. Και παρευθύς ύστερα από τούτο, άναψεν η αποθήκη της Μονετζιόνος και η ταύτης έξαψις ανέτρεψε τας οικοδομάς, οπού ήτον εκεί μέσα εις το Καστέλλι, το τε παλάτιον του ηγεμόνος, και πάντα τα περί αυτό. Και ο μεν ηγεμών ευρέθη νεκρός από δύο δοκάρια, οπού του περιέσφιγγον τον τράχηλον, τρόπον τινά, ωσάν διωρισμένα δια να τελειώσουν το τοιούτον έργον. Ο δε θεολόγος ευρέθη έξω από το Τειχόκαστρον, μέσα εις το χαντάκι εκείνο, εις το οποίον συρρέουσι και στραγγίζουσιν η βρώμαις όλαις των αποπάτων του άστεως, δια χειρός έχων την αισχύνην της σαρκός του, άξια προοίμια λαβών της μισθαποδοσίας της αρίστης συμβουλής του, και της λαμπράς του πολιτείας. Απώλετο δε και πολύς λαός ανδρών τε και γυναικών, εκ τε της αυλής του ηγεμόνος, και των εκτός, ψυχαί εννεακόσιαι.Συνέβησαν δε κατά τον αυτόν καιρόν, και άλλα δύο φοβερά σημεία. Πρώτον: Κανδήλαν μεγάλην αργυράν είχε κρεμάση αφιέρωμα ο ηγεμών έμπροσθεν του αγίου λειψάνου, και αυτή την ιδίαν νύκτα, έπεσε χαμαί, και συνετρίβη την βάσιν, μηδέ μιάς άλλης, μηδέν όμοιον παθούσης, από τόσας πολλάς οπού εκεί κρέμανται, και με όλον οπού εκρέματο απί μίαν άλυσιν πολλά δυνατήν. Φαίνεται και την σήμερον το πάθος της Κανδήλας ήγουν το της βάσεως. Επειδή έτσι καθώς ευρέθη, πάλιν την εμετακρέμασαν, και μένει μαρτυρούσα το συμβάν, με αλαλήτους φωνάς. Δεύτερον : εκείνην την ώραν και την στιγμήν (καθώς ύστερον εξετάσαντες εβεβαιώθησαν) μία φλογερά σαγίτα, ήγουν αστροπελέκι, εκτύπησε την εικόνα του ηγεμόνος εν τη Βενετία, και την κατέκαυσε, χωρίς να πάθη άλλο τι των της οικίας ουδέν κακόν.Το οποίον και εξήγησαν ευθύς δια κακόν οιωνόν περί του αυτού ηγεμόνος, οι εκεί όντες αδελφοί αυτού και συγγενείς και οι λοιποί λατίνοι λαικοί και εκκλησιαστικοί.Ο δε πρεβεδούρος καλούμενος, ο λατινεπίσκοπος και άλλοι εξουσιασταί και ιδιώται, όσοι εκατοίκουν μέσα εις την πόλιν της Κερκύρας (ενταύθα γαρ εστι και το παλάτι του λατινεπισκόπου, και άλλων πλείστων) οι λοιποί λέγω τούτοι, έδωκαν προσταγήν, να σηκωθή από τον ναόν του αγίου, η συναχθείσα εκείσε ύλη, ως προείρηται. Και τα μεν άλλα άλλως ωκονόμησαν, την δε γε πλάκα οπού ητοιμάσθη δια τράπεζαν, φέροντες απέθηκαν δια τιμήν, εις τον λεγόμενον Δόμον, ήτοι εις τον ναόν της ιδικής των Μητροπόλεως, εις το μέγα αλτάρι καλούμενον. Εκεί οράται ακουμπισμένη χαμηλά, κατά το πλάγιον, μέχρι της σήμερον. Επειδή δε ο στρατιώτης, ήτοι ο φύλαξ της Μονετζιόνος, ημέρας γενομένης, όλος ενθουσιών εβόα φωνή μεγάλη και εκήρυττε λέγοντας, ο άγιος Σπυρίδων έκαμεν αυτά τα μεγάλα και φοβερά πράγματα, και καταλεπτώς εδιηγείτο όλην την υπόθεσιν, οι Λατίνοι μην υποφέροντες την αισχύνην, μετά τρείς ημέρας εις την Ιταλίαν απέπεμψαν αυτόν.
Αυτή είναι η διήγησις του φρικτού τεραστίου θαύματος του εν τη πόλει της Κερκύρας τελεσθέντος, δια του ευηκόου προστάτου αυτής, και όλης της Καθολικής Εκκλησίας θειοτάτου Σπυρίδωνος.
Αυτή είναι η απάντηση που δίνει ο ουρανός με τα συγκλονιστικά γεγονότα.Δεν μένει η ελάχιστη αμφιβολία, ότι καταντήσαμε προκλητικοί στη Θεία ευσπλαχνία. Είμαστε αδικαιολόγητοι σήμερα. Καλούμαστε ο καθένας μας να πάρει θέση. Ότι έκαναν οι αγ.απόστολοι και θεοφόροι πατέρες της εκκλησίας και όλοι οι ευθείς τη καρδία κληρικοί, μοναχοί και λαικοί, δια μέσου των αιώνων` καλούμεθα το ίδιο να κάνουμε κι εμείς=ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ. Μακριά από λυκοποιμένες, οδηγούς στην απώλεια.(Βλέπε: «αγώνες των μοναχών υπέρ της ορθοδοξίας»Έκδοσις Ι.Μ.Οσίου Γρηγορίου.άγιον Όρος 2003) Καλούμαστε ν’αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του.Εντολή Κυρίου να μη σιωπάμε, σε περίοδο που η πίστις κινδυνεύει. «Εάν ούτοι σιωπήσουσι οι λίθοι κεκράξονται» (Λουκά 19.40)Ακόμη και απλοί λαϊκοί έχουν ευθύνη για την προάσπιση της ορθοδόξου πίστεως.
Ο όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης εδίδασκε χαρακτηριστικά: «εντολή Κυρίου είναι να μη σιωπάμε σε περίοδο που η πίστη κινδυνεύει. Διότι,λέγει,να ομιλείς και να μη σιωπάς και: «εάν υποστέλληται(υποχωρήσει),ουκ ευδοκεί η ψυχή μου εν αυτώ»(εβρ.10.38),και «εάν ούτοι σιωπήσωσιν οι λίθοι κεκράξονται»(Λουκ.19.40) ώστε,όταν ο λόγος είναι περί πίστεως, δεν μπορούμε να πούμε:Εγώ ποιός είμαι;Ιερεύς; ουδέποτε.Άρχων; ούτε αυτό.Στρατιώτης;Από πού; Γεωργός; Αλλά ούτε και τούτο.Πτωχός;προμηθευόμενος μόνο την εφήμερη τροφή. Δεν μου πέφτει λόγος ούτε φροντίδα για το προκείμενο ζήτημα. Αλίμονο, οι λίθοι θα κραυγάσουν και εσύ θα μείνεις σιωπηλός και αμέριμνος;….Ώστε και αυτός ο πτωχός είναι στερημένος κάθε απολογίας την ημέρα της κρίσεως, επειδή τώρα δεν ομιλεί, και άξιος κατακρίσεως και μόνο γι’αυτό τον λόγο(επισ.πα,βιβλίο β’PG 99 , 1321 A-G) βλέπε και «αγώνες των μοναχών υπέρ της ορθοδοξίας» (έκδοσις Ι.Μονής οσίου Γρηγορίου , άγιον όρος 2003 σελ.23)
Και αλλού ο ίδιος υψιπέτης αετός της μοναχικής πολιτείας σχετικά με την θέσιν των λαικών, γράφει: «ου μόνον ει βαθμώ τις και γνώσει προέχων έστω, οφείλει διαγωνίζεσθαι λαλών και διδάσκων τον της ορθοδοξίας λόγον, αλλά γαρ και ει μαθητού τάξιν επέχων είη, ΧΡΕΩΣΤΕΙ παρρησιάζεσθαι την αλήθειαν και ελευθεροστομείν»(«το Αντίδοτον», Θεοδωρήτου Ιερομονάχου, Αγιορείτου σελ.59).
Σήμερα οι διώκται δεν είναι πλέον άθεοι και ειδωλολάτραι, αλλά χριστιανοί κατά τον Μ.Βασιλειο(«Αγώνες των μοναχών της ορθοδοξίας»σελ.23-24)(επισ.Μ.Βασιλειου. Επιστολή σμγ’ κεφ. Β’PG 32,904C). Γνωρίζουμε επίσης, ότι η λεγόμενη επίσημη εκκλησία, θα υποταχθεί και θα συμπλεύσει πλήρως με τον αντίχριστο.Ήδη το ζούμε, το διαπιστώνουμε κάθε μέρα . Αυτή θα χαρακτηρίσει ως παράφρονες-τρελλούς, αντάρτες, πλανεμένους και γραφικούς, όσους δεν θα υποταχθούν στα καταχθόνια σχέδια της παγκοσμιοποίησης και του οικουμενισμού, όπως και τους προφήτες Ηλία και Ενώχ,και ο Καίσαρας θα τους εκτελέσει.Δηλαδή η πολιτική εξουσία.
Ο ουρανός μίλησε.Η δική μας απάντηση πρέπει να είναι: Τέρμα στις προφάσεις εν αμαρτίαις. «Εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε». (Β’κορινθ.6.17)
ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, το παράδειγμα στα θέματα της πίστεως των αγίων και θεοφόρων πατέρων, την επιταγή των ιερών κανόνων (ΙΕ’ της πρωτοδευτέρας και ΛΑ’ των αγ.αποστόλων) και εμμονή στη διαχρονική εκκλησία του Κυρίου μας. Δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτε.Ο Ίδιος μας βεβαίωσε.Μη φοβηθείτε. «Εγώ θα σας δώσω στόμα και σοφία τι να απολογηθείτε»και θα είμαι μαζί σας.(Ματθ.28.20) και: «προωρώμην τον Κύριον δια παντός ενώπιον μου, ότι εκ δεξιών μου εστί, ίνα μη σαλευθώ»(Πραξ.Β’25)και: «ότι αν ζητήσουμε στο Όνομα Του θα μας το δώσει»(Ιωαν.14.13)
«Ει ο Θεός υπέρ ημών `τις καθ’ημών»(Ρωμ.8.31) και κατά τον απ.Παύλο: «πάντα ισχύω, εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ(Φιλιπ.4.13)
Αγία τριάς ο Θεός` μας δόξα σοι.’Αναρχε πατέρα, συνάναρχε Υιέ και πνεύμα το Θείον` δόξα σοι.Ιησού Χριστέ, γλυκύτατον και επιπόθητον όνομα, εσταυρωμένη αγάπη, ας νικήσει το άπειρο ελεός Σου τις αμαρτίες μας, και με τις πρεσβείες της αειπαρθένου Μητρός σου και όλων των αγίων, πάρε την καρδιά μας, θεράπευσε την` δός μας τη θεική σου φωτιά και το ποτήριον της αγάπης σου.
Παράκλητε αγαθέ Πνεύμα το ευθές, χειραγώγει μας` κράτα μας απ’το χέρι, ώστε να κρατήσουμε την καλήν ομολογίαν για να έχουμε ευπρόσδεκτη απολογία κατά την ημέρα της κρίσεως. Αμήν.



Για την ορθόδοξη χριστιανική και ιεραποστολική αδελφότητα
« Παναγία η Παυσολύπη »
Τρίλοφος Θεσ/νίκης
Τ.Κ.57500 Τ.Θ.142
Τηλ.23920-61932
.Ο πνευματικός της αδελφότητος
πρεσβύτερος Γεώργιος Αγγελακάκης

http://agiooros.org/viewtopic.php?f=14&t=5683





ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΙ



ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ

ΜΙΑ ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΣ ΤΙΤΛΟΣ ΤΙΜΗΣ

«Δυστυχώς δεν υπάρχει σήμερα Χρυσόστομος, δεν υπάρχει σήμερα Βασίλειος, δεν υπάρχει Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός. Δυστυχώς οι ολίγοι καλοί επίσκοποι που υπάρχουν είναι δειλοί, δεν έχουν σθένος ν’ αγωνισθούν. Τρέμουν τους κακούς, φοβούνται να μη καθαιρεθούν· και είναι εις θέσιν να τους καθαιρέσουν. Και ξεχνούν οι καλοί επίσκοποι, ότι μία καθαίρεσις είναι τίτλος τιμής, δι’ εκείνον ο οποίος καθαιρείται, λόγω προσηλώσεως στην πίστι. Καθηρημένος απέθανε ο Χρυσόστομος, αλλά η δόξα του είναι αιωνία μέσα στην Εκκλησία. Χίλιες φορές να καθαιρεθώ, από τοιούτους επισκόπους, και να πάω στην έρημο να κλαίω τ’ αμαρτήματά μου, παρά να ζώ μέσα εδώ στην πόλη και να φιλώ την κακοήθεια και την διαφθορά»(Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης).

ΜΙΑ ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΣ

Αρχιμανδρίτου Ευθυμίου Τρικαμηνά


ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΑΓΩΝΙΣΤΟΥ ΚΛΗΡΙΚΟΥ π. ΕΥΘΥΜΙΟΥ  ΤΡΙΚΑΜΙΝΑ ΣΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΑΓΩΝΙΣΤΗ ΙΕΡΑΡΧΗ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟ ΚΑΝΤΙΩΤΗ, ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΑΙΡΕΣΗ
(ΚΑΘΑΙΡΟΥΝΤΑΙ ΑΓΝΟΙ ΚΛΗΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΦΑΥΛΟΙ ΒΡΑΒΕΥΟΝΤΑΙ!!!)

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΤΡΙΚΑΜΗΝΑΣ

ΑΜΠΕΛΑΚΙΑ ΛΑΡΙΣΗΣ

Αμπελάκια 10/10/2008
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΝ
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «OΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ»
ΚΑΝΙΓΓΟΣ 10 -ΑΘΗΝΑΙ
Κυριε Διευθυντά,
Αυτές τις ημέρες παρέλαβα την απόφασι του Δευτεροβαθμίου Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου, μαζί με τα πρακτικά της δίκης,  σύμφωνα με την οποία μου εκοινοποιήθη η καθαίρεσίς μου και η επαναφορά μου, όπως γράφει η απόφασις, στην τάξι των μοναχών.
Δεν θα σας απασχολήσω πολύ κάνοντας μία κριτική της εν λόγω αποφάσεως και των πρακτικών της δίκης, τα οποία είναι γεμάτα από πλαστογραφίες και ψεύδη. Το μεγαλύτερο ψεύδος το οποίο κατ’ επανάληψι αναφέρεται στα πρακτικά της δίκης, προκειμένου να απορριφθή η κάθε ένστασίς μας είναι αυτό που στερεότυπα διατυπώνουν οι Άγιοι Συνοδικοί δικαστές: «Το δευτεροβάθμιο συνοδικό δικαστήριο……σκεφθέν κατά τους θείους και ιερούς κανόνες και τους νόμους του κράτους..»  Ότι βεβαίως οι Άγιοι δικαστές εσκέπτοντο και απεφάσιζον τελείως αντίθετα από τους θείους και ιερούς κανόνες και τους νόμους του κράτους, μόλις είναι ανάγκη να το αναφέρωμε.  Οι δε πλαστογραφίες των πρακτικών έφθασαν σε τέτοιο σημείο, ώστε να καταγραφούν σ’ αυτά ολόκληρες συνεδρίες και αποφάσεις, τις οποίες ούτε καν αντελήφθημεν, ούτε ελάβαμε γνώσιν  ότι έγιναν, προκειμένου να κριθούν ως αβάσιμες και απορριπτέες ορισμένες ενστάσεις μας.
Αυτά όλα όμως θα κριθούν πλέον από ανώτερα δικαστικά όργανα, τα οποία οπωσδήποτε θα έχουν μεγαλύτερη ευαισθησία στον θεσμό της δικαιοσύνης και της εντιμότητος.  Στην παρούσα επιστολή θα αναφερθώ σε κάποια άλλα θέματα, τα οποία είναι συναφή με την απόφασι του Συνοδικού δικαστηρίου και έχουν σχέσι με την στάσι των Ορθοδόξων και δη των κληρικών απέναντι στο  αιρετικό και νεκρό σώμα των Επισκόπων και γενικώτερα στην αίρεσι του Οικουμενισμού.
Η απόφασις αυτή του Δευτεροβαθμίου Συνοδικού δικαστηρίου είναι ένα απτό δείγμα και μία εναργής απόδειξις ότι οι Επίσκοποι δεν είναι διατεθειμένοι  να ανεχθούν οιαδήποτε αντίστασι στην αίρεσι και κάθε τι το οποίο θα αφυπνίση τους πιστούς και θα χαράξη γραμμή αντίθετη σ’ αυτή της Ν. Εποχής.
Εκείνο το οποίο αντελήφθην από την όλη διαδικασία ότι ενοχλεί περισσότερο τους αιρετικούς Επισκόπους είναι η διακοπή της μνημονεύσεως και η αποτείχισις από αυτούς, καθώς επίσης και η αμφισβήτησις της Παπικής αυθεντίας των.  Αυτά είναι έτοιμοι να τα πατάξουν με κάθε σκληρότητα, προκειμένου να διασφαλισθή η σάπια ενότης η οποία περιστρέφεται γύρω από τους εαυτούς των. Το οικοδόμημα δε το οποίο κατεσκεύασαν και ονομάζουν «Εκκλησία», δεν έχει ως βάσι και θεμέλιο την Αποστολική διδασκαλία και Παράδοσι, αλλά την Παπική και Προτεσταντική διδασκαλία, σύμφωνα με την οποία απαιτείται τυφλή υπακοή στον Επίσκοπο και επιπλέον αυτός δύναται να πιστεύη και να διδάσκη αυθαίρετα, να χαράσση δε πορεία αντίθετον της διαχρονικής πορείας της Εκκλησίας και ακόμη να μην καθίσταται  υπόλογος στον λαό του Θεού, αλλά μόνο στους ομοϊδεάτες και ομοφρόνους με αυτόν Επισκόπους.  Είναι δε τόσο καλά στημένο και οργανωμένο αυτό το αιρετικό οικοδόμημα, ώστε μεμονωμένως να μην  δύναται να προσβληθή, διότι συνεπικουρείται και συμπορεύεται με την πολιτική εξουσία και τις σκοτεινές δυνάμεις.
Το πρόβλημα όμως είναι σωτηριολογικό και πρέπει να διευκρινισθή από τους ευσεβείς θεολόγους και κληρικούς, αν δύναται κάποιος να σωθή συμπορευόμενος και συναγελαζόμενος με αυτούς τους Επισκόπους και ευρισκόμενος κάτω από την Επισκοπική δικαιοδοσία των, και μάλιστα μνημονεύοντας το όνομά των στις ακολουθίες και τα μυστήρια.  Είναι άκρως λυπηρό ότι αυτό το σημείο ουδόλως θίγεται από τους ενασχολουμένους με τα προβλήματα της Εκκλησίας και δη την αίρεσι του Οικουμενισμού, εις τρόπον ώστε να δίδεται η εντύπωσις στους πιστούς ότι είναι δυνατή η σωτηρία των μόνο με τον προσωπικό των αγώνα εναντίον των παθών και της αμαρτίας και όχι με την σύγχρονο  αποστασιοποίησι από τους αιρετικούς Επισκόπους.  Κατ’ αυτόν τον τρόπο λοιπόν η πλάνη επεκτείνεται και στους έχοντες φόβο Θεού και υγιές φρόνημα, εφ’όσον αποσιωπείται μέρος της αληθείας, το οποίο έχει σχέσι με την στάσι και την αντιμετώπισι της αιρέσεως.  Γίνονται δηλαδή από τους ευσεβείς θεολόγους και κληρικούς άριστες αναφορές και περιγραφές της αιρέσεως, των φρονημάτων των Επισκόπων, των προδοτικών ενεργειών των και της αποστασίας των, αλλά όταν φθάνωμε στο «δια ταύτα » εκεί σιωπούμε και θολώνουμε τα νερά, επειδή ίσως δεν έχουμε την δύναμι η την διάθεσι να αντιμετωπίσωμε με ανδρεία και Πατερικό φρόνημα την παρούσα κατάστασι.  Κατ’ αυτόν τον τρόπο γινόμεθα συνεργοί στην εξάπλωσι και επικράτησι της αιρέσεως, έστω και αν θεωρητικά την πολεμούμε.
Είναι πρωτοφανές σε έναν αγώνα και μάλιστα της πίστεως αντί να πράττωμε ο,τι αποδυναμώνει τον εχθρό, ο,τι αυτός φοβάται,  ο,τι αποτελεί καίριο πλήγμα στην όλη οργάνωσί του και προσέτι ο,τι ασφαλίζει τους ανθισταμένους κατά της πλάνης, να διδάσκωμε απεναντίας και να ενεργούμε τόσα, όσα αυτός ανέχεται, όσα μας επιτρέπει και όσα δεν θίγουν τα βασικά  σημεία της εξουσίας του.  Και σ’ αυτό το σημείο ο αγώνας μας, πέραν της ασυνεννοησίας και διχογνωμίας μας πάσχει και ως προς την τακτική του και ως προς τον αντικειμενικό του σκοπό.  Αν με αυτό τον τρόπο επολέμουν και οι Άγιοι Πατέρες τις αιρέσεις, προφανώς καμμία από αυτές δεν θα είχε καταπολεμηθή.  Αποτέλεσμα όλης αυτής της τακτικής μας είναι ότι η αίρεσις του Οικουμενισμού επί ογδόντα και πλέον έτη όχι μόνο δεν καταπολεμήθηκε και δεν καταδικάσθηκε, αλλά αντιθέτως αυξάνει, ενεργοποιείται και επεκτείνεται και μάλιστα παρουσιάζεται σαν μία ανώτερη Ορθοδοξία, τελειοτέρας θα ελέγαμε μορφής, εφ  ὅσον έχει ως βιτρίνα την αγάπη, την οποία εστερούντο οι πολέμιοι Πατέρες των αιρέσεων.
Έπειτα από αυτές τις σκέψεις σχετικά με τους σημερινούς Επισκόπους, την αίρεσι του Οικουμενισμού και την στάσι των Ορθοδόξων θα αναφερθώ στη θέσι μου έναντι της αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Εκκλησιαστικού δικαστηρίου.  Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι όποιος σήμερα καθαιρείται από τα Συνοδικά δικαστήρια και εφ’ όσον δεν θέλει να ακολουθήση την κοσμική οδό,  καταφεύγει στο παλαιό ημερολόγιο και εκεί προάγεται σε όλα τα αξιώματα.  Αυτό βεβαίως δεν δημιουργεί πρόβλημα στους Επισκόπους, απεναντίας μάλιστα το επιθυμούν, διότι ο εσωτερικός πόλεμος των παρατάξεων στο παλαιό ημερολόγιο είναι αφ’ ενός μεν ο μεγαλύτερος εχθρός του, αφ’ ετέρου δε η αποδυνάμωσις του αγώνος των και η δημιουργία επιχειρημάτων εκ μέρους των Οικουμενιστών.  Είναι αλήθεια ότι ουδ’ επί στιγμή μου επέρασε ο λογισμός να ακολουθήσω αυτήν την οδό.  Διότι όπως η εξέλιξις της αιρέσεως του Οικουμενισμού από την αιρετική εγκύκλιο  του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 1920 μέχρι σήμερα επέδειξε την οργανωμένη και μεθοδική επικράτησι της αιρέσεως και τον εκτοπισμό της Ορθοδοξίας, έτσι και η εξέλιξις του παλαιού ημερολογίου από την αλλαγή του ημερολογίου το 1924 μέχρι σήμερα απέδειξε την λανθασμένη εκκλησιολογία και την προτεσταντική νοοτροπία της αντιθέτου πλευράς.  Όπως λοιπόν από την αρχή της αποτειχίσεώς μου, δια της διακοπής της μνημονεύσεως και της εκκλησιαστικής επικοινωνίας με τους Οικουμενιστές Επισκόπους, εθεώρησα ασφαλή και πατερική οδό την απομάκρυνσι από αυτούς και πέραν τούτου ουδέν άλλο, αναμένοντας, όπως λέγει ο Όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, τον καιρό της Ορθοδοξίας, δηλαδή τον καιρό κατά τον οποίο θα επικρατήση η Ορθοδοξία και θα καταδικασθή Συνοδικώς η αίρεσις, έτσι και τώρα μετά την απόφασι των Αγίων δικαστών, οι οποίοι δαιμονίζονται κυριολεκτικώς όταν ακούουν κάτι σχετικό με την Ορθοδοξία και την Παράδοσι, θα παραμείνω όπως ευρισκόμουν πριν, χωρίς δηλαδή να ενταχθώ σε κάποια παράταξι.
Όσον αφορά το θέμα της ποινής, θα υπακούσω στην άδικον αυτή απόφασι, έχοντας ως συνήγορο της θέσεώς μου αυτής τον Αγ. Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο οποίος λέγει ερμηνευόμενος από τον Αγ. Νικόδημο τον Αγιορείτη στον 28ον Αποστολικό Κανόνα του Πηδαλίου: «Όποιος καθαιρεθή δια φθόνο η άλλη άδικον αιτίαν, αυτός εις μεν τον εαυτόν του  προξενεί μισθόν μεγαλύτερον από τον της ιερωσύνης, όθεν και πρέπει να χαίρη και όχι να λυπήται, εις δε τους αδίκως αυτόν καθήραντας προξενεί κόλασιν ».  Η υποταγή μου στην άδικον αυτή ποινή ουδόλως σημαίνει και αναγνώρισι των Επισκόπων η της Συνόδου ως Ορθοδόξων, επειδή πέραν του ότι πολλές φορές τους απεκάλεσα και εντός της δίκης αιρετικούς και αποστάτας, συνεχίζω να είμαι αποτειχισμένος από αυτούς και μάλιστα να το θεωρώ αυτό ως την μεγαλυτέρα ευλογία και το ισχυρώτερο έρεισμα δια την συγχώρησι των αμαρτιών μου.  Η υποταγή μου αυτή σημαίνει επίσης ότι αυτό το σώμα των Επισκόπων η πρέπει να γίνη Ορθόδοξο καταδικάζοντας Συνοδικώς την αίρεσι δια λόγων και έργων η  πρέπει να αντικατασταθή νομίμως, δι’ επεμβάσεως του λαού η του Θεού και στη θέσι του να τοποθετηθούν άλλοι Επίσκοποι οι οποίοι να ομολογούν την αλήθεια, ώστε να είναι αληθείς διάδοχοι του Χριστού και των Αποστόλων.  Όλα τα άλλα σχήματα Συνόδων η μεμονωμένων Επισκόπων του παλαιού ημερολογίου είναι κατά την άποψί μου παραπλανητικά σχήματα, τα οποία ετέθησαν αυτόνομα από κάποιους, χωρίς βεβαίως να θεραπεύσουν το κακό, αλλά μετέτρεψαν από ακέφαλο τη Σύνοδο, λόγω της αιρέσεως των Επισκόπων, σε πολυκέφαλο δίκην Λερναίας Ύδρας, ανεξαρτήτου όμως και αυτονόμου της κάθε κεφαλής.
Η υποταγή μου αυτή επίσης σημαίνει ότι ουδείς στην Εκκλησία δύναται να δικαιώση τον εαυτόν του, έστω και αν έχη το ανώτατο εκκλησιαστικό αξίωμα.  Αυτό φαίνεται ολοκάθαρα στον βίο πάλι του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ο οποίος μετά την πρώτη του άδικο καθαίρεσι και εξορία επανερχόμενος με αυτοκρατορική προσταγή, εζήτησε σύγκλησι Συνόδου δια να τον αποκαταστήση στον θρόνο λέγοντας, ότι Σύνοδος με καθήρεσε, Σύνοδος πρέπει να με αποκαταστήση.  Ο λαός όμως του Θεού, ο οποίος είχε τελείως  διαφορετικό φρόνημα από τον σημερινό, σύσσωμος, χωρίς την θέλησί του τον υποχρέωσε να ανέλθη στον θρόνο και να συνεχίση την διαποίμανσί του.  Αυτό ως γνωστό απετέλεσε μία από τις πολλές κατηγορίες της δευτέρας καθαιρέσεώς του, ότι δηλαδή ανήλθε στο θρόνο χωρίς να τον αποκαταστήση Σύνοδος.
Ως εκ τούτου εφ’ όσον  υπάρξουν κάποιοι ιερείς (Επίσκοποι είναι αδύνατον κατ’ άνθρωπον να υπάρξουν) οι οποίοι και αυτοί αποτειχισθούν από την αίρεσι, χωρίς βεβαίως να υπαχθούν σε κάποια άλλη παράταξι και συσκεφθούν κατά τον τύπο του Συνοδικού συστήματος της Εκκλησίας και αποφασίσουν και δια την ιδική μου περίπτωσι, αν δηλαδή οι ανάγκες της χειμαζομένης λόγω της αιρέσεως Εκκλησίας, απαιτούν να ιεροπρακτώ η όχι,  εγώ βεβαίως μετά χαράς θα υποταχθώ στην γνώμη των.  Τέτοια σχήματα Συνόδου, αποτελούμενα από δεδιωγμένους Επισκόπους, ηγουμένους και ιερείς αναφέρονται στον βίο και στις επιστολές του Οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου, τα οποία ερρύθμιζον τις τρέχουσες ανάγκες της εν διωγμώ Εκκλησίας και επέλυον προβλήματα, έως καιρού Ορθοδόξου Συνόδου. Το να εκφέρη όμως κάποιος την γνώμη του περί μη υποταγής μου στην άδικο απόφασι, ενώ συγχρόνως συμπορεύεται εκκλησιαστικά με τους αιρετικούς και αποστάτας Επισκόπους, είναι νομίζω ανεύθυνο και αμάρτυρο στην Ορθόδοξο Παράδοσι και επί πλέον παρουσιάζομαι πάλι εγώ να αποφασίζω και να δικαιώνω τον εαυτόν μου, εφ’ όσον όλα αυτά εκτός των άλλων λέγονται παρασκηνιακώς και ιεροκρυφίως.
Η θέσις μου αυτή περί υποταγής στην άδικο απόφασι, έχει ακόμη και μία άλλη διάστασι, η οποία συνοψίζεται  εις ότι δεν είναι δυνατόν να γίνη αγώνας μέσα στην Εκκλησία υπό την ορθόδοξον έννοια, χωρίς θυσίες και απώλειες.  Ούτε βεβαίως μάχες και πόλεμοι κερδίζονται χωρίς να στάξη αίμα.  Αυτό το βεβαιώνουν όλοι οι αιώνες της εκκλησιαστικής ιστορίας, από την εποχή των διωγμών μέχρι τους προσφάτους καιρούς. Εμείς όμως σήμερα αποκτήσαμε μίαν άλλη αντίληψι περί αγώνος εναντίον του διωγμού  της πίστεως, η οποία έγκειται στο να αγωνισθούμε όχι όσον απαιτούν οι ανάγκες της Εκκλησίας, αλλά όσον απαιτεί η ανάγκη ώστε να μην πάθωμε τίποτε, να μην υποστούμε δηλαδή ουδεμία βλάβη.  Και δεν αναφέρομαι βεβαίως στις θυσίες των αγίων, αλλά δεν είμεθα διατεθειμένοι χάριν της πίστεως και της αληθείας ούτε τη θέσι μας να θυσιάσωμε, ούτε τους τίτλους μας, ούτε τον μισθό μας, ούτε την αξιοπρέπειά μας και την κοινωνική μας υπόληψι.  Αυτό το γνωρίζουν οι Οικουμενιστές Επίσκοποι και δι’ αυτό μας επιτρέπουν να φωνασκούμε και να κηρύττωμε σε ένα λαό βολεμένο και δυσκίνητο, τον οποίο ίσως θα αφύπνιζε μόνον η έμπρακτος θυσία και η ανάληψις στους ώμους μας του σταυρού του Κυρίου. Υπό αυτήν λοιπόν την έννοια η ιδική μου καταδίκη δηλώνει απεριφράστως τις διαθέσεις των κρατούντων, αλλά και των αντιδρώντων στην αίρεσι με λόγια, επιστολές και υπογραφές, τα οποία αν συγκεντρώνοντο στα ογδόντα και πλέον χρόνια της αιρέσεως θα ήσαν ικανά να γεμίσουν με τόμους τα ράφια της Εθνικής Βιβλιοθήκης.
Ένας επί πλέον λόγος δια την υπακοή μου στην άδικον απόφασι είναι και ότι πιστεύω ότι τώρα από αυτήν την θέσι θα είναι πιο πειστικός ο λόγος μου και πιο έντιμος ο αγώνας μου εναντίον της αιρέσεως.  Αν οι άγιοι προκειμένου να υπερασπίσουν την πίστι των επολέμησαν με ανθρωπόμορφα και άλογα θηρία και υπέμειναν μαρτύρια, τα οποία δεν δυνάμεθα ούτε με το νου μας να τα προσεγγίσωμε, πόσο άραγε έντιμος και σύμφωνος με την Παράδοσι δύναται να χαρακτηρισθή ο ιδικός μας αγώνας, την στιγμή μάλιστα κατά την οποία βλέπουμε την αίρεσι διαρκώς να αυξάνη και να επεκτείνεται και εμείς να συμπορευώμεθα εκκλησιαστικώς με αυτήν;
Στην περίπτωσι δε κατά την οποία  τα ανώτερα πολιτικά δικαστήρια ακυρώσουν λόγω των παρανομιών τις δικαστικές πράξεις και αποφάσεις του εν λόγω Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου, οπωσδήποτε τότε και εγώ θα αλλάξω στάσι ως προς την υπακοή μου στην άδικον αυτήν απόφασι, έχοντας ως συνήγορο στην περίπτωσι αυτή τον Μ. Αθανάσιο, ο οποίος ενώ κατ’ αρχάς παρέστη δια να δικασθή στην Αρειανική Σύνοδο της Τύρου, εδραπέτευσε κρυφίως εν συνεχεία βλέποντας τις προθέσεις των Επισκόπων, πριν τελειώση η Σύνοδος και μετέβη στον αυτοκράτορα Μ. Κων/νο, στον οποίο εξέθεσε την πίστι του και τα της Συνόδου της Τύρου καθώς και τις εναντίον του σκευωρίες των Επισκόπων, και έλαβε την άδεια να επανέλθη στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Αλεξανδρείας.
Πριν τελειώσω, θέλω να αναφέρω ενημερωτικά δύο σημεία από την εν λόγω δίκη και καταδίκη μου.  Το πρώτο, ότι τελειώνοντας την απολογία μου μετά από περιπετειώδη λογομαχία και συνεχείς παρεμβάσεις και διακοπές κατέθεσα αίτημα ομολογίας πίστεως εκ μέρους των δικαστών, το οποίο δεν μου επέτρεψαν  να αναγνώσω.  Αυτό συνοπτικά ανέφερε οκτώ σημεία πίστεως και ισαρίθμους αιρέσεις στις οποίες έχουν πέσει οι σημερινοί Επίσκοποι, τα οποία συνοψίζονται περιληπτικά στη συμμετοχή των στο Π.Σ.Ε., στην αναγνώρισι των μυστηρίων των Παπικών και Μονοφυσιτών στο Μπελαμέντ και Σαμπεζύ αντιστοίχως, στην άρσι των αναθεμάτων των Παπικών το 1965, στις συμπροσευχές των και συνιερουργίες με τους αιρετικούς, στην αγιοποίησι του  Εθνομάρτυρος Χρυσοστόμου Σμύρνης, στη θεωρία ότι η Θ. Λειτουργία τελείται στο όνομα του Επισκόπου και όχι του Χριστού, στην ακύρωσι δια των διαζυγίων του ενός και νομίμου γάμου και στην αποδοχή δι’ έργων και λόγων της αιρέσεως του Οικουμενισμού.  Κάτω από το αίτημά μας στα πρακτικά της δίκης και μετά την υπογραφή μου αναφέρουν οι Άγιοι δικαστές τα ακόλουθα: «Το ανωτέρω αίτημα κατά την κρίσιν Αυτού (του δικαστηρίου δηλαδή) ου δείται οιασδήποτε απαντήσεως». Δηλαδή με άλλα λόγια μας έκαναν μεγάλη χάρι που το κατεχώρησαν και στα πρακτικά.
Το δεύτερο σημείο της δίκης είναι ότι κατώρθωσε κάποιος από το ακροατήριο να βιντεοσκοπήση  όλη τη διαδικασία της δίκης, και έχουμε τη δυνατότητα να κυκλοφορούμε το dvd αυτό, ώστε κάθε καλοπροαίρετος να έχη μία οπτικοακουστική εικόνα της δίκης και έτσι να σχηματίση μία προσωπική γνώμη δια το πως λειτουργούν σήμερα τα εκκλησιαστικά δικαστήρια.  Η λήψις βεβαίως του dvd έγινε τελείως ερασιτεχνικά και αυθόρμητα, είναι όμως αρκετά ισχυρή ώστε να εξάγη κάποιος αβίαστα τα συμπεράσματά του.  Το dvd αυτό διατίθεται στο χριστιανικό βιβλιοπωλείο «ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ», τηλ. 2410284449, με την παράκλησι της αντιγραφής του και διαδόσεώς του χάριν του αγώνος κατά της αιρέσεως του Οικουμενισμού.
Κλείνοντας, είναι αλήθεια ότι σε ένα σημείο πρέπει να δικαιώσωμε τους Επισκόπους δικαστές του Εκκλησιαστικού δικαστηρίου, όσον αφορά την απόφασι της καθαιρέσεώς μου.  Οι άνθρωποι αυτοί έχουν την συναίσθησι και την συνείδησι όταν μεταδίδουν δια της χειροτονίας την ιερωσύνη, ότι την μεταδίδουν όχι δια να υπηρετή ο ιερεύς τον Θεό και τον λαό του Θεού μεταδίδοντάς του την αγιαστική χάρι, αλλά δια να υπηρετή τους Επισκόπους και τις φιλοδοξίες των.  Δι’ αυτό άλλωστε και απαιτούν τυφλή υπακοή από αυτόν στο πρόσωπό των.   Όταν λοιπόν σταματήση ο ιερεύς να υπηρετή δια της ιερωσύνης τον Επίσκοπο και τις φιλοδοξίες του και θελήση να υπηρετήση την πίστι και την αλήθεια, τότε φυσικά εκλείπει ο σκοπός δια τον οποίον οι Επίσκοποι του την μετέδωσαν και ως εκ τούτου πρέπει να την αφαιρέσουν από αυτόν.  Τα υπόλοιπα είναι διαδικαστικές μέθοδοι δια να εξάγουν μία νομιμοφανή απόφασι.
Και κάτι τελευταίο. Η περίοδος που διερχόμεθα  στιγματίζεται από δύο χαρακτηριστικά. Από την ασυνεννοησία  και ολιγωρία  των αντιδρώντων στην αίρεσι και από τα φαινόμενα των εσχάτων καιρών.  Προκειμένου λοιπόν να αποκτήσωμε κάποτε οι αντιδρώντες ένα σημείο αναφοράς και ενότητος πατερικά κατοχυρωμένο, είναι ανάγκη  να ενωθούμε όλοι γύρω από την διακοπή της μνημονεύσεως των αιρετικών Επισκόπων, χωρίς καμμία άλλη αναφορά. Αν δεν γίνη αυτό θα ενωθούμε τότε  πλέον αναγκαστικά, όταν χρειασθή να αντισταθούμε στην επιβολή του χαράγματος του Αντιχρίστου.  Η αντίστασις των εσχάτων καιρών δεν θα έχη σχέσι ούτε με ημερολόγια, ούτε με μνημονεύσεις αλλά  πάραυτα θα αναδεικνύη μάρτυρας και ομολογητάς της πίστεως με μόνη την ομολογία.
Μετά Τιμής
Ἀρχιμανδρίτης  Ευθύμιος  Τρικαμηνάς.




http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=1640

ΙΩΣΗΦ ΒΡΥΕΝΙΟΣ

Δέν θά σέ ἀρνηθῶμεν ὦ φίλη Ὀρθοδοξία!

Δέν θά σέ ἀπαρνηθῶμεν ὦ πατροπαράδοτον σέβας!

Δέν ἀποχωριζόμεθα ἀπό σέ, ὦ μῆτερ εὐσέβεια!

Ἐντός σοῦ ἐγεννήθημεν καί διά ἐσέ ζῶμεν καί μετά σοῦ θα κοιμηθῶμεν.

Εἴθε νά τό καλέσῃ ὁ καιρός! καί μυριάκις ὑπέρ σοῦ θά ἀποθάνωμεν· διότι ἐκεῖνος ὁποῦ συμφιλιάζει μέ τούς ἐχθρούς τοῦ βασιλέως δέν δύναται νά εἶναι φίλος τοῦ βασιλέως!

Ὁ ἀπαρνούμενος διά νεύματος μόνον τόν Θεόν ὑπόκειται εἰς ἀπώλειαν καί ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μέ τόν λόγον, μέ τόν τρόπον καί διά γραμμάτων κινδυ­νεύει περί τήν πίστιν, πῶς θά εἶναι Ὀρθόδοξος; ».

Η Αντιμετώπιση του Οικουμενισμού

Η Αντιμετώπιση του Οικουμενισμού

Χρυσόστομος Σμύρνης

Χρυσόστομος Σμύρνης

Όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης

Όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης